Κοιτώντας τις πωλήσεις καινούριων αυτοκινήτων του Αυγούστου θα μπορούσε να φανταστεί ότι αυτό ήταν, η άνοδος που παρατηρήθηκε τους προηγούμενους μήνες έφτασε στο τέλος και η αγορά δεν έχει άλλες δυνατότητες. Η αλήθεια όμως είναι άλλη: οι καταναλωτές θέλουν να αγοράσουν, αλλά οι αντιπροσωπείες δεν έχουν αυτοκίνητα να παραδώσουν.
Η αλήθεια είναι ότι ελλείψεις ετοιμοπαράδοτων αυτοκινήτων πάντα υπήρχαν. Όμως αυτό ήταν ένα φαινόμενο περιστασιακό που είχε να κάνει με την εποχή, τη συγκεκριμένη εταιρία και το συγκεκριμένο μοντέλο. Ενώ αυτό που ζούμε τώρα στη χώρα μας δεν έχει προηγούμενο, καθώς έχουμε να κάνουμε με συνολικό πρόβλημα διαθεσιμότητας, που αντιμετωπίζουν όλες οι μάρκες – και δεν αφορά μόνο τη χώρα μας, αλλά ολόκληρη την Ευρώπη και όχι μόνον. Είναι ένα φαινόμενο παγκόσμιο που έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στο σύνολο της αυτοκινητοβιομηχανίας και οφείλεται στην έλλειψη ημιαγωγών – κοινώς chips ή «τσιπάκια».
Και θα λέγαμε ότι είναι αστείο, αν δεν ήταν τραγικό από οικονομική άποψη, να φρενάρει η παραγωγή τεραστίων εργοστασίων από τα οποία βγαίνουν προϊόντα αξίας δεκάδων χιλιάδων ευρώ το καθένα λόγω της έλλειψης αυτών των μικροσκοπικών εξαρτημάτων, το κόστος των οποίων είναι συνήθως κάποια λεπτά του ευρώ. Όπως είχαμε γράψει και παλιότερα, το αυτοκίνητο είναι σήμερα βαθιά εξαρτώμενο από την μικροηλεκτρονική καθώς το 40% του κόστους του αφορά τα ηλεκτρονικά του μέρη. Ενώ ένα πλήθος συστημάτων, ξεκινώντας από τον αυτόματο κλιματισμό και φτάνοντας μέχρι τα προηγμένα συστήματα υποβοήθησης του οδηγού εξαρτώνται από διαφόρων τύπων chips για να λειτουργήσουν.
Κάπως έτσι φτάσαμε στο φαινόμενο να πηγαίνει ο Έλληνας καταναλωτής στην έκθεση μιας αντιπροσωπείας έχοντας τη δυνατότητα και τη διάθεση να αγοράσει καινούριο αυτοκίνητο και να του ανακοινώνουν ότι θα πρέπει να περιμένει, στην καλύτερη περίπτωση, δυο μήνες. Η μικρή υποχώρηση, λοιπόν, στις πωλήσεις του Αυγούστου σε σχέση με πέρυσι (6.200 έναντι 6.853 ταξινομήσεων) είναι πλασματική, καθώς παραγγελίες λαμβάνονται ουκ ολίγες. Υπό άλλες, φυσιολογικές συνθήκες παραγωγής είναι βέβαιο ότι θα είχαμε άνοδο και τον Αύγουστο, όπως είχαμε άνοδο όλους σχεδόν τους υπόλοιπους μήνες (τον Απρίλιο η αύξηση αυτή είχε φτάσει το 319%!)σε σχέση με την πρώτη χρονιά της πανδημίας.
Άλλωστε, το γεγονός ότι στο σύνολο πωλήσεων από την αρχή της χρονιάς μέχρι σήμερα παρατηρείται αύξηση κατά 42,0%, με 75.148 «κομμάτια» φέτος έναντι 52.939 πέρυσι δείχνει τη δυναμικότητα της ανάκαμψης με κύκλους της αγοράς να εκτιμούν ότι οι πωλήσεις θα μπορούσαν άνετα να ξεπεράσουν τις περίπου 114.000 του 2019, με μια σχετική εξομάλυνση της παραγωγής. Αυτή τη στιγμή πάντως, στο σύνολο του οκταμήνου είμαστε πίσω κατά 13,5% σε σχέση με τις 86.873 πωλήσεις του 2019, που ήταν και η καλύτερη χρονιά για την αγορά αυτοκινήτου από το 2010 και μετά.
Αξίζει πάντως να σημειώσουμε ότι η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική στο χώρο των φορτηγών, ελαφρών και βαρέων, όπου είχαμε 7.431 ταξινομήσεις στο οκτάμηνο έναντι 4.760 πέρυσι, κάτι που αντιστοιχεί σε αύξηση κατά 56,1%. Οι φετινές μάλιστα πωλήσεις ήταν κατά 28,6% περισσότερες και από αυτές του 2019 (5.777 οχήματα). Αύξηση κατά 38,8% είχαμε επίσης και στις πωλήσεις λεωφορείων με 279 ταξινομήσεις ένα 201 το 2020. Αυτές οι αυξήσεις είναι σαφές ότι έχουν να κάνουν με τη φετινή ανάκαμψη του τουρισμού, αλλά και με τη ζήτηση για ελαφρά επαγγελματικά οχήματα που προέκυψε από την ενίσχυση του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Τι σημαίνουν τώρα όλα αυτά για τον υποψήφιο αγοραστή; Δυστυχώς η αναμονή, μετά την παραγγελία, είναι μονόδρομος. Με τη γενικότερη τάση που υπάρχει μάλιστα στην παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία για αύξηση των τιμών των οχημάτων, θα λέγαμε ότι δεν πρέπει κανείς να αναβάλει την αγορά ενός νέου αυτοκινήτου, εφόσον φυσικά το έχει ανάγκη, γιατί δεν μπορεί να είναι βέβαιος για το αν θα υπάρξουν άλλες ανατιμήσεις – ούτε και για το πότε αυτές θα προκύψουν.