Το ροχαλητό δεν είναι πρόβλημα μόνο για τη ζωή ενός ζευγαριού. Η ύπαρξή του είναι ένα σύμπτωμα που μπορεί να παραπέμπει σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις μεταξύ των οποίων και η άπνοια του ύπνου που ενοχοποιείται για πολλά σοβαρά. Το πρόσφατο συνέδριο της Πανελλήνιας Εταιρίας ΩΡΛ Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου ήταν μια καλή αφορμή για να θυμηθούμε μερικούς βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν την οδική ασφάλεια.Το ροχαλητό δεν είναι πρόβλημα μόνο για τη ζωή ενός ζευγαριού. Η ύπαρξή του είναι ένα σύμπτωμα που μπορεί να παραπέμπει σε διάφορες παθολογικές καταστάσεις μεταξύ των οποίων και η άπνοια του ύπνου που ενοχοποιείται για πολλά σοβαρά. Το πρόσφατο συνέδριο της Πανελλήνιας Εταιρίας ΩΡΛ Χειρουργικής Κεφαλής και Τραχήλου ήταν μια καλή αφορμή για να θυμηθούμε μερικούς βασικούς παράγοντες που επηρεάζουν την οδική ασφάλεια.
Τα προβλήματα που αφορούν την ακοή είναι από τα πρώτα πράγματα που περιμένει να ακούσει κανείς σε ένα συνέδριο που έχει οργανώσει μία επιστημονική οργάνωση ωτορινολαρυγγολόγων (ΩΡΛ), όπως αυτό που διοργανώθηκε πρόσφατα στο Μέγαρο Μουσικής (22ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ωτορινολαρυγγολογίας, της Πανελλήνιας Εταιρείας Ωτορινολαρυγγολογίας, Χειρουργικής κεφαλής & Τραχήλου). Όμως δεν είναι πάντοτε εύκολο να συνδέσει κανείς αυτά τα προβλήματα με κάποιες πλευρές της καθημερινότητάς μας, όπως είναι οι μετακινήσεις μας με αυτοκίνητο – και συγκεκριμένα η ασφάλεια των μετακινήσεων με τροχοφόρα οχήματα.
«Σημαντικός παράγοντας της οδικής ασφάλειας είναι η ακοή. Δεν μπορούμε να οδηγούμε με ασφάλεια όταν δεν ακούμε καλά - και καλό θα είναι όλοι να ελέγχουμε την ακοή μας, ιδιαίτερα οι ηλικιωμένοι. Υπάρχει μάλιστα νόμος που μετά τα 80 για να ανανεωθεί ένα δίπλωμα θα πρέπει να υπάρχουν κάποιες συγκεκριμένες προϋποθέσεις στο ακοόγραμμα. Και παρόλο που μπορούμε να πετύχουμε και άτομα που έχουνε φυσιολογική ακοή σε αυτή την ηλικία, αυτοί είναι η εξαίρεση. Ο κανόνας είναι ότι οι περισσότεροι ηλικιωμένοι δεν ακούνε καλά» μας είπε η Χειρούργος-Ωτορινολαρυγγολόγος Θεανώ Κουτσιμανή και συνεχίζει λέγοντας ότι «Πάντοτε πρέπει να ελέγχουμε την ακοή μας. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι εφόσον δεν ακούμε τόσο καλά να μην αρνηθούμε να βάλουμε ακουστικό και να οδηγούμε με το ακουστικό για να μπορέσουμε να ακούσουμε το ασθενοφόρο, την κόρνα ενός άλλου οχήματος κλπ. και να μπορέσουμε να αντιδράσουμε σωστά»
Σε αυτό το σημείο τίθεται το ερώτημα πώς μπορεί κανείς να καταλάβει ότι έχει έρθει καιρός να κάνει έναν ενδελεχή έλεγχο της ακοής του, ενδεχομένως και σε μικρότερη ηλικία; «Θα πρέπει κάποιος να ασχοληθεί με αυτό όταν δεν ακούει καλά στο θόρυβο, δηλαδή όταν σε ένα κοινωνικό περιβάλλον, όταν πχ. πάει να πιει καφέ και υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι τριγύρω οι οποίοι μιλάνε, δεν μπορεί να συνεννοηθεί καλά με τους συνομιλητές του.»
Ένα ακουστικό είναι αλήθεια ότι δεν είναι το πιο φθηνό «αξεσουάρ» που μπορεί κανείς να βρει, είναι δε ενδεικτικό ότι το κόστος που δικαιολογούν τα ασφαλιστικά ταμεία είναι της τάξης των 450 ευρώ ανά ακουστικό. Ωστόσο, το όφελος που προκύπτει από την αποφυγή έστω και ενός ατυχήματος που θα μπορούσε να προκληθεί από λάθος ή μη έγκαιρη αντίδραση του οδηγού λόγω προβλημάτων ακοής είναι σαφώς μεγαλύτερο.
Το ροχαλητό τώρα είναι ένας αρκετά ύπουλος εχθρός όχι μόνο για τη… συζυγική ειρήνη, όπως ήδη είπαμε, αλλά γενικότερα για την υγεία. Το πόσο σοβαρό είναι, καθώς και το πόσο σοβαρό είναι αυτό που κρύβει, απαιτεί διερεύνηση – είναι δε βέβαιο ότι πρόκειται για σύμπτωμα που δεν πρέπει να αγνοήσουμε, αλλά να διερευνήσουμε.
«Αν κάποιος ροχαλίζει θα πρέπει να επισκεφτεί τον ΩΡΛ γιατρό ο οποίος θα αξιολογήσει το ροχαλητό του και θα δει εάν αυτό είναι κάποιο σύμπτωμα μεγάλης βαρύτητας, αν πρόκειται δηλαδή για βαρύ ροχαλητό ή κάτι άλλο», μας είπε ο ιατρός ΩΡΛ Γιώργος Ποταμίτης, Δ/ντης τμήματος Ρογχοπαθειών-Απνοιών ομίλου Affidea. «Ο ΩΡΛ είναι αυτός που θα το αξιολογήσει απ’ όλες τις πλευρές ώστε αυτό να αντιμετωπιστεί έγκαιρα, ιδανικά πριν προλάβει να μετεξελιχθεί το βαρύ ροχαλητό ή σε υπνική άπνοια, η οποία είναι μία σοβαρή πάθηση η οποία αντιμετωπίζεται δύσκολα, ενώ η θεραπεία που προτείνεται πολλές φορές δεν είναι εύκολα ανεκτή από τον ασθενή. Έχει σημασία λοιπόν να δράσει κανείς προληπτικά και να αξιολογήσει κάθε ροχαλητό – που σημειώστε ότι μπορεί να αφορά ακόμα και το 50% το πληθυσμού!»
Θα πρέπει λοιπόν, σύμφωνα με τον κ. Ποταμίτη «Να δούμε αν το ροχαλητό που έχει κάποιος είναι αντιμετωπίσιμο, ενώ αν δεν είναι αντιμετωπίσιμο μόνο με συντηρητικά μέτρα να δούμε αν χρειάζεται θεραπευτική αγωγή, εάν χρειάζονται τεχνικά μέσα, εάν χρειάζεται κάποιες άλλες επεμβάσεις και έγκαιρα να εξισορροπήσει ο έχων το ροχαλητό την αναπνοή του κατά τη διάρκεια του ύπνου στα φυσιολογικά επίπεδα. Ένα ποσοστό από τους ανθρώπους που ροχαλίζουν, 20%, έχει άπνοια που μπορεί να είναι ήπια - μικρού βαθμού, μεσαίου βαθμού ή μεγάλου βαθμού.
Εννοείται ότι αλλιώς αντιμετωπίζουμε την άπνοια μικρού, αλλιώς τη μεσαίου και αλλιώς τη μεγάλου βαθμού - και την αντιμετωπίζουμε διαφορετικά αν ο ασθενής είναι παιδί, αν είναι ενήλικας ή άνθρωπος τρίτης ηλικίας. Σημειώστε ότι η τρίτη ηλικία - οι υπερήλικες πιθανότατα λόγω της άπνοιας να έχουν και άλλα συνοδά προβλήματα, δηλαδή να έχουν καρδιαγγειακές ανωμαλίες, αρρυθμίες να κάνουν κολπική μαρμαρυγή ή να τους ανεβαίνει το ουρικό οξύ, αλλά και να έχουν επιπτώσεις λόγω του διακοπτόμενου ύπνου στην καθημερινότητά τους να έχουν κούραση & νύστα την ημέρα, μειωμένη αντίληψη των ερεθισμάτων. Και αυτά τα ζητήματα πρέπει να τα προλαβαίνουμε όσο γίνεται πιο έγκαιρα. Αν όμως δεν τα προλάβουμε και τα βρούμε κατά την εκδήλωση τους, θα πρέπει να βρούμε άμεσα τις αντίστοιχες θεραπευτικές αντιμετωπίσεις.»
Θυμίζουμε στο σημείο αυτό ότι η υπνηλία ανεξαρτήτως αιτιολογίας, αποτελεί κύριο παράγοντα κινδύνου για πρόκληση τροχαίου ατυχήματος, καθώς προκαλεί όχι μόνο μείωση της προσοχής, αλλά και αύξηση του χρόνου αντίδρασης. Το συχνότερο δε αίτιο υπνηλίας είναι ο κακός ύπνος. Πολύωρες και κουραστικές καθημερινές δραστηριότητες, διαταραχές κιρκαδικού ρυθμού (αλλαγές του ωραρίου ύπνου) καθώς και αναπνευστικές διαταραχές κατά τον ύπνο, είναι βασικοί λόγοι που προκαλούν υπνηλία. Για αυτόν τον λόγο είναι σημαντικό να αντιμετωπίζεται αποτελεσματικά το φαινόμενο της υπνικής άπνοιας. Όπως δε τόνισε ο κ. Ποταμίτης:
«Το σύνδρομο υπνικής άπνοιας είναι πολύ συχνό στον γενικό πληθυσμό. Υπολογίζεται ότι πάσχουν από το σύνδρομο όχι μόνο οι άνδρες, σε ποσοστό 4% -6%, αλλά και οι γυναίκες σε ποσοστό της τάξης του 2%. Ενώ έρευνες που έγιναν τα τελευταία 30 χρόνια για τη σχέση του συνδρόμου και των τροχαίων ατυχημάτων έδειξαν ότι τα τροχαία ατυχήματα λόγω ημερήσιας υπνηλίας αποτελούν το 25% των θανατηφόρων τροχαίων ατυχημάτων (16% του συνόλου των τροχαίων).»