Στην τελική ευθεία οι δημοτικές εκλογές της 14ης Μαΐου στην Αλβανία με τις πολιτικές αντιπαραθέσεις να εντείνονται. Υπολογίζονται 140 υποψήφιοι δήμαρχοι των 40 περίπου πολιτικών κομμάτων και συνασπισμών, οι οποίοι διεκδικούν να ηγηθούν στους 61 δήμους της χώρας.
Όπως μεταδίδει η ΕΡΤ, η κεντρική εκλογική αναμέτρηση μαίνεται μεταξύ του κυβερνόντος Σοσιαλιστικού Κόμματος του Έντι Ράμα και της συμμαχίας «Μαζί νικούμε», αποτελούμενης από το Κόμμα Ελευθερίας του Ιλίρ Μέτα, (γνωστού μέχρι πρότινος ως Σοσιαλιστικό Κίνημα Ένταξης), το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα με πρόεδρο τον Ναρντ Ντόκα και το Κόμμα Ένωσης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Βαγγέλη Ντούλε.
Το εκλογικό βάρος του συγκεκριμένου συνασπισμού αποτελεί το κίνημα που εκπροσωπεί ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας και πρώην Πρωθυπουργός της χώρας, Σαλί Μπερίσια. Το κίνημα Μπερίσια αποσπάστηκε από το Δημοκρατικό Κόμμα στην αντιπολίτευση, παίρνοντας με το μέρος του την απόλυτη πλειοψηφία των μελών του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Έχασε ωστόσο, τη μάχη στη δικαστική αντιπαράθεση για τη σφραγίδα και το όνομα του Δημοκρατικού Κόμματος, του οποίου ο Μπερίσια ηγήθηκε για 23 χρόνια αναδεικνύοντας τρεις φορές στην κυβέρνηση.
Στη διάσπαση αυτή του ιστορικού κόμματος της αντιπολίτευσης επενδύει μεταξύ των άλλων ο Πρωθυπουργός Έντι Ράμα για να πετύχει μια εκ νέου θεαματική νίκη στις προσεχείς δημοτικές εκλογές.
Οι συγκεκριμένες δημοτικές εκλογές έχουν εντούτοις επιπλέον ιδιαιτερότητες. Ο Πρωθυπουργός Έντι Ράμα, έρχεται στις δημοτικές εκλογές ελέγχοντας σχεδόν 60 από τους 61 δήμους στη χώρα. Το γεγονός οφείλεται στην απόφαση της ενωμένης αντιπολίτευση να μποϊκοτάρει τις δημοτικές εκλογές του 2019.
Επίσης, είναι έκδηλη η έντονη γενικότερη πολιτική αντιπαράθεση.
Η αντιπολίτευση επιδιώκει τη νίκη στις τοπικές εκλογές ως προϋπόθεση για τη διενέργεια πρόωρων βουλευτικών εκλογών στη χώρα. Στον προεκλογικό της αγώνα στηρίζεται στις καταγγελίες κατά της κυβέρνησης για διαφθορά και αλλεπάλληλα σκάνδαλα, για προσπάθεια εξαγοράς και χειραγώγησης ψήφων, για κυβέρνηση του οργανωμένου εγκλήματος, για αντεθνική εξωτερική πολιτική, για πολιτική που οδηγεί στην αποψίλωση του πληθυσμού λόγω εξαναγκαστικής μετανάστευσης που προκαλούν οι οικονομικές δυσχέρειες και η έλλειψη προοπτικής στη χώρα.
Το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα ποντάρει στην άνεση της εξουσίας και του πλεονεκτήματος του απόλυτου ελέγχου της τοπικής διοίκησης. Ο πρωθυπουργός Ράμα, ο οποίος έχει αναλάβει προσωπικά κι αυτή την προεκλογική εκστρατεία, κατηγορεί την αντιπολίτευση ως πολιτικά ανίκανη να κυβερνήσει τη χώρα και σε τοπικό επίπεδο και προμηνύει ότι θα παραμείνει στην εξουσία για τέταρτη θητεία κατά σειρά.
Μέρος του προεκλογικού αυτού κλίματος αποτελεί και η εθνική ελληνική μειονότητα στην Αλβανία. Στους τρεις δήμους που διεκδικεί στο νότο της χώρας, της Χιμάρας των Φοινικαίων και της Δρόπολης και Πωγωνίου, που θεωρούνται και ελληνικοί μειονοτικοί δήμοι, οι ελληνικής καταγωγής υποψήφιοι κατεβαίνουν πλέον μέσα από αλβανικά κόμματα, ή σε συνδυασμούς των ελληνικών μειονοτικών κομμάτων με αλβανικά κόμματα. Έτσι στη Χιμάρα είναι απέναντι ο νυν δήμαρχος Γιώργος Γκόρος υποψήφιος με το Σ. Κόμμα του Έντι Ράμα και ο για τρίτη φορά υποψήφιος Φρέντυ Μπελέρη με τη συμμαχία «Μαζί νικάμε», του Κόμματος Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Βαγγέλη Ντούλε, του Κόμματος της Ελευθερίας του Ιλίρ Μέτα και του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος Αλβανίας, των οποίων πραγματικός ηγέτης είναι ο Σαλί Μπερίσια.
Στο δήμο Φοινικαίων ανταγωνίζονται ο Ρωμαίος Τσάκουλης με τον συνδυασμό του κυβερνόντος Σ. Κόμματος και του ελληνικού μειονοτικού Κόμματος της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας για το Μέλλον (ΜΕΓΑ), ο Λεωνίδας Χρίστου με τη συμμαχία «Μαζί νικούμε» και ο Λεωνίδας Παππάς με το επίσημο Δημοκρατικό Κόμμα.
Στο Δήμο Δρόπολης και Πωγωνίου είναι απέναντι ο νυν δήμαρχος του κυβερνόντος Σοσιαλιστικού Κόμματος του Έντι Ράμα, Δημήτρης Τόλης, ο Θανάσης Μανέκας του συνασπισμού «Μαζί νικούμε» και ο Κώστας Γκάρος με το αλβανικό Κόμμα Κίνημα Δέησης.
Ο προεκλογικός αγώνας εδώ δεν διακρίνεται για συγκλίνουσες τάσεις που εξασφαλίζουν τα προγράμματα για την από κοινού ευημερία και προκοπή του Ελληνισμού. Αντί αυτών επικρατεί η γνωστή πολιτική αντιπαράθεση των αλβανικών κομμάτων που οι ελληνικής καταγωγής υποψήφιοι εκπροσωπούν, η οποία μεταφράζεται στην εθνική ελληνική μειονότητα ως κλίμα διάσπασης.