«Ναι, ήταν πολύ έντονα τα φυσικά φαινόμενα, αλλά…». «Ναι, έπεσε τετραπλάσιος όγκος νερού απ’ όσο είχε πέσει στον Ιανό, όμως…». «Ναι, τώρα που δίνεται η μάχη δεν έχει θέση η πολιτική κριτική και αντιπαράθεση, πλην…». Α ρε αυτά τα άτιμα τα «αλλά», τα «όμως», τα «πλην» και όλα τα συνώνυμα. Πόσο όμορφα και εύκολα κολλάνε πίσω από μια πρόταση που ξεκινά διακονώντας -δήθεν- τη λογική και τη μετριοπάθεια, για να καταλήξουν σ’ ένα φαρμακερό τοξικό φινάλε άλλων εποχών.
Οι χθεσινές δηλώσεις όλων ανεξαιρέτως των αντιπολιτευομένων καθώς και όλων σχεδόν των σχολιαστών, ήταν γεμάτες από τέτοια «όμως», «αλλά», «πλην». Για μερικούς απ’ αυτούς, Συριζαίους κυρίως το επάγγελμα αλλά και συχνά Πασόκους, θα μπορούσαμε να το πούμε κι αλλιώς. «Θέλει η π… να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει.» Αυτή δε η κρυφή χαρά τους, υπηρετήθηκε άψογα μ’ εκείνα τα «αλλά» και τα «όμως», που αποτελούσαν τη μόνιμη κατάληξη κάθε πρότασης που άρχιζαν α διατυπώνουν.
Δεν θα μπορούσαν να ξεκινούν την κουβέντα τους με κριτική και υψωμένο δάκτυλο, καθότι μπροστά στις οθόνες τους έτρεχαν ποτάμια λασπόνερων που είχαν τη μανία του Νιαγάρα και το πλάτος του Αμαζόνιου, μέσα σε σοκάκια ελληνικών χωριών. Τι να έλεγαν; Σιγά το νεράκι; Αδύνατο, η τηλεοπτική εικόνα ήταν καταλυτική για την καταστρεπτική δύναμη του φυσικού φαινομένου. Άρχιζαν λοιπόν υποχρεωτικά μ’ ένα «ναι, δεν λέω, είναι πολύ το νερό…», για να στερέψουν στην συνέχεια αυτόματα τα αποθέματα λογικής και ευαισθησίας. Και η μανία τους ξεσπούσε μ’ ένα «αλλά…».
Το οποίο «αλλά» τα ‘παιρνε σβάρνα όλα. Την Πολιτική Προστασία, τους πυροσβέστες, τους μετεωρολόγους, τους υπουργούς, τους πρωθυπουργούς, τους δημάρχους, τους περιφερειάρχες, τους εκπροσώπους, τους αρχηγούς του στρατεύματος, τους αστυνομικούς. Άπαντες ανίκανοι, γελοίοι, αναίσθητοι, ανοργάνωτοι, αντιλαϊκοί. Μόνο ο κουστουμάτος που καθόταν στην πολυθρόνα του στούντιο και κατακεραύνωνε εκκινώντας μ’ ένα διστακτικό «όμως» και «αλλά», ήταν ικανός να αντιμετωπίσει τέτοια λαίλαπα, όλοι οι υπόλοιποι πρέπει να φύγουν, να εξαφανιστούν.
Δεν βαριέστε, τα 'χω ζήσει και ξαναζήσει όλα αυτά χρόνια και χρόνια. Ομολογώ ότι κόσμο στα κεραμίδια να περιμένουν ελικόπτερο δεν είχα δει εδώ στην Ελλάδα. Το είδα κι αυτό. Αλλά η κριτική ήταν πάντα η ίδια. Ισοπεδωτική και βάναυση. Όσο για την κρατική προσαρμογή, ήταν πάντα κατώτερη των ρυθμών που επέβαλαν οι συνθήκες. Το πρώτο δεν θ’ αλλάξει ποτέ. Το δεύτερο λέτε να μπορεί; Μακάρι. Δεν το πολυπιστεύω, αλλά συνεχίζω να ελπίζω.