Δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι μνήμη χρυσόψαρου, ούτε διακρίνονται για τις επιλεκτικές του αναμνήσεις, ιδίως όταν θέλουν να δρουν ως κοινωνικά υποκείμενα στη ζώσα ιστορία. Η μνήμη, ιδίως η συλλογική, διαφυλάσσει και διαιωνίζει τα γεγονότα και κληροδοτείται από γενιά σε γενιά, ακόμη και μέσα στην αχλή του μύθου.
Τις τελευταίες ημέρες, παρακολουθούμε στο δημόσιο χώρο μια πλειοδοσία δηλώσεων, εκδηλώσεων, δημοσιευμάτων, συνεντεύξεων, αλλά και αναρτήσεων στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης, όπου «πρωταγωνιστούν» στίχοι ποιημάτων ποιητών των προηγούμενων γενιών, οι οποίοι είχαν γραφτεί με διάφορες αφορμές, παραπομπές σε ψευδεπίγραφα κείμενα που αποδίδονται σε μοναχούς, σπαραξικάρδιες κραυγές εν είδη ελεγειών ή μοιρολογιών (άτεχνες και ατάλαντες), αλλά και υποσχέσεις για «πάλη μέχρι την τελική νίκη», δηλαδή την εκδίωξη της κυβέρνησης και το γκρέμισμα του «σάπιου συστήματος». Ο καθένας έχει δικαίωμα να λέει και να γράφει ό,τι θέλει. Δημοκρατία έχουμε και η ελευθερία του Λόγου προστατεύεται πάρα πολύ καλά τα τελευταία πενήντα χρόνια, ακόμη κι όταν κακοποιείται η λογική και η γλώσσα.
Ωστόσο, είναι δύσκολο να αποφύγει κανείς τον πειρασμό να αναζητήσει τη στάση που τήρησαν όλοι αυτοί, όταν μια άλλη τραγωδία χτύπησε την ελληνική κοινωνία με μία εκατόμβη νεκρών.
Οι έχοντες μνήμη, θυμούνται πως μετά την τραγωδία στο Μάτι, δεν έγινε καμία διαδήλωση διαμαρτυρίας, δεν ακούστηκαν εκκλήσεις για μαζικές, δημόσιες, επιμνημόσυνες εκδηλώσεις, δεν κυκλοφόρησαν hashtag στο twitter, δεν υπήρξαν δηλώσεις «καλλιτεχνών» ή «διανοητών», με εξαίρεση, βέβαια, εκείνων που διακινούσαν δημοσιεύματα του ρωσικού Sputnik και κάποιων ανυπόληπτων «επιστημόνων» του εξωτερικού, οι οποίοι υποδείκνυαν ως υπεύθυνους τους ίδιους τους κατοίκους και τα αυθαίρετα κτίσματα τους. Περίεργες υπόγειες διαδρομές και συγκοινωνούντα δοχεία.
Προσωπικά, δεν θυμάμαι καμιά αυθόρμητη συναυλία στη μνήμη των νεκρών στο Μάτι. Θυμάμαι, όμως, πολύ καλά τη μήνη διαφόρων καλλιτεχνιζόντων «στοχαστών» αναφορικά με το μνημείο που έστησαν οι συγγενείς των θυμάτων και την οργή των πρώτων για την προσβολή της «αισθητικής τους». Τόσο τους έκοβε ή αν θέλετε αυτή ήταν η ενσυναίσθησή τους, την οποία τόσο πολύ επικαλούνται σήμερα.
Θυμάμαι και την μετέπειτα συμπεριφορά τους. Ενώ σήμερα, χτυπώντας τα στήθη και σκορπίζοντας στάχτη στα μαλλιά τους σαν αρχαίες μοιρολογίστρες φωνάζουν πως τελείωσε η ζωή, τότε έτρεχαν σε εκδηλώσεις και πανηγύρια, κατά το παράδειγμα του τότε πρωθυπουργού που πήγε διακοπές σε κότερο δανεικό από ελληνίδα ολιγάρχη. Αυτή η στάνη, αυτό το γάλα βγάζει.
Εκείνο, όμως, που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ήταν η εκκωφαντική τους σιωπή, απέναντι στο ανθρώπινο δράμα, αλλά και την υποκρισία τους να παρουσιάζουν ως μαυροφορεμένους κατοίκους, ανθρώπους του πολιτικού τους μηχανισμού.
Σώπασαν τότε στο Μάτι, μα ξεσπάθωσαν πρώτα με τις περσινές πυρκαγιές και τώρα με την τραγωδία στα Τέμπη. Ομνύουν στον άνθρωπο και στη ζωή, μα περιμένουν σαν ύαινες την καταστροφή και το θάνατο για να ξεπροβάλουν από τα λαγούμια τους και να στήσουν το χορό της εκμετάλλευσης του πόνου και της απώλειας. Θα έλεγε κανείς πως τρέφονται από τη θανατολαγνεία και προσδοκούν πολιτικά οφέλη πάνω από τα φρεσκοσκαμμένα μνήματα των αδικοχαμένων.
Κι ενώ σώπασαν την ώρα της τραγωδίας, δεν έμειναν στη σιωπή. Θα μπορούσα να το καταλάβω. Απεναντίας, έριξαν το φταίξιμο στο θύματα, ενεργοποιώντας έναν ολόκληρο μηχανισμό προπαγάνδας και τον διαδικτυακό υπόνομο που ελέγχουν, προκειμένου να σπιλώσουν τους νεκρούς. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της δίκης, φέρθηκαν ιταμά στους μάρτυρες.
Αυτή είναι η εικόνα της πραγματικής ιστορίας των τελευταίων ετών. Αυτή είναι η στάση που κράτησαν τότε, αυτή είναι η στάση που κρατούν σήμερα με περισσό θράσος λες κι απευθύνονται σε ανθρώπους χωρίς μνήμη.
Αν υπάρχει ένα σύνθημα του ΣΥΡΙΖΑ που αξίζει να μνημονεύουμε είναι εκείνο το αλήστου μνήμης «Ή αυτοί ή εμείς». Αυτοί με την υποκρισία και την εκμετάλλευση και εμείς με τη μνήμη και τη συντριβή, γιατί ποτέ δεν διανοηθήκαμε να συμψηφίσουμε τους νεκρούς και τον ανθρώπινο πόνο. Κι αυτή, είναι η μεγάλη ηθική διαφορά μας.