Εξ όσων μπορώ να ανακαλέσω στη μνήμη μου, αυτές οι αυτοδιοικητικές εκλογές είναι οι πιο «βουβές» παρά τον ορυμαγδό των εκστρατειών των δεκάδων χιλιάδων υποψηφίων δημοτικών συμβούλων.
Δεν θυμάμαι άλλη φορά, τα τελευταία πενήντα χρόνια, να βρίσκεται η προεκλογική εκστρατεία λίγες ημέρες πριν από τη λήξη της και στην κοινωνία να επικρατεί μια τέτοια «βουβαμάρα».
Κουράστηκαν οι ψηφοφόροι από τις δύο διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις του καλοκαιριού; Ίσως. Μήπως κουράστηκαν και από το πλήθος εκείνων που διεκδικούν την ψήφο τους, χωρίς να έχουν προηγούμενη εμπειρία, αποδεδειγμένες γνώσεις, αλλά μόνο τη φιλοδοξία να τους εκπροσωπήσουν χωρίς να διευκρινίσουν εκ των προτέρων ποιες θα είναι οι πολιτικές τους προτεραιότητες στο «κύτταρο» της Δημοκρατίας, όπως αποκαλούν την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Και αυτό είναι πιθανόν.
Ας μην ξεχνάμε πως οι εκλογές αυτές διεξάγονται στο τοπίο που διαμόρφωσε μία από τις πιο αποτυχημένες μεταρρυθμίσεις των τελευταίων δεκαετιών, εκείνη του «Καλλικράτη».
Δήμοι και κοινότητες συνενώθηκαν με γεωγραφικά κριτήρια, δημιουργώντας νέους οργανισμούς, στους οποίους καλούνται να συμμετάσχουν άνθρωποι από διαφορετικές τοπικές κοινότητες, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε νοοτροπία τοπικισμού, εξαιρετισμού και, πολλές φορές, απομονωτισμού, εν ονόματι κάποιων αφηρημένων και θολών τοπικών ιδιομορφιών, στην πραγματικότητα, ωστόσο, πρόκειται για καθαρόαιμη έκφραση των τοπικών δικτύων συμφερόντων που έρχονται σε ευθεία αντιπαράθεση με άλλα.
Οι φετινές εκλογές, διεξάγονται σε ένα κλίμα έντονο, άνευ αρχών, ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων συνδυασμών. Η προεκλογική περίοδος χαρακτηρίστηκε από αποχωρήσεις και προσχωρήσεις υποψηφίων δημοτικών συμβούλων, την αιφνιδιαστική αποχώρηση ολόκληρων συνδυασμών την παραμονή της κατάθεσης των ψηφοδελτίων και την καταιγίδα φημών για συμφωνίες κάτω από το τραπέζι.
Οι πολίτες, ιδιαίτερα στις μικρές κοινωνίες τα βλέπουν αυτά. Ένα τμήμα τους μετέχει στις ίντριγκες για καθαρά ιδιοτελείς σκοπούς. Το μεγαλύτερο τμήμα απέχει διακριτικά και θα εκφραστεί δια της ψήφου του. Και τα δύο αυτά μέρη, θα ανήκουν στους χαμένους της επόμενης ημέρας, γιατί πολύ απλά, εκείνα που θα θριαμβεύσουν είναι τα δίκτυα προώθησης μικρών και μεγάλων συμφερόντων στην περιοχή τους.
Ως εκ τούτου, τη βραδιά των εκλογών, θα ήταν φρόνιμο να μην πανηγυρίσει κανείς για πολυπόθητες νίκες, ούτε να ακουστεί το «ουαί τοις ηττημένοις», γιατί μοναδικός ηττημένος θα είναι ο ίδιος ο θεσμός της τοπικής αυτοδιοίκησης, ο οποίος θα βγει βαθιά τραυματισμένος από αυτή τη δοκιμασία.
Δεν θα ήταν σκόπιμο ούτε να εξαχθούν πολιτικά συμπεράσματα για την επιρροή των πολιτικών κομμάτων, καθώς σε πλήθος ψηφοδελτίων συμμετέχουν «εκπρόσωποι» όλων όσων σήμερα αντιπροσωπεύονται στην ελληνική Βουλή. Το πως ταίριαξαν όλοι αυτοί μεταξύ τους, είναι κάτι που εμπίπτει στη δικαιοδοσία άλλων ειδικοτήτων. Δουλειά του δημοσιογράφου είναι να καταγράφει τα γεγονότα και να αναζητά απαντήσεις από ειδικούς. Πράγμα που θα πρέπει να γίνει μετά και τον δεύτερο γύρο των εκλογών με νηφαλιότητα και ψυχραιμία, κυρίως όμως, δίχως κομματικούς φανατισμούς.
Λάδι στη φωτιά, ρίχνει και ο τοπικός Τύπος, ο οποίος φροντίζει από νωρίς να πάρει θέση υπέρ ή κατά ορισμένων συνδυασμών, για ιδιοτελείς και κερδοφόρους πάντα λόγους, διαχέοντας τον φανατισμό στην ευρύτερη κοινωνία με τη διάδοση κακόβουλων φημών, κατασκευασμένων «ειδήσεων» και «προωθητικές» εκστρατείες υπέρ των εκλεκτών του.
Το μόνο σίγουρο είναι πως ούτε αυτές οι εκλογές θα θεραπεύσουν τα μόνιμα και διαχρονικά προβλήματα που ταλανίζουν την Τοπική Αυτοδιοίκηση και ταλαιπωρούν τους πολίτες. Οι αιτίες πολλές, οι προσπάθειες εξάλειψής τους λίγες και ανεπαρκείς.
Πιθανόν, κάποια στιγμή στο μέλλον, η ελληνική κοινωνία να ωριμάσει και να δει κατάματα την πραγματικότητα. Τότε, ίσως, αποφασίσει να αξιοποιήσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση για να βελτιωθεί η καθημερινή ζωή των πολιτών, για να γίνουν οι συνοικήσεις βιώσιμες, ενώ οι τοπικοί «άρχοντες» θα φροντίζουν διαρκώς την περιοχή τους και όχι μόνο μερικές εβδομάδες πριν τις εκλογές.