Ανεβαίνει κλίμακα ο πυρηνικός εκφοβισμός Πούτιν
Shutterstock
Shutterstock

Ανεβαίνει κλίμακα ο πυρηνικός εκφοβισμός Πούτιν

«Ο Ψυχρός Πόλεμος έχει τελειώσει. Ο κίνδυνος ενός παγκόσμιου πυρηνικού πολέμου έχει πρακτικά εξαφανιστεί» δήλωνε ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ένωσης, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, παραλαμβάνοντας το Νόμπελ Ειρήνης τον Ιούνιο του 1991, παρότι Ρωσία και Ηνωμένες Πολιτείες διατήρησαν τα μαζικά πυρηνικά τους οπλοστάσια. Μία 20ετία αργότερα, Βλαντιμίρ Πούτιν και Τζο Μπάιντεν επαναβεβαίωναν ενώπιον της διεθνούς κοινότητας την από κοινού δήλωση των Γκορμπατσόφ-Ρέιγκαν ότι «ένας πυρηνικός πόλεμος δεν μπορεί να κερδηθεί και δεν πρέπει ποτέ να διεξαχθεί». 

Δεν πέρασε ούτε ένας χρόνος από εκείνη τη Σύνοδο Κορυφής της Γενεύης, που είχε συγκεντρώσει επάνω της όλους τους προβολείς, και ο Ρώσος πρόεδρος επανέφερε μαζί με τον πόλεμο στην Ευρώπη την απειλή ενός πυρηνικού εφιάλτη επενδύοντας στο φόβο με στόχο να αποτρέψει τη Δύση να στηρίξει την Ουκρανία απέναντι στα ρωσικά στρατεύματα που εισέβαλαν στο έδαφός της. Εάν θα ήταν πράγματι ικανός να ανοίξει τις πύλες του φρενοκομείου είναι το ερώτημα που υποχωρεί και επανακάμπτει επί τρία ολόκληρα χρόνια τώρα.

Ο Πούτιν έβγαλε «μπροστά» το ρωσικό πυρηνικό οπλοστάσιο από την πρώτη ημέρα του πολέμου, λέγοντας στο διάγγελμα της 22ας Φεβρουαρίου 2022 με το οποίο ανακοίνωνε την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία ότι οποιαδήποτε χώρα παρέμβει θα αντιμετωπίσει «συνέπειες που δεν έχετε ξαναδεί». Η δήλωση αυτή έγινε ευρέως αντιληπτή ως μια συγκεκαλυμμένη απειλή για χρήση πυρηνικών· έχουν ακολουθήσει δεκάδες άλλες κάθε άλλο παρά συγκεκαλυμμένες και η αναθεώρηση του ρωσικού πυρηνικού δόγματος.

Ίσως, η μεγαλύτερη αποτυχία του Βλαντιμίρ Πούτιν σε αυτό τον πόλεμο είναι πως δεν κατάφερε μέσω της συστηματικής αυτής εκστρατείας τρομοκράτησης περί ενός επερχόμενου πυρηνικού Αρμαγεδδώνα να αποτρέψει τη Δύση από να προσφέρει κολοσσιαία στρατιωτική βοήθεια στο Κίεβο. Ο «πυρηνικός εκφοβισμός» δεν απέδωσε και οι δυτικές χώρες προοδευτικά από την αρχή του πολέμου ξεπέρασαν πολλές «κόκκινες» γραμμές της Μόσχας, παρέχοντας στην Ουκρανία άρματα μάχης, προηγμένα πυραυλικά συστήματα, μαχητικά F-16. Επήλθε την τελευταία τριετία έως και εξοικείωση με τις απειλές περί χρήσης πυρηνικών.

Παρά τους διαρκείς «βρυχηθμούς» και την εμπρηστική ρητορική κατά της Δύσης, ο Βλαντιμίρ Πούτιν απέφυγε να προβεί σε κινήσεις που θα άνοιγαν πεδίο ευθείας αντιπαράθεσης με το ΝΑΤΟ ακόμη και όταν οι δυτικές κυβερνήσεις αγνόησαν μία προς μία τις προειδοποιήσεις του και «έριξαν» βαρύ οπλισμό στην Ουκρανία, περιλαμβανομένων των αμερικανικών τανκς Abrams και των HIMARS. Οι αντιδράσεις της Μόσχας ήταν υποτονικές και, συχνά, καθυστερημένες. Συνήθως, συνεπάγονταν κλιμάκωση ρητορικής για τα πυρηνικά, μπαράζ επιδρομών στην Ουκρανία, καθώς και επιχειρήσεις υβριδικού πολέμου εναντίον δυτικών χωρών. 

Η κόκκινη γραμμή που πέρασε ωστόσο την περασμένη εβδομάδα στην εκπνοή της θητείας του ο Τζο Μπάιντεν με το «πράσινο φως» στη χρήση των ATACMS για πλήγματα εντός Ρωσίας «είδε» την άμεση αντίδραση Πούτιν όχι μόνο με την επικαιροποίηση του πυρηνικού δόγματος (που σχεδιαζόταν επί μήνες και «αξιοποιήθηκε» τώρα χρονικά) αλλά πρωτίστως με το πολύ συγκεκριμένο μήνυμα που έσπευσε να στείλει στη Δύση με την εκτόξευση του βαλλιστικού πυραύλου μέσου βεληνεκούς Oreshnik (σημαίνει καρυδιά στη ρωσική) στην Ουκρανία. 

Ο «πειραματικός» πύραυλος που εξαγγέλλει ο Πούτιν ότι θα περάσει σε μαζική παραγωγή (βασισμένος στη σχεδίαση του διηπειρωτικού βαλλιστικού πυραύλου μεγαλύτερου βεληνεκούς RS-26 Rubezh) έφερε φορτίο MIRVed (πολλαπλές ανεξάρτητες κεφαλές), το οποίο και συνδέεται αποκλειστικά με πυραύλους ικανούς να φέρουν πυρηνικές κεφαλές. Ο Oreshnik εκτοξεύτηκε με συμβατική κεφαλή, αλλά η Μόσχα θα μπορούσε να έχει χρησιμοποιήσει πυρηνική εφόσον ήθελε. Αυτό ήταν και το «νόημα». Όπως και ότι διαθέτει βεληνεκές 5.000 χλμ και επιτρέπει έτσι στη Ρωσία να πλήξει το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, αλλά και τη δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η χρήση πυραύλου με δυνατότητα να φέρει πυρηνική κεφαλή συνιστά σαφή απόκλιση από το ψυχροπολεμικό δόγμα αποτροπής, σημειώνουν οι αναλυτές. Η ανάπτυξη της κουλτούρας της «Αμοιβαίας Εξασφαλισμένης Καταστροφής» (ΜΑD) διαμόρφωσε για δεκαετίες τη στρατηγική αντίληψη ΗΠΑ-Βρετανίας-Γαλλίας από τη μια πλευρά και Σοβιετικής Ένωσης από την άλλη, που αποτυπώθηκε στη δήλωση Ρέιγκαν-Γκορμπατσόφ ότι «ένας πυρηνικός πόλεμος δεν μπορεί να κερδηθεί και δεν πρέπει ποτέ να διεξαχθεί».

Οι σχέσεις Ρωσίας-Δύσης όχι μόνο περνούν στη σοβαρότερη φάση κλιμάκωσης από την έναρξη του πολέμου, αλλά η κίνηση της Ρωσίας μπορεί να αντανακλά και μία πιθανή αλλαγή στη δυναμική της παγκόσμιας ασφάλειας. Οι κίνδυνοι αυξάνονται και οι αβεβαιότητες εντείνονται σε ένα ούτως ή άλλως κρίσιμο μεταβατικό διάστημα έως ότου επανέλθει στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών ο Ντόναλντ Τραμπ. Μπροστά στα νέα δεδομένα, την Τρίτη συνεδριάζει σε επίπεδο πρεσβευτών στις Βρυξέλλες το Συμβούλιο ΝΑΤΟ-Ουκρανίας κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης του Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Η μείζονος σημασίας αλλαγή στην πολιτική Μπάιντεν -που έχει εγκρίνει και την αποστολή των αμφιλεγόμενων ναρκών κατά προσωπικού στο Κίεβο- και το ακόλουθο πράσινο φως της Βρετανίας για τους πυραύλους Storm Shadow ήλθαν ακριβώς με φόντο την επερχόμενη προεδρία Τραμπ. Για το Κίεβο, όπως και για τη Μόσχα, πλησιάζει η στιγμή που θα κρίνει την τύχη του πολέμου. 

Ως προς το ρωσικό πυρηνικό δόγμα, η αναθεώρησή του είχε σε κάθε περίπτωση δρομολογηθεί από το καλοκαίρι και η «υπογραφή» Πούτιν εντός της εβδομάδας δεν «τάραξε» την Ουάσινγκτον. Το νέο δόγμα επιτρέπει εφεξής τη χρήση πυρηνικών όπλων ακόμη και σε επίθεση με συμβατικά όπλα κατά της Ρωσίας -αλλά και της Λευκορωσίας- από οποιοδήποτε κράτος μη πυρηνική δύναμη, που υποστηρίζεται το ίδιο από πυρηνική δύναμη. Η χρήση πυρηνικών επιτρέπεται όταν επίθεση με συμβατικά όπλα κριθεί ότι συνιστά απειλή για την κυριαρχία ή την εδαφική ακεραιότητα. Μέχρι σήμερα, το δόγμα όριζε ότι η Ρωσία μπορεί να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα μόνο σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης ή σε περίπτωση επίθεσης που έθετε σε κίνδυνο την ύπαρξη του κράτους.

Οποιαδήποτε επίθεση εναντίον της Ρωσικής Ομοσπονδίας με την υποστήριξη ή τη συμμετοχή κράτους που αποτελεί πυρηνική δύναμη θα θεωρείται ότι διεξάγεται από κοινού, όπως ακριβώς η επίθεση ενός κράτους που είναι μέρος μίας στρατιωτικής συμμαχίας ή ενός μπλοκ θα θεωρείται επίθεση ολόκληρης της συμμαχίας ή του μπλοκ. Ωστόσο, οι αποφάσεις σχετικά με τη χρήση της πυρηνικής αποτροπής δεν εξαρτώνται τόσο από τις διατυπώσεις του δόγματος όσο από τη βούληση του Πούτιν και την εκτίμηση των πραγματικών κινδύνων.

Εάν όντως η Ρωσία έκανε χρήση τακτικού πυρηνικού όπλου, αυτό θα σηματοδοτούσε πιθανότατα περισσότερους κινδύνους από ό,τι οφέλη για τον Πούτιν σε αυτό το σημείο, συναινούν οι αναλυτές. Θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την υποστήριξη από την Κίνα και άλλες χώρες που είναι απαραίτητες για τη συνέχιση ενός πολέμου φθοράς έως τη στιγμή της διαπραγμάτευσης. Θα μπορούσε επίσης να επιφέρει μεγαλύτερη εμπλοκή της Δύσης και του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία, θέτοντας έτσι σε κίνδυνο τη θετική δυναμική στις γραμμές του μετώπου. Και θα περιέπλεκε τις αναμενόμενες συνομιλίες με την επερχόμενη κυβέρνηση Τραμπ προς τερματισμό του πολέμου με όρους ευνοϊκούς προς τον ίδιον. Κατά τους αναλυτές, δεν μπορεί να αποκλειστεί μία επίδειξη ισχύος με ανάπτυξη μέσων με πυρηνικές ικανότητες πιο κοντά στις δυτικές πρωτεύουσες, όπως οι πρόσφατες διελεύσεις και ασκήσεις του ρωσικού Ναυτικού στη Μάγχη και τη Βόρεια Θάλασσα. Ταυτόχρονα, η Μόσχα θα μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω τις επιχειρήσεις υβριδικού πολέμου εναντίον των δυτικών χωρών, ιδίως εκείνων που υποστηρίζουν την Ουκρανία.