Διάβασα με προσοχή τα ευρήματα της δημοσκόπησης της RASS, η οποία δημοσιοποιήθηκε χθες, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές. Συνήθως, παρατηρούμε τις διαφάνειες με την «παράσταση νίκης», την «πρόθεση ψήφου» και άλλες που καταγράφουν στιγμιαία τις διαθέσεις του εκλογικού σώματος.
Χθες, τράβηξε την προσοχή μου, το εύρημα που σχετίζεται με το κορυφαίο ερώτημα αυτής της προεκλογικής περιόδου και έχει σχέση με το ποιος από τους υποψήφιους πολιτικούς αρχηγούς, μπορεί να κάνει την κοινωνία πιο δίκαιη.
Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση, προηγείται ο νυν πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης με 35,2%, ακολουθεί ο ΚΑΝΕΝΑΣ με 30,3% και έπεται ο νυν αρχηγός της Αξιωματικής αντιπολίτευσης Α. Τσίπρας με 29%.
Η πρώτη σκέψη που περνάει από το μυαλό, δεν είναι άλλη από: δεν πείθουν.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, αν και κατεβαίνει με κεντρικό σύνθημα της προεκλογικής του εκστρατείας το «Δικαιοσύνη παντού», δεν καταφέρνει να πείσει έξι στους δέκα πολίτες αυτής της χώρας πως μπορεί να κάνει πιο δίκαιη την ελληνική κοινωνία, όσο κι αν κόπτεται για αυτό.
Γιατί; Είναι το αβίαστο ερώτημα που προκύπτει.
Μα γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ λανσάροντας αυτό το σύνθημα, πόνταρε στην κοντή μνήμη της κοινωνίας, ήλπιζε και ελπίζει πως ξεχάστηκαν τα πεπραγμένα του και κυρίως, οι καταδικαστικές αποφάσεις δικαστηρίων για αμετάκλητες καταδίκες πρωτοκλασάτων στελεχών του για ατιμωτικά αδικήματα. Νομίζει πως ο πολίτης λησμόνησε την κακοστημένη σκευωρία της Novartis, το παραδικαστικό κύκλωμα ή στον στημένο διαγωνισμό για τις τηλεοπτικές άδειες.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πείθει, γιατί ο κόσμος θυμάται. Θυμάται και δεν ξεχνάει πως όχι μόνο αθέτησε τις υποσχέσεις που είχε δώσει προσφέροντας τα πάντα στους πάντες, αλλά επιχείρησε να στήσει ένα καθεστώς ασφυκτικού ελέγχου σε διάφορα πεδία της οικονομικής και κοινωνικής ζωής.
Θυμάται, ακόμη περισσότερο, τους «απεσταλμένους» ή κομισάριους που έστειλε σε υπουργεία, οργανισμούς και υπηρεσίες, οι οποίοι αντιμετώπισαν ιταμά και με περιφρόνηση τους υπαλλήλους και τα στελέχη, θέλοντας να επιβάλλουν πολιτικές, οι οποίες πολλές φορές βρίσκονταν στα όρια της νομιμότητας.
Δεν λησμονούν, επίσης οι πολίτες, δηλώσεις που έγιναν περί ελέγχου των αρμών της εξουσίας και οι οποίες επαναλαμβάνονται σήμερα από υποψήφιους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, όταν εντελώς ξεδιάντροπα λένε πως θα αλλάξουν τους θεσμούς για να ελέγξουν την εξουσία απόλυτα.
Αδυνατούν να κατανοήσουν πως τέτοιου είδους διακηρύξεις έρχονται σε αντίθεση με τις δημοκρατικές παραδόσεις της χώρας, πως τρομάζουν τους πολίτες, οι οποίοι επιθυμούν και επιδιώκουν τη σταθερότητα και την κανονικότητα, ακόμη κι όταν δεν μετέχουν ενεργά σε πολιτικές πράξεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, εγκλωβισμένος σε μια ναρκισσιστική παγίδα που έστησε στον εαυτό του, θεωρεί πως οι πράξεις και οι δράσεις μιας ευάριθμης ομάδας οπαδών του, αντανακλούν τις πραγματικές διαθέσεις της κοινωνίας. Δεν μπορείς να κάνεις πολιτική στο δωμάτιο με τους καθρέφτες, όπου πολλαπλασιάζεται το είδωλο σου, μακριά και πέρα από κάθε άλλη πραγματικότητα.
Το μόνο σίγουρο είναι πως αφού αυτοθαυμαστείς, θα αναζητήσεις την έξοδο, μόνο που θα έχεις ήδη χάσει την ικανότητα του προσανατολισμού σου.
Δεινόν προς την μνήμη λακτίζειν, θα μπορούσε να ήταν η παραλλαγή της αρχαίας ρήσης. Το χειρότερο απ’ όλα είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ, φαίνεται πως είναι ανίκανος, λόγω δομής του σκέπτεσθαι, να διδαχθεί από τα λάθη του. Τα επαναλαμβάνει διαρκώς με μια μαζοχιστική τελετουργία, ελπίζοντας, κάθε φορά, πως θα φέρει διαφορετικό αποτέλεσμα.