Συμπιεσμένο ανάμεσα σε δύο μέτωπα το συρρικνωμένο φιλελεύθερο Κέντρο του Εμανουέλ Μακρόν. Η Άκρα Δεξιά οδεύει προς κοινοβουλευτικά ύψη και η Ευρώπη «κοιτά» τη σημερινή κάλπη μουδιασμένη γιατί ό,τι συμβαίνει στη Γαλλία δεν μένει στη Γαλλία...
Τα νερά είναι αχαρτογράφητα και το ρίσκο που ανέλαβε ο Μακρόν προκηρύσσοντας πρόωρες εκλογές τεράστιο για τη Γαλλία, μαζί και την Ευρώπη. Είναι περισσότερο από ποτέ υπαρκτός ο κίνδυνος να βρεθεί η Γαλλία με τον Εθνικό Συναγερμό (RN) των Λεπέν-Μπαρντελά να πανηγυρίζει, και τον Εμανουέλ Μακρόν να εκτίει το υπόλοιπο της προεδρικής θητείας του απέναντι σε μία Εθνοσυνέλευση εχθρική προς όλα όσα πιστεύει και σε υποχρεωτική «συγκατοίκηση» με την Άκρα Δεξιά.
Η διαφαινόμενη νίκη της Ακροδεξιάς στις πρόωρες εκλογές της Γαλλίας προκαλεί ρίγη στις (περισσότερες) ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Ο Εθνικός Συναγερμός της Μαρίν Λεπέν προβλέπεται ότι θα συγκεντρώσει τις περισσότερες ψήφους στον πρώτο γύρο των βουλευτικών εκλογών, ωστόσο «ελέγχεται» αν θα καταφέρει να εξασφαλίσει την απόλυτη πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση μετά και το δεύτερο γύρο, στις 7 Ιουλίου.
Οι βουλευτικές εκλογές στη Γαλλία διεξάγονται με πλειοψηφικό σύστημα δύο γύρων σε 577 μονοεδρικές εκλογικές περιφέρειες. Για την κοινοβουλευτική πλειοψηφία απαιτούνται τουλάχιστον 289 έδρες. Ο υποψήφιος που κατοχυρώνει συνδυαστικά την απόλυτη πλειοψηφία και πάνω από 25% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων σε μία εκλογική περιφέρεια εκλέγεται από τον πρώτο γύρο.
Εάν κανένας υποψήφιος δεν πληροί αυτά τα ποσοστά, διεξάγονται επαναληπτικές εκλογές την επόμενη Κυριακή, στις οποίες συμμετέχουν οι δύο πρώτοι υποψήφιοι και όσοι υποψήφιοι εξασφάλισαν την ψήφο άνω του 12,5% των εγγεγραμμένων εκλογέων. Τα εκλογικά τμήματα στην ηπειρωτική Γαλλία θα είναι ανοιχτά σήμερα από τις οκτώ πρωί έως τις έξι το απόγευμα. Ωστόσο, στις μεγάλες πόλεις και σε ορισμένες μητροπολιτικές περιοχές, θα παραμείνουν ανοιχτά μέχρι τις οκτώ το βράδυ.
Με τον «αέρα» του νικητή των ευρωεκλογών, ο Εθνικός Συναγερμός -που έλαβε το 31,4%, έναντι μόλις 14,6% του συνασπισμού που είχε τη στήριξη του Μακρόν- προσέρχεται στις κάλπες με όλα τα προγνωστικά να είναι υπέρ του. Η τελευταία δημοσκόπηση του Ifop-Fiducial, που διεξήχθη για λογαριασμό του LCI και της Figaro από 24 έως 27 Ιουνίου, φέρει τον Εθνικό Συναγερμό να τερματίζει μακράν πρώτος, με ένα ποσοστό της τάξεως 36%, ενώ η ενωμένη Αριστερά έρχεται δεύτερη με 29%. Ο συνασπισμός των κεντρώων κομμάτων του Γάλλου προέδρου και των συμμάχων του περιορίζεται στο 21%. Οι γκωλικοί Ρεπουμπλικανοί, που συνθλίβονται μεταξύ Λεπέν και Μακρόν και τη μετεκλογική συμμαχία τους διεκδικεί ο Εθνικός Συναγερμός, στο πλαίσιο ενός κυβερνώντος συνασπισμού της Δεξιάς, περιορίζονται στο 6,5%.
Ο Εθνικός Συναγερμός προβλέπεται να λάβει 260 έως 295 έδρες. Δεν αποκλείεται δηλαδή να ξεπεράσει το όριο των 289 εδρών για την απόλυτη πλειοψηφία. Τα κυρίαρχα μετεκλογικά σενάρια είναι τρία: Αυτοδύναμη κυβέρνηση του Εθνικού Συναγερμού, κυβέρνηση μειοψηφίας του Εθνικού Συναγερμού ή πλήρης ακυβερνησία, εάν δηλαδή η κοινοβουλευτική αριθμητική δεν δίνει τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης σε καμία παράταξη. Σε αυτή την περίπτωση ο πρόεδρος Μακρόν πρέπει να επιλέξει ένα πρόσωπο με διακομματική υποστήριξη για να ηγηθεί της κυβέρνησης, κάτι που δεν θα είναι εύκολο και θα οδηγήσει σε παρατεταμένη περίοδο αστάθειας. Επιπλέον, ο πρόεδρος δεν μπορεί να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση εντός του έτους που ακολουθεί τις εκλογές.
Εκλογές «μονόδρομος»
Η απόφαση του Εμανουέλ Μακρόν να προκηρύξει πρόωρες εκλογές αργά το βράδυ των ευρωεκλογών, στις 9 Ιουνίου, ήλθε προς έκπληξη των πάντων καθώς έβαζε ένα στοίχημα υψηλού ρίσκου.
Πολιτικά, ωστόσο, επιμένει ότι δεν είχε άλλη επιλογή. Είτε θα αντιμετώπιζε τώρα την Λέπεν και τον εκλεκτό της στην ηγεσία του Εθνικού Συναγερμού, Ζορντάν Μπαρντελά, είτε θα όδευαν με φόρα προς την προεδρία της Γαλλικής Δημοκρατίας στις κάλπες του 2027. Ο ίδιος δεν μπορεί, ακόμη και αν δεν ήταν αναιμική η δημοφιλία του, να είναι ξανά υποψήφιος.
Προτίμησε να δώσει τη μάχη τώρα για να τους οδηγήσει στις προεδρικές κάλπες υπό το βάρος της πολιτικής φθοράς που θα επωμιστούν από τη διακυβέρνηση της χώρας, είτε ο Εθνικός Συναγερμός εξασφαλίσει αυτοδυναμία, είτε σχηματίσει κυβέρνηση μειοψηφίας. Ως κυβέρνηση ο Εθνικός Συναγερμός θα κληθεί να λάβει δύσκολες αποφάσεις στην οικονομία, αλλά και σε άλλους νευραλγικούς τομείς όπου το βάρος των αποφάσεων πέφτει στην κυβέρνηση και όχι στον πρόεδρο, όπως η υγεία, η παιδεία, η αγροτική πολιτική. Για τον Γάλλο πρόεδρο μία εκλογική ήττα σήμερα σε επίπεδο βουλευτικών εκλογών είναι προτιμητέα, προκειμένου να βρεθεί ένας άλλος υποψήφιος σε ευνοϊκότερο σημείο εκκίνησης στην κούρσα των προεδρικών έπειτα από τρία χρόνια.
Εξάλλου, μπορεί να ελπίζει ότι η ήττα τελικά δεν θα είναι τόσο μεγάλη εάν εκδηλωθούν τα δημοκρατικά αντανακλαστικά των κεντρώων και αριστερών κομμάτων, μετά το σοκ που προκάλεσε σε μεγάλο μέρος της γαλλικής κοινωνίας η νίκη της Άκρας Δεξιάς στις ευρωεκλογές, περιορίζοντας την πιθανότητα του κόμματος της Λεπέν να αποκτήσει την απόλυτη πλειοψηφία εδρών στην Εθνοσυνέλευση.
«Μπαίνουμε στο γήπεδο για να κερδίσουμε» δήλωσε ο ίδιος σε συνέντευξή του στη γαλλική εφημερίδα Le Figaro, αρνούμενος ότι η απόφαση να διαλυθεί η Εθνοσυνέλευση είναι μια τρελή επιλογή. «Όχι, καθόλου. Σκέφτομαι μόνο τη Γαλλία. Ήταν η σωστή επιλογή, προς το συμφέρον της χώρας. Και στους Γάλλους λέω: Mη φοβάστε, πηγαίνετε να ψηφίσετε». Πράγματι, η συμμετοχή προδιαγράφεται πολύ υψηλή.
Αν η δήλωση της Λεπέν «είμαστε έτοιμοι να κυβερνήσουμε, αν οι Γάλλοι μας εμπιστευτούν» είναι μία επίδειξη αυτοπεποίθησης, η ενωμένη Αριστερά, με ισχυρές δημοσκοπικές επιδόσεις, άνοιξε το δεύτερο μέτωπο για τον Μακρόν. Η Μανόν Ομπρί, ηγετική προσωπικότητα της αριστερής «Ανυπότακτης Γαλλίας» του Ζαν-Λυκ Μελανσόν, χαρακτήρισε το αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές της «Αναγέννησης», του συνασπισμού του Μακρόν, «τόσο αδύναμο» που σηματοδοτεί την αρχή του «τέλους του Μακρονισμού».
Η ενίσχυση των ποσοστών του αριστερού Νέου Λαϊκού Μετώπου, το πρόγραμμα του οποίου δανείζεται σε μεγάλο βαθμό από τη λαϊκιστική ευρωσκεπτικιστική άκρα αριστερά, θα μπορούσε επίσης να επιβαρύνει σοβαρά τις σχέσεις μεταξύ του Παρισιού και της ΕΕ, σχολιάζει ο Μπεν Χολ στους Financial Times.
Στο Νέο Λαϊκό Μέτωπο -ο τίτλος του οποίου παραπέμπει στο ιστορικό Λαϊκό Μέτωπο της Αριστεράς του Μεσοπολέμου- συμμετέχουν ετερόκλητες πολιτικές δυνάμεις από όλο το φάσμα της Αριστεράς, οι οποίες σε βασικά θέματα έχουν ελάχιστα σημεία επαφής: Η Ανυπότακτη Γαλλία (LFI), το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS), το Κομμουνιστικό Κόμμα (PCF), οι Πράσινοι, οι ακραίοι ευρωσκεπτικιστές του Νέου Αντικαπιταλιστικού Κόμματος και άλλα μικρά κόμματα.
Η Αριστερά έχει παρουσιάσει έναν πολλά υποσχόμενο κατάλογο μέτρων, όπως αυξήσεις στους μισθούς του δημόσιου τομέα και δαπάνες για τον πολιτισμό και τον αθλητισμό, την κατάργηση την αύξηση του ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64 έτη, αυξήσεις στις κατώτατες συντάξεις, χρηματοδότηση 500.000 θέσεων παιδικής φροντίδας και ενεργειακά επιδόματα.
Σε απάντηση των κατηγοριών ότι το οικονομικό σχέδιο της ενωμένης Αριστεράς δεν είναι κοστολογημένο, μία ομάδα αριστερών οικονομολόγων επιμένει ότι οι πολιτικές τους θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν από 54 έως 95 δισ. ευρώ ετησίως, συμπιέζοντας τον πλούτο μέσω φορολογίας, επιβάλλοντας εκ νέου εισφορά στους πλούσιους που αλλάζουν φορολογική κατοικία και αυξάνοντας τον φόρο εισοδήματος και τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης για τους υψηλόμισθους.
Προτείνουν επίσης πολιτικές που έρχονται σε σύγκρουση με τις Βρυξέλλες, όπως τον τερματισμό των συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου, την εισαγωγή δασμών στα σύνορα για να διασφαλιστεί ο περιβαλλοντικός και κοινωνικός προστατευτισμός, φόρους σε επίπεδο ΕΕ για τα υπερκέρδη των επιχειρήσεων και των πλουσίων, καθώς και περιορισμούς στους κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ που θα επιτρέπουν την ύπαρξη εθνικών δημόσιων μονοπωλίων. Όλα αυτά θα μπορούσαν να βλάψουν σοβαρά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και να προκαλέσουν φυγή κεφαλαίων, δυσχεραίνοντας τις προοπτικές ανάπτυξης της Γαλλίας.
Ο αντίκτυπος στην Ευρωπη
Σε κάθε περίπτωση η Γαλλία θα ξυπνήσει στις 8 Ιουλίου σε ένα περιβάλλον πολιτικής αστάθειας σε περίοδο ιστορικών γεωπολιτικών και οικονομικών προκλήσεων για την Ευρώπη και με έναν πόλεμο να βρίσκεται σε εξέλιξη επί ευρωπαϊκού εδάφους. Ο Μακρόν τάσσεται αναφανδόν υπέρ της στήριξης της Ουκρανίας και βγαίνει μπροστά για τη στρατηγική αυτονομία της Ένωσης, έχοντας απέναντί του ένα κόμμα που βρισκόταν παραδοσιακά κοντά στον Βλαντιμίρ Πούτιν, και ας έχει τώρα αναθεωρήσει τουλάχιστον ως θέση που βγάζει προς τα έξω.
Με τη σημερινή γερμανική κυβέρνηση να ομφαλοσκοπεί μετά την ήττα των ευρωεκλογών και έχοντας να αντιμετωπίσει το επόμενο διάστημα δύσκολες συζητήσεις για τον προϋπολογισμό, και τη Γαλλία από την άλλη να βυθίζεται πιθανώς σε ένα παρατεταμένο κυβερνητικό αδιέξοδο, η γαλλογερμανική «ατμομηχανή» της ΕΕ θα βρεθεί ακινητοποιημένη. Είναι ένα σενάριο για το οποίο ανησυχούν στις Βρυξέλλες.
Ενώ τα κεντρικά θεσμικά όργανα της ΕΕ (Συμβούλιο, Κομισιόν, Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ύπατος εκπρόσωπος Εξωτερικής Πολιτικής) προετοιμάζονται για τη μετάβαση της εξουσίας αυτό το φθινόπωρο, η ΕΕ θα χρειαστεί ισχυρή υποστήριξη από τα βασικά κράτη-μέλη, ιδίως τη Γαλλία και τη Γερμανία, τις δύο ισχυρότερες οικονομίες της Ένωσης, για να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει τα επόμενα πέντε χρόνια -πολλώ δε μάλλον αν στον Λευκό Οίκο βρίσκεται ο Ντόναλντ Τραμπ.
«Ούτε οι ακροδεξιοί, ούτε οι ακροαριστεροί προτείνουν την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση- αντίθετα, θέλουν να αλλάξουν την ΕΕ εκ των έσω, ανακτώντας εξουσίες από τις Βρυξέλλες» σημειώνει ο Ματθίας Μάτθιτζ, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στη Σχολή Προηγμένων Διεθνών Σπουδών (SAIS) του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς και συνεργάτης του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων (CFR).
Ο ίδιος υποστηρίζει ότι οι δυνάμεις αυτές μπορούν να ματαιώσουν τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης προωθώντας αμφιλεγόμενους νόμους, οι οποίοι αναπόφευκτα θα καταλήξουν στο Δικαστήριο της ΕΕ. «Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος μια νέα γαλλική κυβέρνηση να ακολουθήσει τα παραδείγματα της Ουγγαρίας και πιο πρόσφατα της Ολλανδίας επιλέγοντας να εξαιρεθεί από ορισμένες ευρωπαϊκές πολιτικές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τη μετανάστευση και τις εθνικές προμήθειες, γεγονός που θα είχε άμεσο αντίκτυπο στη ζώνη Σένγκεν χωρίς σύνορα και στην ενιαία αγορά», αναφέρει.
Οι ευρωσκεπιτκιστικές τάσεις όλων των αποχρώσεων που θα βγουν ενισχυμένες από τις γαλλικές εκλογές απαιτούν να προηγείται η εθνική κυριαρχία και αν η Γαλλία εμφανίζεται με επαμφοτερίζουσες θέσεις, από τη μια του προέδρου Μακρόν και από την άλλη μιας ακροδεξιάς κυβέρνησης, που δεν θα είναι πλέον πρόθυμη να ακολουθήσει τους κανόνες της ΕΕ, τότε είναι αμφίβολο αν η Ένωση μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί όπως τις τελευταίες δεκαετίες.
Στο Παρίσι, ο Μακρόν επεξεργάζεται σενάρια της επόμενης ημέρας για μια συγκατοίκηση με την Άκρα Δεξιά -πιθανώς- με τον Ζορντάν Μπαρντελά στην πρωθυπουργία, είτε με μία αυτοδύναμη κυβέρνηση, είτε με μία κυβέρνηση μειοψηφίας. Η συγκατοίκηση δεν είναι πρωτοφανής στην πολιτική ζωή της Γαλλίας, είναι κάτι που έχει βιώσει άλλες τρεις φορές στη σύγχρονη ιστορία της.
Η συγκατοίκηση όμως στο παρελθόν ήταν μεταξύ κεντρώων δυνάμεων, των γκωλικών και των σοσιαλιστών, που συμμερίζονταν τις ίδιες αρχές για θεμελιώδη ζητήματα. Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων συγκατοικήσεων, η άμυνα και η εξωτερική πολιτική θεωρούνταν το άτυπο «αποκλειστικό πεδίο άσκησης εξουσίας του προέδρου, ο οποίος ήταν συνήθως σε θέση να βρίσκει συμβιβασμούς με τον πρωθυπουργό για να επιτρέπει στη Γαλλία να μιλάει με μια φωνή στο εξωτερικό. Ωστόσο, κάτι τέτοιο δεν ισχύει με την Άκρα Δεξιά, της οποίας οι θέσεις διαφέρουν ριζικά από την προσέγγιση του Μακρόν.