Από την σεζόν 2015-16 μέχρι κι αυτή την σεζόν, τα τελευταία πέντε χρόνια δηλαδή, έχουν γίνει 130 μεταγραφές Ελλήνων ποδοσφαιριστών 23 χρόνων και κάτω από τις ομάδες της Super League στο εξωτερικό. Είναι ένα φαινόμενο που οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αλλαγή της μεταγραφικής αγοράς, αλλά και στη νέα φιλοσοφία των συλλόγων που αγωνίζονται σε πιο εξελιγμένα πρωταθλήματα και τροφοδοτούν την ευρωπαϊκή ελίτ. Πλέον, αναζητούν value σε κάθε κίνησή τους. Ρόλο έπαιξε και η πολύ καλή δικτύωση των Ελλήνων ατζέντηδων.
Ετσι, η ποδοσφαιρική βιομηχανία έβαλε για τα καλά στον χάρτη το ελληνικό ταλέντο. Η πλειονότητα αυτών των μεταγραφών είναι αλήθεια πως έγιναν σε ομάδες της Κύπρου. Μην έχοντας χώρο, χρόνο και την εμπιστοσύνη των προπονητών τους για να αγωνιστούν στην πρώτη ομάδα του ΠΑΟΚ, εκεί έπαιξαν δύο καλοί διεθνείς παίκτες: ο αριστερός μπακ Δημήτρης Γιαννούλης και ο σέντερ φορ Ευθύμης Κουλούρης. Ο ένας πρόσφατα πήρε μεταγραφή συνολικά 8 εκατομμυρίων ευρώ για την αγγλική Νόριτς, ενώ ο άλλος προτού πάει στη γαλλική Τουλούζ είχε αναδειχθεί σε πρώτος σκόρερ του ελληνικού πρωταθλήματος.
Η έλλειψη εμπιστοσύνης των... μικρών και η απουσία χρόνου συμμετοχής είναι το... όπλο των ομάδων από πρωταθλήματα που ξέρουν πως ο ρόλος τους είναι ν' αναπτύξουν ποδοσφαιριστές. Προσφέροντάς τους χρόνο συμμετοχής και τη δυνατότητα να εξελιχθούν συν μια... πλατφόρμα από την οποία μπορούν πιο εύκολα να πάνε σε ακόμη καλύτερο πρωτάθλημα και μεγαλύτερα συμβόλαια, καταφέρνουν να τους πάρουν.
Πέραν των Κυπρίων, οι πρώτοι που ενδιαφέρθηκαν για το πώς μπορούν να εκμεταλλευτούν το ελληνικό ταλέντο ήταν οι Αυστριακοί και οι Βέλγοι. Ο Ταξιάρχης Φούντας και ο Χαράλαμπος Λυκογιάννης πήγαν στην αυστριακή Bundesliga, ενώ ο Σωκράτης Διούδης και ο Δημήτρης Κολοβός συμφώνησαν με τις ιστορικές Κλαμπ Μπριζ και Μαλίν. Στη συνέχεια τους ακολούθησαν κι άλλοι παίκτες είτε Κ-23, είτε μερικά χρόνια μεγαλύτεροι.
Σε γενικές γραμμές, αυτοί οι νέοι ποδοσφαιριστές έχουν αλλάξει και τη ματιά που έβλεπαν τους Ελληνες παίκτες στο εξωτερικό στις πρώτες δύο δεκαετίες του αιώνα μας: ως χαρακτήρες που δύσκολα προσαρμόζονται σε μια νέα κουλτούρα ή δεν έχουν φιλοδοξίες να πετύχουν. Τώρα, τους θεωρούν ακατέργαστα διαμάντια: παίκτες που έχουν αρκετά καλή βάση όσον αφορά στη φυσική κατάσταση και στην τεχνική, μα υστερούν σε τομείς όπως η τακτική. Λατρεύουν, όμως, την ανταγωνιστικότητά τους, τη διάθεση για σκληρή δουλειά και την όρεξη για μάθηση.
Σ' αυτό το πλαίσιο επωφελούνται και παίκτες που έφυγαν από τη χώρα μας σε πιο ώριμη ηλικία, αλλά κατάφεραν και εκείνοι να εξελιχθούν. Ο Γιώργος Γιακουμάκης είναι το πιο τρανό παράδειγμα και η ομάδα του η Φένλο αποφάσισε να ποντάρει και στον Χρήστο Δώνη ελπίζοντας σε παρόμοια αποτελέσματα όσον αφορά στην απόδοση. Οι Ολλανδοί είναι οι τελευταίοι που κοιτάζουν έντονα προς τη Super League. Αυτή την σεζόν πήραν τέσσερις παίκτες Κ-23 από την Ελλάδα – τον Λάζαρο Λάμπρου, τον Γιάννη-Φοίβο Μπότο, τον Γιάννη Ιατρούδη και τον Δημήτρη Εμμανουηλίδη.
Μια παράμετρος που εξηγεί γιατί συμβαίνει αυτό είναι πως και εκείνοι όπως οι Βέλγοι και οι Αυστριακοί επηρεάζονται παρά πολύ από την συμπεριφορά των κλαμπ με τους περισσότερους πόρους που έχουν διευρύνει την πηγή άντλησης ταλέντου. Οι Αυστριακοί και δη η Ζάλτσμπουργκ πουλάει σε όλη την Ευρώπη και «ανιχνεύει» σε όλο τον κόσμο, οι Βέλγοι δίνουν παίκτες σε Αγγλία, Γαλλία κυρίως και οι Ολλανδοί επίσης «εξάγουν» στα καλύτερα πρωταθλήματα. Ολες, όμως, χάνουν αρκετούς από τους καλύτερους μικρούς τους.
Για παράδειγμα, ο Αγιαξ, τώρα, δύσκολα θα μπορούσε να πάρει τον αντίστοιχο Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς από την Σουηδία ή τον αντίστοιχο Κρίστιαν Ερικσεν από τη Δανία. Μάλιστα, τους... έχασε και τους δύο. Ο Σουηδός Ντέγιαν Κουλουσέφσκι πήγε στην Αταλάντα και μετά στη Γιουβέντους, ενώ ο 20χρονος φορ Μίκελ Ντάμσγκααρντ με του... ξεπετάχτηκε στην χώρα του τον «άρπαξε» η Σαμπντόρια. Εξίσου επιθετική πολιτική έχουν και άλλες ομάδες όπως η Ντόρτμουντ, η Ιντερ, η Μίλαν, η Γιουβέντους, εσχάτως η Παρί Σεν Ζερμέν και η Μπάγερν Μονάχου, ενώ το Brexit ίσως επιβραδύνει κάπως τους αγγλικούς συλλόγους, αν και εκείνοι έχουν έτοιμο το plan b για να παρακάμψουν τους κανονισμούς και να συνεχίσουν να παίρνουν ελπιδοφόρους Κ-18.
Σταθερή αξία εδώ και χρόνια είναι η Ιταλία. Οι ομάδες διάφορων βαθμίδων του calcio αναζητούν στην Ελλάδα παίκτες που μπορούν να εξελιχθούν ώστε να τους πουλήσουν αργότερα ακολουθώντας το... παράδειγμα του Σωκράτη Παπασταθόπουλου που το 2008 πήγε από την ΑΕΚ στη Τζένοα για 3,8 εκατομμύρια ευρώ και έπειτα το 2010 από τη Τζένοα στη Μίλαν για 4,5. Oπως επίσης του Κώστα Μανωλά για τον οποίο η Ρόμα έδωσε 15 εκατομμύρια στον Ολυμπιακό το 2014 και πήρε 36 από τη Νάπολι το 2019 . Η Ιντερ πήρε δύο παίκτες αυτή την σεζόν, τον 16χρονο κίπερ Νίκο Μπότη και τον 18χρονο μπακ – χαφ Γιώργο Βαγιαννίδη. Στην Πάρμα συνεχίζει ο Βασίλης Ζαγαρίτης, ενώ η Μίλαν την τελευταία 5ετία έχει προσθέσει κι αυτή δύο Ελληνες μικρής ηλικίας – τον Μιχελή και τον Ψεύτη.