Την απόφαση να μη χρηματοδοτήσει νέα προγράμματα στην Ουγκάντα έλαβε η Παγκόσμια Τράπεζα, μετά την υιοθέτηση, τον Μάιο, του «νόμου κατά της ομοφυλοφιλίας του 2023», ο οποίος συγκαταλέγεται στους καταπιεστικότερους στον κόσμο.
Στην ανακοίνωση που δημοσιοποίησε χθες Τρίτη, ο χρηματοπιστωτικός θεσμός της Ουάσιγκτον τονίζει πως ο νόμος «αντίκειται θεμελιωδώς στο σύνολο των αξιών της Παγκόσμιας Τράπεζας» (ΠΤ), προσθέτοντας πως υπό αυτές τις συνθήκες, «δεν θα παρουσιαστεί καμιά νέα δημόσια χρηματοδότηση στο διοικητικό συμβούλιό μας».
«Πιστεύουμε πως το όραμά μας για την εξάλειψη της φτώχειας σ’ έναν βιώσιμο πλανήτη δεν είναι εφικτό παρά μόνο αν συμπεριλαμβάνει τους πάντες, ανεξαρτήτως φυλής, φύλου ή σεξουαλικού προσανατολισμού. Αυτός ο νόμος υπονομεύει τις προσπάθειες γι’ αυτό», εξήγησε η ΠΤ.
Μέλη του αμερικανικού Κογκρέσου απαίτησαν στα τέλη Ιουλίου από τον πρόεδρο της Παγκόσμιας Τράπεζας, τον Ατζάι Μπάγκα, να αναστείλει «κάθε τρέχουσα και μελλοντική χορήγηση» στο κράτος της Αφρικής «για όσο δεν ακυρώνεται ο νόμος κατά της ομοφυλοφιλίας».
Ο πρόεδρος Γιοουέρι Μουσέβενι, που κυβερνά τη χώρα της περιοχής των Μεγάλων Λιμνών με σιδηρά πυγμή από το 1986, επικύρωσε τον επίμαχο νόμο την 29η Μαΐου, προκαλώντας αγανακτισμένες αντιδράσεις από οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δυτικές κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς.
Παρά τις απειλές πως η χώρα θα υποστεί κυρώσεις, ο 78χρονος πρόεδρος διεμήνυσε πως «κανένας δεν θα μας κάνει να κουνηθούμε».
Το κείμενο προβλέπει βαριές ποινές για πρόσωπα που έχουν ομοφυλοφιλικές σχέσεις ή «προωθούν» την ομοφυλοφιλία. Το έγκλημα της «διακεκριμένης ομοφυλοφιλίας» επισύρει την ποινή του θανάτου, που πάντως δεν εφαρμόζεται πλέον εδώ και χρόνια στην Ουγκάντα.
Μπάιντεν: «Τραγική επίθεση» στα ανθρώπινα δικαιώματα
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν χαρακτήρισε τον νόμο «τραγική επίθεση» στα ανθρώπινα δικαιώματα. Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Τζουζέπ Μπορέλ έκανε λόγο για νόμο που «αντίκειται στα ανθρώπινα δικαιώματα».
Το 2014, διεθνείς πιστωτές μείωσαν τη βοήθειά τους, μετά την έγκριση προηγούμενου νόμου με στόχο την πάταξη της ομοφυλοφιλίας.
Η Ουάσιγκτον είχε αναστείλει τη χρηματοδότηση προγραμμάτων βοήθειας στην κυβέρνηση της Ουγκάντας και επέβαλε ταξιδιωτικές απαγορεύσεις. Ευρωπαϊκές χώρες (Δανία, Σουηδία, Νορβηγία, Ολλανδία...) είχαν επίσης παγώσει μέρος της βοήθειας που προσέφεραν σε διμερές επίπεδο.
Εκείνος ο νόμος εντέλει ακυρώθηκε από το Συνταγματικό Δικαστήριο λόγω τεχνικού σφάλματος στην ψήφισή του.