Παρακολουθώντας χθες, την σε απευθείας μετάδοση, ομιλία του Βλαντίμιρ Πούτιν, στην Κόκκινη πλατεία, με αφορμή την κατά τους Ρώσους, λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (να θυμίσω πως σε όλη την υπόλοιπη Ευρώπη και τον Δυτικό κόσμο, αυτό γιορτάζεται μία ημέρα πριν), αναγκάστηκα δύο φορές να αυξήσω την ένταση του ήχου και να καθαρίσω τα γυαλιά μου.
Για μια στιγμή, νόμιζα πως άκουγα τον Δημήτρη Κουτσούμπα, ηγέτη του Κ.Κ.Ε., ο οποίος λίγες ημέρες νωρίτερα, σε μία συνέντευξη που παραχώρησε στην κρατική ραδιοτηλεόραση, διατύπωνε ακριβώς τα ίδια επιχειρήματα, αναφορικά με τον πόλεμο που έχει εξαπολύσει απρόκλητα και ιμπεριαλιστικά η Ρωσία κατά της Ουκρανίας.
Δεν σας κρύβω πως πέρασε από το μυαλό μου και η σκέψη πως, ίσως, έχουν τον ίδιο λογογράφο ή, τέλος πάντων, υπάρχει μία κοινή ομάδα που επεξεργάζεται και διατυπώνει, την κοινή πολιτική των δύο κομμάτων, της «Ενιαίας Ρωσίας» του Πούτιν και του Κ.Κ.Ε. του Κουτσούμπα.
Τι δουλειά, όμως, μπορεί να έχει το Κ.Κ.Ε. ένα κόμμα που παλεύει για την ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος και την επιβολή της δικτατορίας του προλεταριάτου (σύμφωνα με το εγκεκριμένο από τα κομματικά συνέδρια, πρόγραμμά του), με την «Ενιαία Ρωσία», ένα κόμμα που εκπροσωπεί την ρωσική εκδοχή του ολιγαρχικού, κλεπτοκρατικού καπιταλισμού;
Η αιτία θα πρέπει να αναζητηθεί στην περιβόητη φράση του Βλαντίμιρ Πούτιν: «Η διάλυση της Ε.Σ.Σ.Δ. είναι η μεγαλύτερη γεωπολιτική καταστροφή του 20ού αιώνα». (2005).
Όπως ο Πούτιν, έτσι και το Κ.Κ.Ε. θεωρεί πως η κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος και η κατάρρευση της Ε.Σ.Σ.Δ. στέρησε από το σύγχρονο κόσμο, το αντίπαλο δέος του καπιταλιστικού κόσμου, την χώρα, όπου κατά τον Χρουστσόφ, το 2000 θα είχε οικοδομήσει την κομμουνιστική κοινωνία, το φωτεινό, δηλαδή μέλλον της ανθρωπότητας που είχαν προφητέψει οι Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν και Στάλιν.
Ταυτόχρονα, το Κ.Κ.Ε. έχασε το περιβόητο «Κέντρο», την πηγή της «επαναστατικής αλήθειας», τον «φάρο για τον αγώνα όλων των λαών» κ.λπ. απ’ όπου εκπορευόταν η «γραμμή», την οποία έπρεπε να ακολουθούν τα κατά τόπους «παραρτήματα» του Κ.Κ.Σ.Ε., τα Κομμουνιστικά κόμματα. Αρκεί κανείς να διαβάσει το βιβλίο του αείμνηστου Γρηγόρη Φαράκου, «Σχέσεις του Κ.Κ.Ε. και Διεθνούς Κομμουνιστικού Κέντρου (Ελληνικά Γράμματα, 2004) και το πιο πρόσφατο του Νίκου Μαραντζίδη «Στη σκιά του Στάλιν. Μια παγκόσμια ιστορία του ελληνικού κομμουνισμού» (Αλεξάνδρεια, 2023), για να διατυπώσει ιδίοις όμμασι τις σχέσεις εξάρτησης αυτού του κόμματος, με κέντρα εκτός της Ελλάδας. Το πλούσιο αρχειακό υλικό που περιέχουν, δεν αφήνει καμία αμφιβολία στον καλόπιστο αναγνώστη.
Αποτελώντας για δεκαετίες ολόκληρες, την πρωτοπορία του φιλορωσικού κόμματος στη χώρα, το Κ.Κ.Ε. γνήσιος εκπρόσωπος της πιο αντιδυτικής μερίδας της ελληνικής κοινωνίας μαζί με τους ακραίους παραεκκλησιαστικούς κύκλους, βρήκε στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, την ευκαιρία που έψαχνε.
Από την πρώτη στιγμή του πολέμου, άρχισε να αναπαράγει τα επιχειρήματα της ρωσικής προπαγάνδας, να θεωρεί την εκλεγμένη δημοκρατικά κυβέρνηση και προεδρία της Ουκρανίας «διορισμένους από τους ιμπεριαλιστές της Δύσης», την ίδια τη χώρα «τεχνητό κατασκεύασμα», να χαρακτηρίζει ως Ναζί τους γενναίους πολεμιστές που πολεμούν υπέρ βωμών και εστιών και να εξυμνεί τον ρωσικό στρατό που διαπράττει εγκλήματα πολέμου και κατά της ανθρωπότητας.
Ανίκανο λόγω σταλινικών καταβολών, να προσεγγίσει και να κατανοήσει τη σύγχρονη πραγματικότητα του 21ου αιώνα, αυτό το ιδιότυπο Jurasic park του πολιτικού μας συστήματος, επιμένει σε μία γλώσσα - κατάλοιπο της Τρίτης κομμουνιστικής Διεθνούς του μεσοπολέμου (1917 - 1939).
Με παρωχημένο ιδεολογικό οπλοστάσιο, αδυνατεί να κατανοήσει τις μεγάλες αλλαγές της εποχής και προσκολλημένο σε ιδέες, οι οποίες πολλαπλώς δοκιμάστηκαν και απέτυχαν, μα και καταδικάστηκαν στην ιστορία, το Κ.Κ.Ε. με γνήσια, υπαρξιακή αγωνία, αναζητά σημεία στήριξης στη δική του αντιδυτική υστερία και τα βρίσκει στο πρόσωπο των πλέον επαχθών καθεστώτων της οικουμένης.
Ακίνδυνο, το ίδιο, για το πολιτικό μας σύστημα, το Κ.Κ.Ε. ελπίζει πως με τη φιλορωσική του στάση και πολιτική, θα ψαρέψει ξανά στα θολά νερά του αντιδυτικισμού μιας μερίδας της ελληνικής κοινωνίας, νιώθοντας στο σβέρκο του την καυτή ανάσα της άκρας Δεξιάς που παλεύει κι αυτή για την πρωτοκαθεδρία του φιλορωσικού «κινήματος».
Ζώντας επί δεκαετίες στο περιθώριο της πολιτικής ζωής, με καθηλωμένα εκλογικά ποσοστά και περιορισμένη επιρροή στην κοινωνία, ακολουθεί την ίδια πολιτική με διάφορες σέχτες εκκλησιαστικού και πολιτικού χαρακτήρα. Απομονωμένο, ανίκανο να αντιληφθεί την πραγματικότητα, φαντασιώνεται προελάσεις του «Κόκκινου στρατού» στις στέπες της Ουκρανίας, δικαιολογώντας την ιμπεριαλιστική εισβολή της Ρωσίας. Για άλλη μια φορά, στην πολύχρονη πορεία του, βρίσκεται στη λάθος πλευρά της ιστορίας.