Φαντάζομαι πως στα σαράντα (αριθμητικώς: 40) και πλέον ακίνητα που κατάφερε να αποκτήσει ο ευρωβουλευτής κ. Παπαδημούλης, διακονώντας την αριστερά και την ιδεολογία της, αλλά και το ευρωπαϊκό ιδεώδες, έχουν πόρτες. Δεν γνωρίζω αν είναι πόρτες θωρακισμένες ή από κόντρα πλακέ. Δεν γνωρίζω αν διαθέτουν μία, δύο ή περισσότερες κλειδαριές. Είναι, όμως, πόρτες, δηλαδή ένα υλικό κατασκεύασμα, το οποίο οριοθετεί το έξω από το μέσα, τον κοινόχρηστο χώρο από τον ιδιωτικό.
Πολύ καλά κάνει ο κ. Παπαδημούλης και έχει τοποθετήσει πόρτες στα ακίνητά του, γιατί σε διαφορετική περίπτωση, ο καθένας θα μπορούσε να μπει και να μείνει όσο θέλει, να βγει στο μπαλκόνι ή στη βεράντα να λιαστεί και, στη συνέχεια, να φύγει, να εξαφανιστεί ή να κάνει κατάληψη. Έτσι, κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τον κ. Παπαδημούλη πως δεν είναι νοικοκύρης και δεν φροντίζει το βιος του που με τόσο κόπο απέκτησε.
Εκτός από το/τα σπίτι/ια του καθενός, όμως, υπάρχει και το κοινό μας σπίτι που λέγεται πατρίδα. Οι τοίχοι του είναι τα σύνορα, για τα οποία τόσο οι προηγούμενες γενιές, συμμετέχοντας σε πολέμους, όσο και οι σημερινές, υπηρετώντας στις Ένοπλες Δυνάμεις της, έχυσαν το αίμα τους, προκειμένου οι κάτοικοι/πολίτες του να νιώθουν ασφαλείς και απερίσπαστα να φροντίζουν για την προκοπή τους.
Προκύπτει, ευλόγως, το ερώτημα: γιατί ενώ στα δικά του, ιδιωτικά, σπίτια ο κ. Παπαδημούλης θέλει πόρτες και δεν θέλει στο κοινό μας σπίτι, το ελληνικό κράτος;
Τι είναι εκείνο που τον ώθησε να παρέμβει στο Ευρωκοινοβούλιο ζητώντας τη διακοπή της χρηματοδότησης για τη θωράκιση των χερσαίων συνόρων της χώρας; Το έκανε γιατί πιστεύει πως οι χώρες δεν πρέπει να έχουν σύνορα και να τα προστατεύουν; Το έκανε γιατί πιστεύει πως η Ελλάδα θα μπορούσε να ευημερήσει μετατρεπόμενη σε «μεταναστευτικό διάδρομο» της Ευρώπης; Το έκανε γιατί πιστεύει πως το κράτος δεν μπορεί να προστατεύσει τα σύνορα, άρα πρέπει να χρηματοδοτηθούν διάφορες Μ.Κ.Ο.; Ποιος ξέρει τι φωτίζει η λιακάδα ενός λαμπρού μυαλού!
Είναι πολύ νωπές οι μνήμες από την υβριδική επιχείρηση του 2020, όταν η γειτονική Τουρκία, εκμεταλλευόμενη την αγωνία και την απόγνωση χιλιάδων ανθρώπων, θέλησε να καταλύσει de facto τα σύνορα της χώρας, αποσκοπώντας στην πρόκληση εσωτερικού χάους, την υπονόμευση της εμπιστοσύνης των πολιτών στους θεσμούς και στη Δημοκρατία, στην καταρράκωση του διεθνούς κύρους του ελληνικού κράτους.
Εξίσου νωπές είναι οι μνήμες από τη λεγόμενη «μεταναστευτική - προσφυγική κρίση» του 2015, όταν η τότε κυβέρνηση αποδείχτηκε παντελώς ανίκανη να διαχειριστεί το πρόβλημα. Όλοι θυμόμαστε τις απάνθρωπες εικόνες στην Ειδομένη, αλλά και στους δρόμους της χώρας, με τα καραβάνια ανθρώπων που τη διέσχιζαν ανεξέλεγκτα και άναρχα, στο δρόμο προς τον ευρωπαϊκό Βορρά. Για το αίσχος της Μόριας, δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα, από τη στιγμή που η ανελέητη τηλεοπτική εικόνα ταξίδεψε στα πέρατα του κόσμου.
Ως εκ τούτου, ο πολίτης σήμερα, έχει να κρίνει δύο, πολύ συγκεκριμένα μοντέλα διαχείρισης ενός υπαρκτού προβλήματος, το οποίο απειλεί τα θεμέλια της κοινωνίας και την κοινωνική ειρήνη.
Από τη μία πλευρά, έχουμε την πολιτική των «ανοιχτών συνόρων» δηλαδή της ανεξέλεγκτης εισόδου στη χώρα οποιοδήποτε πολίτη τρίτης χώρας, ο οποίος επιθυμεί να εισέλθει, να εγκατασταθεί και να ζήσει όπως αυτός θέλει, χωρίς την ανάμειξη του ελληνικού κράτους και των υπηρεσιών του, στο όνομα ενός νεφελώδους ανθρωπισμού και μιας ψευδεπίγραφης διεθνιστικής αλληλεγγύης.
Από την άλλη πλευρά, έχουμε το μοντέλο της ελεγχόμενης εισόδου, παραμονής και διαβίωσης πολιτών τρίτης χώρας, οι οποίοι εισέρχονται από τις νόμιμες πύλες και ελέγχονται από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Συστατικό στοιχείο αυτού του μοντέλου, είναι η ενίσχυση της φύλαξης των χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων της χώρας. Αυτό σημαίνει, μεταξύ των άλλων, κατασκευή του φράχτη στον Έβρο, τον οποίο τόσο πολύ πολέμησε ο κ. Παπαδημούλης και οι σύντροφοι του, όχι μόνο κατά την κρίση του 2020 αλλά τόσο πριν, όσο και μετά.
Στις επερχόμενες εκλογές, οι πολίτες θα αποφασίσουν για το μοντέλο διαχείρισης των συνόρων και του μεταναστευτικού προβλήματος. Τουλάχιστον, τώρα γνωρίζουν ποιος προασπίζεται την υπόσταση του ελληνικού κράτους και ποιος την υπονομεύει διαρκώς και συστηματικώς.