Η διαφαινόμενη πτώση της Γιουβέντους από τον θρόνο της πρωταθλήτριας στην ιταλική Serie A, η άνοδος της Ιντερ και της Μίλαν και η σταθερή βελτίωση της Αταλάντα σε συνδυασμό με το ότι παραμένουν αξιόλογες η Νάπολι, η Ρόμα και η Λάτσιο, βοήθησε το ιταλικό ποδόσφαιρο να κλείσει καλές συμφωνίες όσον αφορά στα οπτικοακουστικά δικαιώματά του παρά την κρίση λόγω της πανδημίας του κορονοϊού.
Παραχώρησε τα διεθνή δικαιώματα για την Ευρώπη, την Υποσαχάρια Αφρική, την Ασία, την Κεντρική και Νότια Αμερική, στην εταιρία Infront για 139 εκατομμύρια ευρώ για τα επόμενα τρία έτη, ενώ περιμένει άλλα δέκα με 15 από την πώληση των αγώνων του Κυπέλλου Ιταλίας και του Σούπερ Καπ για τις ίδιες περιοχές. Τα 139 εκατομμύρια προστίθενται στα 840 εκατομμύρια τον χρόνο που πήρε για την τριετία 2021-24 για την πώληση των δικαιωμάτων εντός Ιταλίας στην πλατφόρμα DAZN και στα 57 εκατομμύρια τον χρόνο για την συμφωνία με το CBS για τη μετάδοση των παιχνιδιών στις Η.Π.Α.
Απομένει να ολοκληρώσει δύο διαπραγματεύσεις: μια που αφορά τρία παιχνίδια και θα πάει σε δίκτυο που θα μεταδίδει τα ματς στην Ιταλία. Οι προτάσεις που είχε γι' αυτό το πακέτο ήταν 70 και 87,5 εκατομμύρια. Οι σύλλογοι τις απέρριψαν αναζητώντας κάτι παραπάνω. Η άλλη αφορά την πώληση των δικαιωμάτων στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Λόγω της συμφωνίας με την Σαουδική Αραβία για τη διεξαγωγή του τελικού του Σούπερ Καπ στην χώρα, το beIN Sports, συμφερόντων Κατάρ – πρόεδρός του είναι ο Νασέρ Αλ – Κελάιφι, που έχει το ίδιο πόστο στην Παρί Σεν Ζερμέν – δεν έλαβε μέρος στον διαγωνισμό. Για την 3ετία 2018-21 έδινε περισσότερα από 100 εκατομμύρια συνολικά. Τώρα, οι Ιταλοί ελπίζουν να κλείσουν με συμφωνία με κάποιο δίκτυο για 30 εκατομμύρια. Οπότε από τα διεθνή δικαιώματα θα πάρουν μίνιμουμ 236 εκατομμύρια, δηλαδή, 36% λιγότερα σε σύγκριση με τα 370 εκατομμύρια που πήραν για τον κύκλο 2018-21.
Εξαιτίας αυτού οι ομάδες θέλουν περίπου 100 εκατομμύρια ευρώ για το τελευταίο «ιταλικό» πακέτο. Να φτάσουν, δηλαδή, στα 940. Για τον τρέχοντα κύκλο τα εγχώρια δικαιώματα συνολικά τους απέφεραν 973 εκατομμύρια τον χρόνο. Ετσι, ουσιαστικά θα μείωναν και τον αντίκτυπο της πανδημίας.