Του Γιώργου Παυλόπουλου
Η χθεσινή είσοδος του στρατού της Δαμασκού στην Μανμπίτζ, όπου κυματίζει ξανά η σημαία της Συρίας μετά από 6 περίπου χρόνια, ήταν αναμενόμενη. Από τη στιγμή που οι Κούρδοι της περιοχής συνειδητοποίησαν ότι θα βρίσκονταν σύντομα αντιμέτωποι με τις κατά πολύ υπέρτερες δυνάμεις των Τούρκων και των συμμάχων τους και με τους Αμερικανούς να έχουν αποχωρήσει, ήταν φυσικό να στραφούν προς τον Άσαντ και τους συμμάχους του για να βρουν στήριγμα.
«Καλούμε τις κυβερνητικές δυνάμεις να αναπτυχθούν στις περιοχές από όπου αποσύρθηκαν οι δυνάμεις μας, κυρίως στην Μάνμπιτζ και να προστατεύσουν αυτές τις περιοχές κατά της τουρκικής εισβολής», αναφέρεται στην ανακοίνωση της κουρδικής πολιτοφυλακής YPG, που αναγκάζεται να πληρώσει βαρύ τίμημα.
Πλέον, οι Κούρδοι θα «θάψουν» και πάλι το όνειρο της διευρυμένης αυτονομίας και πολύ περισσότερο της ανεξαρτησίας, καθώς το καθεστώς επιστρέφει νικητής στα εδάφη που είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει λίγο μετά το ξέσπασμα του πολέμου -αρχικά στο Ισλαμικό Κράτος, το οποίο εκδίωξαν οι Κούρδοι το 2016 με τη βοήθεια των Αμερικανών.
Όπως ξεκαθάρισε δε η Μόσχα, που ουσιαστικά υπαγορεύει στον Άσαντ τι θα κάνει, στόχος δεν είναι να ανακτηθεί μόνο η Μανμπίτζ, αλλά το σύνολο των εδαφών της χώρας -μαζί και όλων των εδαφών στα οποία κατοικούν οι Κούρδοι, συμπεριλαμβανομένου του καντονιού της Ροζάβα, όπου βρίσκεται και το μαρτυρικό Κομπάνι.
«Είναι ένα θετικό βήμα προς την κατεύθυνση της σταθεροποίησης της κατάστασης», δήλωσε χαρακτηριστικά ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ. «Οι ΗΠΑ καθοδηγούσαν επί μακρόν τους Κούρδους της Συρίας και τώρα τους εγκατέλειψαν, όπως έχουν κάνει και με πολλούς πριν από αυτούς. Έτσι, τώρα, οι Κούρδοι ζητούν την προστασία της Δαμασκού και της Μόσχας», έγραψε από την πλευρά του στο Twitter ο πρόεδρος της επιτροπής πληροφοριών της ρωσικής Άνω Βουλής, Αλεξέι Πουσκόφ.
Η εξέλιξη αυτή, εκτός των άλλων, ότι φέρνει σε πολύ δύσκολη θέση την Τουρκία και προσωπικά τον Ταγίπ Ερντογάν. Η πρώτη αντίδραση του Τούρκου προέδρου μαρτυρά, άλλωστε, την εμφανή του αμηχανία, καθώς μέχρι χθες διεμήνυε προς κάθε κατεύθυνση -όπως έκανε και ο υπουργός Εξωτερικών και άλλα στελέχη της κυβέρνησης- ότι η απόφαση για ανακατάληψη της Μανμπίτζ είναι δεδομένη, ενώ σύντομα θα έρθει η ώρα και για στρατιωτικές επιχειρήσεις ανατολικά του Ευφράτη. Για τον λόγο αυτό, εξάλλου, έχουν συγκεντρωθεί στα σύνορα με τη Συρία ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις.
«Στην παρούσα κατάσταση, συνεχίζουμε να υποστηρίζουμε την ακεραιότητα του συριακού εδάφους. Αυτές οι περιοχές ανήκουν στην Συρία. Όταν οι τρομοκρατικές οργανώσεις θα έχουν φύγει από την περιοχή, δεν θα υπάρχει τίποτε για εμάς να κάνουμε εκεί...Το θέμα δεν είναι η Μανμπίτζ (...) στόχος μας είναι να εξαφανίσουμε όλες τις τρομοκρατικές οργανώσεις από την περιοχή. Κύριος στόχος μας είναι οι YPG να πάρουν εδώ ένα αναγκαίο μάθημα», ήταν η πρώτη δήλωση του Ερντογάν, ενώ το υπουργείο Άμυνας ανέφερε πως «YPG και PKK είναι τρομοκρατικές οργανώσεις και δεν έχουν καμία δικαιοδοσία ή εξουσία για να κάνουν δηλώσεις εκ μέρους των κατοίκων της περιοχής ή να προσκαλούν σε αυτήν οποιαδήποτε άλλα στοιχεία».
Είναι προφανές, ωστόσο, ότι τα πράγματα δεν εξελίσσονται όπως θα ήθελε ο Ερντογάν, ο οποίος τώρα είναι υποχρεωμένος είτε να βρει ένα δρόμο αξιοπρεπούς υπαναχώρησης και απεμπλοκής είτε να επιλέξει την πολεμική σύρραξη με τον στρατό του Άσαντ και, άρα, με τη Ρωσία.
Υπό αυτό το πρίσμα, η σημερινή επίσκεψη στη Μόσχα τουρκικής αντιπροσωπείας, με επικεφαλής τους Μεβλούτ Τσαβούσογλου και τον Χουλουσί Ακάρ, καθώς και η συνάντηση που αναμένεται να έχει με τον Βλαντιμίρ Πούτιν ο ίδιος ο Ερντογάν στις αρχές Ιανουαρίου, στο πλαίσιο της νέας τριμερούς με τη συμμετοχή και του Ιράν, έχουν ιδιαίτερη κρισιμότητα. Η τουρκική πλευρά είναι σαφές ότι, αρχικά, θα επιχειρήσει να πείσει τους Ρώσους να εκδιώξουν τις κουρδικές δυνάμεις από την Μανμπίτζ και την ευρύτερη περιοχή (κάτι που είχαν συμφωνήσει και με τους Αμερικανούς), έτσι ώστε στη συνέχεια να παρουσιάσουν αυτή την εξέλιξη ως επιτυχία τους και να ισχυριστούν ότι δεν είναι πια αναγκαία μια στρατιωτική επέμβαση.
Η αποδοχή του συγκεκριμένου σχεδίου από τη Μόσχα, όμως, είναι εξαιρετικά αμφίβολη, καθώς προϋποθέτει ουσιαστικά τον αφοπλισμό των Κούρδων και την πλήρη και ταπεινωτική συνθηκολόγησή τους. Κάτι που σημαίνει, πρακτικά, ότι η πληγή θα μείνει ανοιχτή και αργά ή γρήγορα θα οδηγήσει σε νέο γύρο συγκρούσεων.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο Ερντογάν είναι αναγκασμένος να «καταπιεί» την παραμονή του Άσαντ στην εξουσία, εγκαταλείποντας στο... πεδίο της μάχης τη σημαία της ανατροπής του ή, έστω, της αποχώρησής του, που κράδαινε όλα τα προηγούμενα χρόνια. Και να δει, έτσι, το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της χώρας να μετατρέπεται και πάλι σε ένα «βιλαέτι» του Σύρου μονάρχη και των ισχυρών προστατών του. Σαν να μην είχε γίνει πόλεμος, σαν να μην είχε υπάρξει ούτε ένας νεκρός, σαν να μην είχε φύγει ούτε ένας πρόσφυγας...
Mikhail Klimentyev, Sputnik, Kremlin Pool Photo via AP, File