Η ίδρυση και η πτώση της Super League μοιάζει με το τέλος μιας εποχής στο ποδόσφαιρο. Δημιουργεί την ευκαιρία ώστε τα εμπλεκόμενα μέρη, δηλαδή η FIFA, η UEFA, οι Ποδοσφαιρικές Ομοσπονδίες, οι λίγκες, οι ομάδες και οι ποδοσφαιριστές με τους προπονητές να μιλήσουν ξεκάθαρα για το μέλλον του. Η μετακίνηση των τεκτονικών πλακών, όμως, από την άνοδο και την κατάρρευση του συνεταιρισμού έχει αφήσει πίσω του νικητές και χαμένους, καινούριες συμμαχίες και άλλαξε το τοπίο του αθλήματος σε διοικητικό επίπεδο. Ισως να μην είναι το τέλος των «σούπερ συλλόγων» και η επιστροφή σε μια περίοδο μεγαλύτερης ισότητας, αλλά είναι η στιγμή που οι οργανισμοί πρέπει να καθορίσουν το μοντέλο λειτουργίας όλης της «πυραμίδας» του σπορ ώστε να γίνει βιώσιμο και στη διαδικασία να επαναπροσδιορίσουν τις προτεραιότητές τους και την ταυτότητά τους. Διότι ο κόσμος έκανε ξεκάθαρο πως δεν βλέπει το ποδόσφαιρο μέσα από τα spreadsheets του Excel και ούτε ως μια εξαιρετική πρόταση premium entertainment ή απλά ένα θέαμα.
Οι νικητές και οι χαμένοι
Οι νικητές είναι ο πρόεδρος της UEFA, Αλκεσάντερ Τσέφεριν, ο Καρλ – Χάιντς Ρουμενίγκε, CEO της Μπάγερν Μονάχου, κι ο Νασέρ Αλ – Κελάιφι, πρόεδρος της Παρί Σεν Ζερμέν κι από χθες νέος πρόεδρος της ECA (Σύνδεσμος Ευρωπαϊκών Συλλόγων). Ο πρώτος με την σκληρή στάση του και χωρίς να υποχωρήσει στις απαιτήσεις των «μεγάλων» κέρδισε ακόμη μεγαλύτερη στήριξη από τα κλαμπ των χωρών που δεν έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις, αλλά και τις πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης. Ο Ρουμενίγκε κι ο Αλ – Κελάιφι κρατώντας τη γερμανική και τη γαλλική αγορά στην UEFA έδωσαν ένα ισχυρό «χτύπημα» στην Super League. Στους νικητές ίσως να μπορούν να μπουν και οι παράγοντες της Μάντσεστερ Σίτι και της Τσέλσι, οι πρώτοι που τράβηξαν την πρίζα στην Super League. Νικητής και ο Τζουάν Λαπόρτα στα μάτια των μελών της Μπαρτσελόνα τηρώντας τις δημοκρατικές παραδόσεις της. Είπε με... ευγενικό τρόπο στην Super League πως θα έφευγε προτού το πει οποιοσδήποτε άλλος, βάζοντας στο σύμφωνο του συνεταιρισμού τη ρήτρα πως η απόφαση συμμετοχής δεν είναι δική του, αλλά των πραγματικών ιδιοκτητών.
Ο μεγαλύτερος χαμένος είναι ο Αντρέα Ανιέλι, πρόεδρος της Γιουβέντους, πρώην φίλος του Τσέφεριν. Η UEFA ξέρει πως κάποια στιγμή πρέπει να μιλήσει με τους «μπιανκονέρι», αλλά ο Τσέφεριν δεν τον θέλει για συνομιλητή του. Σε άσχημη μοίρα και η Μίλαν, ιδίως από την στιγμή που δεξί χέρι του Σλοβένου παράγοντα είναι ο Ζβόνιμιρ Μπόμπαν, τον οποίο πέρυσι έδιωξε από τον σύλλογο ο CEO των «ροσονέρι», Ιβάν Γκαζίδης. Ο Γκαζίδης ήταν από τους πρωτεργάτες της Super League. Τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ίσως να την... σώσουν οι διασυνδέσεις του άλλοτε στελέχους της και επί χρόνια ισχυρού «παίκτη» στην UEFA, Ντέιβιντ Γκιλ. Προτού καν ασχοληθεί η UEFA με την Λίβερπουλ, την Τότεναμ και την Αρσεναλ θα πρέπει αυτές να ηρεμήσουν τον κόσμο τους που θέλει να διώξει τους ιδιοκτήτες. Στην Ατλέτικο Μαδρίτης «ξύπνησαν» ξανά παλιές κόντρες οπαδών – ιδιοκτητών.
Οσο για τον Φλορεντίνο Πέρεθ και τη Ρεάλ Μαδρίτης είναι πιο αδύναμοι από ποτέ. Ωστόσο, ο σύλλογος θα «σηκώσει» κεφάλι εξαιτίας της τεράστιας οπαδικής μάζας του, το στάτους του και της ισχυρής πολιτικής στήριξης που έχει από την Ισπανία. Ο μόνος κίνδυνος που αντιμετωπίζει ο Πέρεθ είναι να αντιδράσουν τα μέλη – ιδιοκτήτες του κλαμπ που διοικεί χωρίς εκλογές από το 2009. Ούτε αυτό, όμως, μοιάζει εφικτό. Εδώ και χρόνια έχει ξεπαστρέψει οποιαδήποτε αντιπολιτευτική τάση και πρόσφατα ανανέωσε τη θητεία του ως το 2025.
Οι νέες συμμαχίες
Μπροστά στον κοινό «εχθρό» ήρθαν πιο κοντά ο Αλεκσάντερ Τσέφεριν με τον πρόεδρο της FIFA, Τζάνι Ινφαντίνο. Οι σχέσεις τους ήταν «παγωμένες» για χρόνια αφού ο καθένας κοιτούσε το οικονομικό συμφέρον του οργανισμού του, το οποίο ερχόταν σε άμεση σύγκρουση με το καλό του αθλήματος.
Η UEFA φαίνεται να έχει ενωθεί περισσότερο και με τις Ομοσπονδίες, αλλά και με τις λίγκες. Αυτό το τετράγωνο UEFA – FIFA – Ομοσπονδίες – λίγκες ίσως να οδηγήσει στη δημιουργία ενός πιο λογικού καλενταριού που δεν θα «ξεζουμίζει» τους παίκτες και δεν θα στέλνει στα ουράνια τα λειτουργικά κόστη των συλλόγων. Από την άλλη κάτι τέτοιο θα σήμαινε και λιγότερα έσοδα για όλους. Μάλλον δεν είναι έτοιμοι να το αποδεχθούν. Το μεγάλο πρόβλημα, όμως, όλων αυτών είναι πως θα καταφέρουν να εμπιστευθούν ξανά τους παράγοντες 12, αν παραμείνουν ως συνομιλητές εκείνοι με τους οποίους τα «έσπασαν»; Ο χρόνος μάλλον θα κλείσει τις πληγές. Και κάποιες υποχωρήσεις από τη μεριά των 12.
Πλέον, όμως, όλοι αυτοί οι οργανισμοί κατάλαβαν ποια είναι και η δύναμη των ποδοσφαιριστών και των προπονητών, τόσο με την υπόθεση της Super League, αλλά και μ' εκείνη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τους εργαζόμενους στα γήπεδα του Κατάρ. Θα έπρεπε να τους ακούσουν προτού υποδείξουν το πού, το πότε και το πώς θα διεξάγονται οι διοργανώσεις από εδώ και πέρα. Το θετικό; Οι πραγματικοί πρωταγωνιστές κατάλαβαν πως στη βράση κολλάει το σίδερο και άρχισαν τις πιέσεις. Ο προπονητής της Μάντσεστερ Σίτι, Πεπ Γκουαρδιόλα, πρώτος απ' όλους και τον ακολούθησε ο κόουτς της Μπαρτσελόνα, Ρόναλντ Κούμαν: «είναι απίστευτος ο αριθμός των αγώνων που δίνουν οι ποδοσφαιριστές και συμφωνώ με τον Πεπ Γκουαρδιόλα (σ.σ. προπονητής της Μάντσεστερ, ο οποίος πρόσφατα είπε πως η UEFA και η FIFA σκοτώνουν τους παίκτες), Ολοι νοιάζονται για τα λεφτά», είπε ο Ολλανδός.
Η ενίσχυση των πρωταθλημάτων
Εδώ και χρόνια προκαλεί εντύπωση στους παρατηρητές της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας η διαφορά εκτίμησης που έχουν για τα εγχώρια πρωταθλήματα οι προπονητές και οι ποδοσφαιριστές με τους εργοδότες τους. Τον Πέρεθ για παράδειγμα δεν φαίνεται να τον ενδιαφέρει και πολύ η LaLiga, γι' αυτό πιέζει εδώ και χρόνια για να παίρνει περισσότερα και περισσότερα από το Champions League κι όταν λόγω πανδημίας δεν του έφταναν ούτε αυτά, έκανε το άλμα στην Super League. Αντίθετα, ο προπονητής της ομάδας του Ζινεντίν Ζιντάν, λέει πως οι τίτλοι που χάρηκε περισσότερο ήταν τα πρωταθλήματα και όχι τα τρία σερί Champions League. Το ίδιο λένε και άλλοι όπως ο Πεπ Γκουαρδιόλα κι ο Ντιέγκο Σιμεόνε, προπονητής της Ατλέτικο Μαδρίτης. «Εκεί φαίνεται πραγματικά πόσο καλή ομάδα έχεις, όταν το κάνεις συνέχεια για 38 αγωνιστικές. Σε 13 ματς όλα γίνονται».
Ο Πέρεθ και οι Αμερικανοί ιδιοκτήτες, συνέταιροί του στην Super League, ήθελαν να κάνουν το εξαιρετικό... κανονικό. Σα να ήταν μπανάλ μια επίσκεψη στο γήπεδο της Γρανάδα ή της Λεβάντε. Αντιλαμβανόταν πως μόνο τα μεγάλα ματς θα έκαναν ελκυστικό το προϊόν. Το πρόσφατο «κλάσικο» που νίκησε η Ρεάλ με 2-1 τη Μπαρτσελόνα, στην Ισπανία το είδε μόλις το 11,6% των Ισπανών συνδρομητών. Αντίθετα, σε «ανοιχτό» κανάλι ένα ντοκιμαντέρ που έπαιζε την ίδια ώρα έπιασε 33,2%. Κι αυτό παρόλο που το ματς είχε τεράστιο βαθμολογικό ενδιαφέρον. Ενα «κλάσικο» στην Super League με τη Ρεάλ 7η και τη Μπαρτσελόνα 12η, για παράδειγμα, μάλλον θα είχε μικρότερο κοινό.
Η πτώση της Super League έγινε γιατί οι Αγγλοι αγαπούν το πρωτάθλημά τους πάνω από όλα, ενώ και οι Γερμανοί δεν μπήκαν γι' αυτόν τον λόγο. Η παράδοση μετράει. Ισως αυτό να βοηθήσει τους Ισπανούς και τους Ιταλούς να βρουν και πάλι το σθένος να υποστηρίξουν τα πρωταθλήματά τους. Για τους πρώτους, όμως, είναι δύσκολο όταν η μηχανή προπαγάνδας του Πέρεθ έχει εξυψώσει το Champions League πάνω από όλα για να δικαιολογήσει τη διαχείρισή του όταν η Ρεάλ έπαιρνε Champions League, αλλά έμενε 17 βαθμούς πίσω από τη Μπάρτσα που έκανε νταμπλ.
Το νέο Champions League νωρίτερα;
Από το 2019 συζητιούνται αλλαγές για το Champions League. Το ν' αρχίσει πέντε χρόνια μετά όπως ψήφισε η UEFA είναι... επικίνδυνο. Ως τότε, το ανανεωμένο φορμάτ μπορεί να είναι εκτός τόπου και χρόνου. Βέβαια, η Συνομοσπονδία διατηρεί το δικαίωμα των αλλαγών. Γι' αυτό και από τη Δευτέρα άρχισαν οι πρώτες συζητήσεις μήπως να το φέρουν πιο μπροστά – το 2023 για παράδειγμα μια και η διεξαγωγή του Παγκοσμίου Κυπέλλου στο Κατάρ τον χειμώνα του 2022 αποτελεί αξεπέραστο εμπόδιο.
Οι εξελίξεις, πάντως, δίνουν στον Τσέφεριν ισχυρά διαπραγματευτικά όπλα όσον αφορά στις συζητήσεις του για την πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων, ενώ σύμφωνα με την ιταλική εφημερίδα Gazzetta dello Sport ήδη υπάρχουν ενδείξεις για συμφωνία με το επενδυτικό fund Centricus για να «ρίξει» έξι δισεκατομμύρια ευρώ στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Μετά από αυτή τη διαρροή και προσπαθώντας να κολλήσουν το γυαλί που ράγισε, παράγοντες των 12 λένε πως γνώριζαν πολύ καλά ότι η κίνηση θα μπορούσε να τους γυρίσει μπούμερανγκ, αλλά αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να τους ακούσει η UEFA. Το αίτημά τους; Δεν θέλουν απλά να έχουν λόγο στην πώληση των τηλεοπτικών δικαιωμάτων και την επιλογή των χορηγών του νέου Champions League. Θέλουν να έχουν πακέτα δικαιωμάτων που θα διαχειρίζονται οι ίδιες. Πλέον, δύσκολο να τους δοθεί.
Ο Τσέφεριν, ωστόσο, για την ώρα έχει ν' αντιμετωπίσει τις εσωτερικές πιέσεις του οργανισμού του για να τιμωρήσει τις 12, ακόμη και να τις αποβάλλει από το Champions League και το Europa League τις πέντε που έφτασαν στα ημιτελικά των δύο θεσμών (Ρεάλ Μαδρίτης, Τσέλσι, Μάντσεστερ Σίτι στο ένα, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Αρσεναλ στο άλλο). Την Παρασκευή έχει έκτακτο Εκτελεστικό Συμβούλιο για να συζητηθεί το ζήτημα. Αυτή την στιγμή μια τέτοια τιμωρία δεν συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες. Αυτό, όμως, που φημολογείται πως μπορεί να γίνει είναι η αφαίρεση των δύο θέσεων για τις «ιστορικές ομάδες» που δεν εξασφαλίζουν το εισιτήριο συμμετοχής στο Champions League από τα πρωταθλήματά τους και να πάνε σε λιγότερο ισχυρά πρωταθλήματα για να ενδυναμωθεί η «πυραμίδα» του αθλήματος.
Το νέο Financial Fair Play
Ο Πέρεθ στην εκτός τόπου και χρόνου συνέντευξή που έδωσε τα μεσάνυχτα της Δευτέρας στην εκπομπή El Chiringuito είπε ένα μεγάλο ψέμα: «σύμφωνα με την ECA (Σύνδεσμος Ευρωπαϊκών Συλλόγων) έχουμε απώλειες πέντε δισεκατομμύρια ευρώ». Στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τη Money League της Deloitte για την σεζόν 2019-20 οι 12 της Super League είχαν απώλειες 834,2 εκατομμύρια. Μπροστά σ' αυτά που έχασε το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο... ψίχουλα κι όχι τίποτα άλλο, αλλά γι' αυτές θα ήταν και πιο εύκολο να τ' ανακτήσουν.
Το παλιό Financial Fair Play (FFP) άνοιξε τόσο πολύ την ψαλίδα μεταξύ των κορυφαίων κλαμπ με τα υπόλοιπα που ήταν αυτονόητο πως κάποια στιγμή θα έφτιαχναν μια Super League. Τώρα, η UEFA σχεδιάζει το επόμενο. «Πρέπει να ενωθούμε και να δούμε πως θα μειώσουμε τα κόστη μας. Αυτό είναι το σημαντικότερο όλων. Να μειωθούν οι προμήθειες στους ατζέντηδες και οι μισθοί των παικτών», είπε ο Ρουμενίγκε. Η νομοθεσία της Ε.Ε. δεν επιτρέπει την εφαρμογή salary cap αμερικάνικου τύπου και στη λυκοφιλία της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας κανείς δεν θα τηρήσει μια άγραφη συμφωνία. Είναι η στιγμή που η Ρεάλ Μαδρίτης θα πρέπει ν' αποδεχθεί πως ίσως κατά διαστήματα δεν θα μπορεί να είναι άκρως ανταγωνιστική σε όλα τα επίπεδα γιατί θα πρέπει να περάσει φάσεις ανακατασκευής και θα νικά στην Ευρώπη κατά περιόδους – όπως συνέβαινε πάντα. Δεν είναι τυχαίο πως μόνο μετά το FFP, είδαμε μια ομάδα να παίρνει συνεχόμενες χρονιές το τρόπαιο.
A priori το νέο σετ ρυθμίσεων θα δίνει μεγαλύτερο χώρο για επενδύσεις και προβλέπεται να υπάρχει ένας είδος φόρου πολυτελείας, δηλαδή μια οικονομική ποινή που θα πληρώνουν οι ομάδες όταν ξεπερνούν ένα συγκεκριμένο όριο εξόδων. Η UEFA θεωρεί πως θα αποθαρρύνει τα μεγάλα κλαμπ να το καταβάλλουν χρόνο με το χρόνο και ως εκ τούτου θα επαναφέρει μια κάποια αθλητική ισορροπία.
Η σειρά των οπαδών ν' αποκτήσουν λόγο;
Ο Πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου, Μπόρις Τζόνσον, προτού καν πέσει η Super League, έδωσε εντολή να διεξαχθεί έρευνα για τις δομές του ποδοσφαίρου, αλλά υπό το πρίσμα των οπαδών. Πολλά οπαδικά γκρουπ το είδαν ως την έναρξη μιας διαδικασίας που ενδεχομένως να καταλήξει στο γερμανικό μοντέλο, δηλαδή, τουλάχιστον το 51% ενός κλαμπ να βρίσκεται στα χέρια των οπαδών του και το υπόλοιπο 49% σε εταιρίες.
Εκείνοι της Λίβερπουλ έχουν εκνευριστεί πολύ με το Fenway Sports Group. Εκτιμούν πως κινείται εντελώς κυνικά, χωρίς να αντιλαμβάνεται τις αξίες του κλαμπ με αποτέλεσμα να ζητά συγγνώμη από τον κόσμο στο τέλος. Συνέβη με το θέμα της αύξησης των τιμών των εισιτηρίων, την τοποθέτηση σε αναστολή εργαζομένων μερικές μέρες μετά την ανακοίνωση τεράστιας συμφωνίας με σπόνσορα και τώρα με την Super League. Βέβαια, δεν είναι εύκολο να γίνει ούτε παρόλο που πλέον το μέλλον των Αμερικανών επενδυτών, που δεν αντιλαμβάνονται την έννοια των «ανοιχτών» πρωταθλημάτων της Ευρώπης, είναι αβέβαιο.
Αυτά τα κλαμπ παραμένουν μηχανές κοπής χρήματος ακόμη κι αν δεν μπορούν να βελτιστοποιήσουν τα έσοδά τους. Για παράδειγμα, η Γιουνάιτεντ έχει μια εσωτερική αναφορά που υποστηρίζει πως το 1,1 δισ. οπαδοί της σε όλο τον κόσμο δίνουν κατά κεφαλήν 57 λεπτά τον χρόνο για την αγορά προϊόντων ή αγώνων των ομάδας. Αν θα το έφταναν στο ένα ευρώ θα ήταν η κορυφαία αθλητική επιχείρηση.
Βέβαια και το άλλο μοντέλο χωρίς να υπάρχει μια σταθερή διοίκηση και ένας ξεκάθαρος στόχος όπως συμβαίνει στη Μπάγερν Μονάχου ή στη Ντόρτμουντ μπορεί να γίνει τοξικό όπως στη Μπαρτσελόνα. Ωστόσο και στις καλές και στις κακές μέρες, οι οπαδοί δεν θα βρίσκονταν στην ίδια θέση που βρέθηκαν αυτές τις δημιουργίας της Super League: να μην τους ρωτάει κανείς, αλλά να τους ζητάνε να πληρώσουν. Θα είχαν την κατάσταση στα χέρια τους. Αυτό, πλέον, το αντιλαμβάνονται. Ισως το μήνυμα να το πήραν και οι οργανισμοί...