Για την επενδυτική κοινότητα, η έρευνα της Extel αποτελεί διεθνώς αναγνωρισμένο σημείο αναφοράς, καθώς χιλιάδες στελέχη από όλο τον κόσμο αξιολογούν τις επιδόσεις εταιρειών κάθε κλάδου ανά γεωγραφική περιοχή και ψηφίζουν εκείνες που ξεχώρισαν την περασμένη χρονιά.
Συνεπώς, το γεγονός ότι η Alpha Bank και προσωπικά ο CEO του Ομίλου, Βασίλης Ψάλτης και ο Deputy CEO, Λάζαρος Παπαγαρυφάλλου αναδείχθηκαν στην κορυφή του χρηματοοικονομικού κλάδου της Emerging EMEA στη φετινή έρευνα -καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση σε 6 από τις 7 κατηγορίες - αποτελεί ισχυρή επιβράβευση και ψήφο εμπιστοσύνης στη στρατηγική της τράπεζας και ιδίως στη δυναμική που δημιουργεί η συμφωνία της με την UniCredit, έναν από τους μεγαλύτερους ευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους.
Πέρα από το κομβικό αυτό deal, που φέρνει εμμέσως πλην σαφώς την τράπεζα στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων (βλ. Commerzbank), η Alpha Bank έχει επιτύχει εντυπωσιακό rebound, βελτιώνοντας σημαντικά τα θεμελιώδη μεγέθη της, όπως πιστοποίησαν οι αναβαθμίσεις από Moody’s, Fitch και S&P και αποτυπώθηκε με τον πλέον εμφατικό τρόπο στην πρόσφατη έκδοση ομολόγου ΑΤ1 όπου καταρρίφθηκαν αρκετά ρεκόρ. Μένει, λοιπόν, οι επενδυτές να πατήσουν το «Buy» για τη μετοχή, που στο 0,52 P/B αποτελεί κυριολεκτικά ευκαιρία.
Αν και η FED μείωσε τα επιτόκια όπως ήθελαν οι αγορές, η μόνη που δεν… συγκινήθηκε ήταν η δική μας. Με δυσκολία κρατούσε το θετικό πρόσημο χθες, όταν για παράδειγμα ο DAX στη Γερμανία ξεπερνούσε τις 19.000 μονάδες και κατέγραφε νέο ιστορικό υψηλό, αλλά εμείς είχαμε και πάλι δυσκολία. Πάλι καλά που βγήκαν αγορές την τελευταία ώρα και δεν κλείσαμε με απώλειες. Σήμερα, τα γεγονότα που θα μας επηρεάσουν είναι η τριπλή λήξη στα παράγωγα και το rebalancing του FTSE Russell.
Κάποιοι πιστεύουν πως θα απελευθερωθούν δυνάμεις από το κλείσιμο των παραγώγων, ενώ σίγουρα οι συναλλαγές θα βελτιωθούν λόγω FTSE Russell. Οι αλλαγές που θα λάβουν χώρα λόγω του rebalancing και θα ισχύσουν από το κλείσιμο της σημερινής συνεδρίασης είναι η είσοδος της Cenergy στον Large Cap και η αντίστοιχη έξοδος της Viohalco, ενώ η Intralot εισέρχεται στον Mid Cap.
Η Εθνική Τράπεζα διαπραγματεύεται το τελευταίο διάστημα πέριξ των 7,30 ευρώ και αρκετά χαμηλότερα από το υψηλό που είχε γράψει στα 8,65 ευρώ στις 17 Μαΐου. Η διόρθωση είναι σημαντική και αναλυτές θεωρούν πως αποτελεί καλό σημείο εισόδου αφού η δίκαιη τιμή είναι σε υψηλότερα επίπεδα, βάσει των τελευταίων εκθέσεων που έχουν δημοσιεύσει. Ένας από τους λόγους που παραμένει σε αυτήν την τιμή συσσωρεύοντας είναι και η επικείμενη διάθεση των μετοχών από το ΤΧΣ.
Είναι ακόμα νωρίς να γίνει εκτίμηση για την τιμή λένε στελέχη της αγοράς, αλλά κάποια σενάρια για μεγάλο discount, μάλλον είναι όνειρα θερινής νυχτός και δεν πρόκειται να τα δούμε. Ιδανικό σενάριο για κάποιους επίδοξους αγοραστές είναι μία τιμή πέριξ των 7 ευρώ, αλλά θα εξαρτηθεί από τις συνθήκες που θα επικρατούν εκείνη την περίοδο στην αγορά. Εκ των πιο απαισιόδοξων οίκων η Bank of America που έδωσε πρόσφατα τιμή στόχο στα 8,06 ευρώ, αλλά μάλλον δεν θα πάνε ούτε αυτή τη φορά οι προβλέψεις της καλά, όπως δεν πήγαν και οι προηγούμενες. Η Goldman Sachs έχει δώσει τιμή στόχο τα 11 ευρώ, ενώ η Morgan Stanley έχει δώσει τα 10,43 ευρώ.
Με το κλίμα στην αγορά να μην είναι εξαιρετικό και το ελληνικό χρηματιστήριο να μην μπορεί να ακολουθήσει τις ξένες αγορές, η μετοχή του ΟΤΕ φαίνεται πως ξεχωρίζει λόγω της αρκετά ώριμης συμπεριφοράς της. Είναι από τις λίγες μετοχές που έγραψαν νέο υψηλό το τελευταίο διάστημα. Η συγκεκριμένη το έγραψε χθες και είναι υψηλό 18 μηνών. Οι αγοραστές χθες έδειξαν δύναμη και κάποιες πληροφορίες από χρηματιστηριακά γραφεία αποδίδουν τις τοποθετήσεις σε εισροές που αναμένονται στη μετοχή λόγω του rebalancing.
Η μετοχή έχει αλλάξει συμπεριφορά μετά και την αλλαγή της διοίκησης, η στήλη το έχει επισημάνει αρκετές φορές, αλλά και πάλι υστερεί σημαντικά έναντι της πραγματικής αξίας που έχει ο Οργανισμός. Διαγραμματικά, βρίσκεται λίγο πάνω από τα επίπεδα που είχε πριν ξεσπάσει η πανδημία, η οποία επηρέασε και τη συγκεκριμένη. Από τότε όμως και μέχρι σήμερα και ο τουρισμός έχει επανέλθει και καταγράφει νέα ρεκόρ και σημαντικές επενδύσεις έχει υλοποιήσει, διατηρώντας παράλληλα χαμηλή μόχλευση στον ισολογισμό. Η αγορά περιμένει την ολοκλήρωση της αποεπένδυσης στη Ρουμανία, η οποία θα μπορούσε να μεταφραστεί και σε ένα έξτρα μέρισμα.
Μια λύση στο πρόβλημα της αύξησης των τιμών των ενοικίων θα μπορούσαν να αποτελέσουν τα 10.000 ακίνητα που βρίσκονται σε τραπεζικά χαρτοφυλάκια, μέσω πλειστηριασμών. Με μια εκτιμώμενη συνολική αξία της τάξεως των 7 δισ. ευρώ, τα ακίνητα αυτά θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ένα ρυθμιστικό ρόλο στην αγορά, στην περίπτωση που διατεθούν προς πώληση.
Η μεγάλη προσφορά θα είχε ως συνέπεια μια πτωτική τάση στις τιμές των ακινήτων και συνεπακόλουθα και στα ενοίκια.
Το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες και οι servicers είναι ότι δεν μπορούν να διαθέσουν τα σπίτια αυτά προς πώληση καθώς τα περισσότερα από αυτά απαιτούν τακτοποίηση, κάτι που καθυστερεί σημαντικά την προσφορά τους. Συνεπώς, όλα αυτά τα σπίτια δεν μπορούν να διατεθούν μαζικά στην αγορά προκειμένου να ασκήσουν πίεση στις τιμές.
Από την άλλη πλευρά το πρόγραμμα «Σπίτι μου 2» το οποίο εκτιμάται ότι θα βοηθήσει σημαντικά στην πιστωτική επέκταση των στεγαστικών δανείων των τραπεζών δεν φαίνεται να προχωρεί όπως αναμένεται καθώς η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια δεν είναι η αναμενόμενη. Επίσης, από τη στιγμή που θα δημιουργήσει νέα ζήτηση για ακίνητα δεν αναμένεται σημαντική μεταβολή στις τιμές.
Σε 80 εκατ. ευρώ ανέρχεται ο προϋπολογισμός του έργου «Ενίσχυση της συνδεσιμότητας υπερ-υψηλών ταχυτήτων μέσω προγράμματος επιδότησης “Gigabit” (”Gigabit Voucher Scheme”)», το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το πρόγραμμα αφορά στην επιχορήγηση voucher σε φυσικά πρόσωπα και μικρομεσαίες επιχειρήσεις για την απόκτηση ευρυζωνικής σύνδεσης υπερυψηλής ταχύτητας.
Ωφελούμενοι του Προγράμματος είναι όλοι οι πολίτες (φυσικά πρόσωπα) και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (περιλαμβανομένων και των επιτηδευματιών) που δεν διαθέτουν ήδη ευρυζωνική σύνδεση με ταχύτητα download μεγαλύτερη των 100 Mbps και διαμένουν ή έχουν την έδρα/υποκατάστημά τους αντίστοιχα σε κτίρια που βρίσκονται στις Περιοχές Παρέμβασης.
Η συνολική οικονομική αξία του Voucher ορίστηκε στο ποσό των 200 ευρώ ανά ωφελούμενο νοικοκυριό ή μικρο-μεσαία επιχείρηση και μπορεί να διατεθεί με οποιονδήποτε τρόπο εντός της περιόδου της σύμβασης παροχής υπηρεσιών.
Με βάση την απόφαση, οι πάροχοι είναι υποχρεωμένοι να εφαρμόσουν την έκπτωση η οποία θα κυμαίνεται από 5 έως 8 ευρώ το μήνα αποκλειστικά σε υφιστάμενα εμπορικά προγράμματα, που έχουν λάβει ήδη την έγκριση της αρμόδιας ελεγκτικής αρχής και διατίθενται στους καταναλωτές.
Στόχος της επιδότησης μέσω voucher είναι να αυξηθεί η ζήτηση για τέτοιου είδους ταχύτητες, η οποία είναι σήμερα χαμηλή και οδηγεί τη διείσδυση των εν λόγω συνδέσεων μόλις στο 10%, παρότι η γεωγραφική τους κάλυψη φτάνει στο 40%. Η χαμηλή ζήτηση είναι αποτέλεσμα και των υψηλών τιμών των συνδέσεων αυτού του τύπου. Σε αυτό το πλαίσιο αναμένεται να λειτουργήσει ενισχυτικά και η κατάργηση του τέλους 5% στις ευρυζωνικές συνδέσεις των 100 Mbps και άνω.
H JPMorgan, η μόνη από τις μεγάλες επενδυτικές τράπεζες της Wall Street που προέβλεψε σωστά την κίνηση της Fed την Τετάρτη να μειώσει τα επιτόκια κατά μισή ποσοστιαία μονάδα, εκτιμά ότι άλλη μια μεγάλη μείωση από την αμερικανική κεντρική τράπεζα θα εξαρτηθεί από την εικόνα της αγοράς εργασίας, από το αν τα νέα στοιχεία δείξουν περαιτέρω αδυναμία. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της επενδυτικής τράπεζας για την οικονομία των ΗΠΑ, Michael Feroli, επιμένει στην πρόβλεψή του για άλλη μια μείωση 50 μονάδων βάσης τον Νοέμβριο.
Όμως, αυτό θα εξαρτηθεί από τα μακροοικονομικά δεδομένα από την αγορά εργασίας μέχρι τότε. Από τις 2 Αυγούστου ο Feroli είχε προβλέψει την κίνηση της Fed την Τετάρτη και επέμενε παρά τις αναθεωρήσεις άλλων οικονομολόγων. «Αναμένουμε ταχύτερο ρυθμό ομαλοποίησης απ' ό,τι ο μέσος όρος» ανέφερε σε έκθεση της τράπεζας μετά την ανακοίνωση της απόφασης. Η Citigroup εγκατέλειψε την αρχική της πρόβλεψη για μείωση 50 μονάδων βάσης και την αναθεώρησε σε 25 μονάδες βάσης πριν από την απόφαση.
Στην Goldman Sachs οι οικονομολόγοι βλέπουν τώρα ένα πιο παρατεταμένο σερί μειώσεων 25 μονάδων βάσης από τον Νοέμβριο μέχρι τον Ιούνιο του 2025. Η απόφαση της Fed να ξεκινήσει τον κύκλο νομισματικής χαλάρωσης με μείωση 50 μονάδων βάσης, μεγαλύτερη απ' ότι προέβλεπαν οι αναλυτές κατά μέσο όρο, αποτυπώνει την προσπάθεια της να διασφαλίσει την απαλή προσγείωση της οικονομίας. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Fed Jerome Powell, «δεν νομίζουμε ότι έχουμε μείνει πίσω από την καμπύλη αποδόσεων. Πρέπει να δείτε την πρώτη κίνηση ως σημάδι της δέσμευσης μας να μην μείνουμε πίσω».
Το επιχειρηματικό ενδιαφέρον για τον κόσμο των σπορ συνεχίζει να αυξάνεται ανά τον κόσμο. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα μας ήρθε προχθές Τετάρτη από τον Καναδά, καθώς η Rogers Communications (RCI-B TORONTO), συμφώνησε να αγοράσει από την BCE Inc (BCE TORONTO) το 37,50% της εταιρείας Maple Leafs Sports and Entertainment Ltd (η Rogers κατέχει ήδη 37,50%). Οι δύο επιχειρήσεις είναι από τις σημαντικότερες στον Καναδά στον χώρο των τηλεπικοινωνιών και των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Η Maple Leafs Sports and Entertainment (MLSE) είναι ιδιοκτήτρια δύο πολύ γνωστών επαγγελματικών ομάδων του Τορόντο: της ομάδας χόκεϊ επί πάγου Toronto Maple Leafs και της ομάδας μπάσκετ Toronto Raptors. Οι Maple Leafs αγωνίζονται στο πρωτάθλημα χόκεϊ NHL και οι Raptors στο ΝΒΑ του μπάσκετ.
Εκτός από τις δύο μεγάλες ομάδες, η εταιρεία είναι ιδιοκτήτρια αρκετών ομάδων που παίζουν σε πιο μικρά πρωταθλήματα και του κλειστού γηπέδου Scotiabank Arena, χωρητικότητας περίπου 20.000 θέσεων, το οποίο – εκτός από τους αγώνες των Maple Leafs και των Raptors – φιλοξενεί πλήθος καλλιτεχνικών εκδηλώσεων καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου. Η Rogers θα πληρώσει στην BCE 4,7 δισεκατομμύρια δολάρια Καναδά, δηλαδή περίπου 3,5 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, αποτιμώντας το σύνολο της εταιρείας στα 12,53 δισεκατομμύρια δολάρια Καναδά ή 9,3 δις δολάρια ΗΠΑ.
Όπως διαβάσαμε στον διεθνή Τύπο, η συναλλαγή θα ολοκληρωθεί στα μέσα του 2025 και αποτελεί το τέλος μίας ιδιότυπης συνεργασίας μεταξύ δύο μεγάλων εταιρειών που ανταγωνίζονται σκληρά η μία την άλλη στον χώρο των ασύρματων τηλεπικοινωνιών, των ευρυζωνικών συνδέσεων internet και των δικτύων μετάδοσης αθλητικών γεγονότων.
Η συνεργασία τους ξεκίνησε το 2011, όταν από κοινού αγόρασαν το 75% της MLSE πληρώνοντας 1,32 δισεκατομμύρια δολάρια και συνεχίζεται μέχρι τώρα με τις δύο να μοιράζονται στην μέση τα τηλεοπτικά δικαιώματα των δύο ομάδων μέσα στον Καναδά. Με μερικές απλές μαθηματικές πράξεις βλέπουμε πως το κέρδος που αποκομίζει η BCE είναι πολύ μεγάλο.
Θα εισπράξει 4,7 δισ. δολάρια Καναδά έχοντας πληρώσει 660 εκατομμύρια και θα έχει το δικαίωμα «πρώτης άρνησης» για το 50% των τηλεοπτικών δικαιωμάτων για την επόμενη εικοσαετία. Όπως αντιλαμβανόμαστε από τα δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου, η BCE αποφάσισε να πουλήσει το μερίδιό της γιατί έπρεπε να μειώσει τον δανεισμό της, καθώς βρίσκεται στο στόχαστρο των διεθνών οίκων αξιολόγησης. Αυτό εξηγεί μάλλον και την θετική αντίδραση της μετοχής της που ανέβηκε μέχρι και κατά 4,6% αμέσως μετά τις επίσημες ανακοινώσεις.
Από την άλλη μεριά, η μετοχή της Rogers έπεσε κατά περίπου 2,5% καθώς οι επενδυτές ανησυχούν για την αύξηση του δανεισμού που θα προκαλέσει η εξαγορά. Η Rogers που είναι ιδιοκτήτρια και των Toronto Blue Jays, της επαγγελματικής ομάδας μπέιζμπολ του Τορόντο που αγωνίζεται στο πρωτάθλημα MLB, προσπάθησε να καθησυχάσει τους επενδυτές λέγοντας πως ένα μέρος της εξαγοράς θα χρηματοδοτηθεί από άλλους επενδυτές. Το τι θα γίνει με αυτό θα φανεί στο μέλλον. Αυτό που κρατάμε από την είδηση είναι το πόσο μεγάλη αξία έχουν αποκτήσει οι επαγγελματικές αθλητικές ομάδες και τα τηλεοπτικά τους δικαιώματα τα τελευταία χρόνια.
Σε αυτό εστίασε και το Barron’s, το οποίο επισήμανε πως μία αντίστοιχη περίπτωση με την MLSE, η Madison Square Garden Sports (MSGS NYSE) έχει χρηματιστηριακή αξία μόνο 5 δισ. δολάρια ΗΠΑ ενώ είναι ιδιοκτήτρια δύο μεγάλων επαγγελματικών ομάδων, των New York Knicks του πρωταθλήματος μπάσκετ του NBA και των New York Rangers του πρωταθλήματος NHL του χόκεϊ επί πάγου. Η εταιρεία φαίνεται πολύ φθηνή αλλά – όπως επισήμανε το αμερικανικό περιοδικό – δεν αποκλείεται να παραμείνει για καιρό φθηνή αν οι βασικοί της μέτοχοι, δηλαδή η οικογένεια Dolan δεν αποφασίσουν να δώσουν στην αγορά ένα «μήνυμα» πως ενδιαφέρονται να αναδείξουν την αξία της.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.