Έχουν γραφτεί για αυτόν εκατοντάδες άρθρα και μερικές δεκάδες βιβλία. Για πολλά χρόνια ήταν ο υπεύθυνος για την εσωτερική πολιτική της ρωσικής προεδρίας, ενώ μετά το 2014 είχε αναλάβει την εποπτεία των ανατολικών περιοχών της Ουκρανίας, τις οποίες μετά την υβριδική επιχείρηση την άνοιξη - καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς, είχε προσαρτήσει παράνομα η Ρωσία.
Θεωρείται ο εμπνευστής και ιδεολογικός καθοδηγητής της θεωρίας και του κινήματος του «Ρωσικού κόσμου», αλλά και άνθρωπος εκείνος που διατύπωσε τη θεωρία «περί βαθέος ρωσικού λαού», ο οποίος ταυτιζόμενος με τον ηγέτη, αποτελεί την ατμομηχανή της ρωσικής ιστορίας, αλλά και την αιχμή του δόρατος της επεκτατικής πολιτικής του Κρεμλίνου.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που τον θεωρούν ως μία, αν όχι την κυριότερη, από τις πλέον σκοτεινές προσωπικότητες της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας, αν και ο ίδιος διασκεδάζει, απ’ ότι δείχνουν τα πράγματα, παίζοντας με το κοινό, πότε δημοσιεύοντας με το όνομα της συζύγου του ένα πολιτικό μυθιστόρημα, όπου ειρωνεύεται το πολιτικό σύστημα που ο ίδιος δημιούργησε, διανθισμένο με σκληρές σαδοζομαζοχιστικές σκηνές και πότε δημοσιεύοντας προφητικά άρθρα, τα οποία κλείνουν με βωμολοχίες γνωστών Ρώσων τράπερ.
Ο λόγος φυσικά για τον Βλαντισλάβ Σουρκόφ, τον αποκαλούμενο και Μαύρο Δημιουργό του ρωσικού πολιτικού κατεστημένου.
Γεννήθηκε ο Βλαντισλάβ Γιούρεβιτς Σουρκόφ το 1964. Η μητέρα του ήταν δασκάλα, η οποία μετά την αποφοίτησή της από την Παιδαγωγική Ακαδημία, διορίστηκε σε ένα χωριό της Τσετσενίας, όπου γνώρισε τον πατέρα του, Γιούρι Ντουντάγιεφ, επίσης δάσκαλο. Ο πατέρας του, προφανώς έπληττε με τη ζωή στο χωριό. Λίγο χρόνια αργότερα, έπιασε δουλειά στην τοπική τηλεόραση, αλλά ούτε η δουλειά του δημοσιογράφου του άρεσε. Ακολούθησαν οι σπουδές σε στρατιωτική σχολή, η αποφοίτησή και η ένταξή του στις Ειδικές Δυνάμεις της Σοβιετικής Στρατιωτικής Κατασκοπίας, με τις οποίες συμμετείχε σε διάφορες επιχειρήσεις στο Βιετνάμ. Στην οικογένειά του, δεν επέστρεψε ποτέ και τον μικρό Βλαντισλάβ τον μεγάλωσαν κακομαθαίνοντάς του, πότε οι παππούδες από την μεριά της μητέρας και πότε οι παππούδες από την μεριά του πατέρα στην Τσετσενία.
Το 1971 τον βρίσκει μαζί με την μητέρα του στο Ριαζάν, όπου είχε μετατεθεί και εκεί ολοκλήρωσε τη φοίτησή του στις οκτώ τάξεις του σχολείου. Το 1983 - 1985 υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία σε μία μονάδα πυροβολικού στην Ουγγαρία. Αργότερα, ο πρώην υπουργός Άμυνας της Ρωσίας Σεργκέι Ιβανόφ, δήλωσε πως ο Σουρκόφ υπηρέτησε στις Ειδικές Δυνάμεις της Ρωσικής Στρατιωτικής Κατασκοπίας, πράγμα που παραδέχτηκε και ο πατέρας του, σε μία μεταγενέστερη συνέντευξή του.
Ο μίτος της Αριάδνης - Η παρέα με τους ολιγάρχες
Η είσοδος του Σουρκόφ στην ρωσική πολιτική σκηνή, έγινε μέσω της επιχειρηματικής δράσης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90, ήταν μέλος του στενού κύκλου του ολιγάρχη Μιχαήλ Χοντορκόφσκι, γνωστού σήμερα επικριτή του Βλαντίμιρ Πούτιν, με τον οποίο είχαν γνωριστεί σε σχολή πάλης. Ο Σουρκόφ ασχολήθηκε αρχικά με τις δημόσιες σχέσεις του ομίλου «Menatep», αργότερα ανέλαβα το lobbing με την Κρατική Δούμα, την κυβέρνηση και την προεδρία της χώρας. Στα τέλη αυτής της θυελλώδους δεκαετίας, ο Σουρκόφ γνωρίζει τον ολιγάρχη Μπορίς Μπερεζόφσκι, ο οποίος του ανέθεσε τα καθήκοντα του αναπληρωτή διευθυντή του τηλεοπτικού του σταθμού ΟΡΤ, με αρμοδιότητα τις σχέσεις με τις αρχές. Εκείνη την περίοδο, την άνοιξη του 1999, τον πρόσεξε ο προσωπάρχης της προεδρίας Γιέλτσιν, Αλεξάντρ Βολόσιν, ο οποίος τον προσέλαβε, αναθέτοντας του τον τομέα ευθύνης των σχέσεων του Κρεμλίνου με τη Δούμα.
Στην καρδιά του Κρεμλίνου
Ο Βλαντισλάβ Σουρκόφ στη νέα του θέση, απλά ξεδίπλωσε όλα του τα ταλέντα, κυριότερο εκ των οποίων ήταν η ίντριγκα. Η πρώτη μεγάλη του αποστολή, ήταν να υπονομεύσει τη συμμαχία του Γιεβγκένι Πριμακόφ με τον τότε δήμαρχο της Μόσχας Γιούρι Λουζκόφ «Η πατρίδας μας - Όλη η Ρωσία». Συμμετείχε άμεσα στη διοργάνωση των εκλογών για την ανάδειξη του Β. Πούτιν στην θέση του προέδρου και στη συνέχεια ήταν ο εμπνευστής της συνένωσης των δύο κομμάτων, δηλαδή της «Ενότητας» και του «Η πατρίδα μας - Όλη η Ρωσία», σε έναν ενιαίο πολιτικό οργανισμό με τον τίτλο «Ενιαία Ρωσία».
Ο Σουρκόφ, κατά τη γνώμη πολλών δημοσιογράφων αλλά και πολιτικών αναλυτών της εποχής, δεν επόπτευε απλά, αλλά προγραμμάτιζε και μάλιστα πολλά και διαφορετικά πολιτικά σχέδια ταυτοχρόνως, όπως προεδρικές εκλογές, δημιουργία κομμάτων, εκλογή κυβερνητών κ.λπ. Παρέμεινε στη σκιά μέχρι το 2004, όταν διορίστηκε αναπληρωτής προσωπάρχης του Κρεμλίνου, μα είναι κοινός τόπος πως και πριν το διορισμό του, είχε την ευθύνη της εσωτερικής πολιτικής, καθορίζοντας αποφάσεις, δημιουργώντας και εξαφανίζοντας φιγούρες στον μιντιακό χώρο, εγκρίνοντας και απορρίπτοντας διάφορες πολιτικές προτάσεις και σχέδια. Την εποχή εκείνη, ήταν ο εμπνευστής της θεωρίας του «ελεγχόμενου εθνικισμού».
Η ακροδεξιά θερμοκοιτίδα
Δική του ήταν η ιδέα ίδρυσης του κινήματος «Νάσι» (Δικοί μας), η πλειονότητα των μελών του οποίου ήταν οι χούλιγκανς της ΤΣΕ.ΣΕ.ΚΑ Μόσχας Gallant Steeds, με επικεφαλής του Αλεξέι Μιτριούσιν, πρώην σωματοφύλακα του Βασίλι Γιακεμένκο, επικεφαλής του «Νάσι» και προστατευόμενου του Β. Σουρκόφ. Με το κίνημα αυτό συνεργαζόταν και οι οργανωμένοι χούλιγκανς «Μονομάχοι», της ομάδας «Σπαρτάκ» της Μόσχας. Ο ίδιος ο Β. Γιακεμένκο, δήλωσε κατ’ επανάληψη δημόσια πως πρέπει να ενταχθούν στο κίνημα «Νάσι» και οι σκίνχεντ, οι οποίοι είναι πραγματικοί πατριώτες της Ρωσίας και χρειάζονται μια εναλλακτική πίστη. Ο Σουρκόφ υποστήριξε ενεργά αυτό το κίνημα, συμμετείχε στις συγκεντρώσεις τους, επισκέφτηκε τις θερινές κατασκηνώσεις του στο νησί Σελιγκέρ, η φύλαξη του οποίου είχε ανατεθεί σε ειδικές ομάδες ακροδεξιών. Αργότερα, οι «Νάσι» συμμάχησαν με τους ακροδεξιούς εναντίον τις ριζοσπαστικής αριστεράς, τους Εθνικομπολσεβίκους του Εντουάρντ Λιμόνοφ και τα μέλη του κόμματος «Η άλλη Ρωσία». Οι «Νάσι» δεν περιφρόνησαν ούτε το ξενοφοβικό Κίνημα κατά της παράνομης μετανάστευσης του Αλεξάντρ Μπέλοφ (Πότκιν), εντάσσοντας τα μέλη του στις «ομάδες περιφρούρησης», οι οποίες ασκούσαν αστυνομικά καθήκοντα σε βάρος των μεταναστών. Από τότε, όμως, το ρωσικό κράτος, είχε απολέσει το μονοπώλιο άσκησης νόμιμης βίας.
Λίγο αργότερα, εμφανίστηκε το εθνικιστικό, λαϊκιστικό κόμμα «Πατρίδα» με επικεφαλής του Ντμίτρι Ρογκόζιν, μετέπειτα επικεφαλής της Ρωσικής Υπηρεσίας Διαστήματος και τον Σεργκέι Μπαμπούριν. Η «Πατρίδα» ιδρύθηκε με την ανοχή, αν όχι την ενεργό υποστήριξη του Σουρκόφ. Το σχέδιο του ήταν απλό: οι λαϊκιστικές εθνικιστές μπορούσαν να αποσπάσουν ψήφους από τον Κομμουνιστικό Κόμμα της Ρωσικής Ομοσπονδίας, το οποίο την εποχή εκείνη δεν διακρινόταν για την αφοσίωσή του στο Κρεμλίνου και, ταυτόχρονα, να πιέσει την κοινή γνώμη με το επιχείρημα: αν δεν στηρίξετε τον ένοικο του Κρεμλίνου, οι επόμενοι θα είναι φασίστες. Αργότερα, πολλά μέλη της «Πατρίδας» παραδέχτηκαν πως ήταν ενεργούμενα του Σουρκόφ. Πολλές ακροδεξιές ομάδες οφείλουν την ίδρυση και τη δράση τους στον δαιμόνιο «μαιευτήρα» πολιτικών σχηματισμών. Ανάμεσά του και η οργάνωση «Ρωσικός τρόπος» μέλη του οποίου παραδέχτηκαν πως δεν έκαναν τίποτα αν δεν έπαιρναν «πράσινο φως». Το ίδιο ισχυρίζονται τα μέλη μιας άλλης ακροδεξιάς οργάνωσης της «Σλαβικής Ένωσης» με επικεφαλής τον Ντμίτρι Ντιομούσκιν. Η πιο γνωστή ακροδεξιά ομάδα που ιδρύθηκε άμεσα από τον Σουρκόφ, είναι η συμμορία των μοτοσικλετιστών «Λύκοι της νύχτας», η διαρκής προβολή της οποίας από τους τηλεοπτικούς σταθμούς, αποσκοπούσε στην εξοικείωση του κοινού με την αισθητική του ρωσικού εθνικισμού και της βίας. Αξίζει να σημειωθεί πως οι οργανώσεις αυτές διοργάνωναν «εκπαιδευτικές, επιμορφωτικές επισκέψεις» στη Σερβία και στο Κόσοβο, όπου μελετούσαν την εμπειρία του εμφυλίου πολέμου στις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Αποθρασυνόμενοι από την ανοχή και τη στήριξη, οι ακροδεξιοί άρχισαν να αλωνίζουν στη χώρα. Η οργάνωση «Ρωσικός τρόπος» ίδρυση την «Μαχητική οργάνωση ρώσων εθνικιστών», η οποία ευθύνεται για μια σειρά πολύκροτων δολοφονιών, όπως δικαστών, δικηγόρων, δημοσιογράφων, στελεχών του αντιφασιστικού κινήματος, μουσουλμάνων αθλητών κ.λπ. Η ρατσιστική οργάνωση «Βορράς» μόνο κατά την περίοδο από το φθινόπωρο του 2007 μέχρι το καλοκαίρι του 2008 πραγματοποίησε 27 δολοφονίες, μέλη της οποίας ήταν νεαρά άτομα ηλικίας από 17 έως 27 ετών. Η νεοναζιστική οργάνωση «Λευκοί λύκοι» είχε αναλάβει την μετωπική αντιπαράθεση με την κοινωνία, διοργανώνοντας εκδήλωση για τα γενέθλια του Χίτλερ στην Μόσχα, αποκορύφωμα της οποίας ήταν η δολοφονία ενός ουζμπέκου μετανάστη και η ανάρτηση του φονικού στο Youtube.
Από το σκηνικό αυτό, δεν θα μπορούσε να λείπει και ο «ιεραπόστολος» του Ευρασιανισμού Αλεξάντρ Ντούγκιν, ο οποίος την εποχή της παντοδυναμίας του Σουρκόφ, είχε την ευκαιρία να ιδρύσει την «Ευρασιανική Ένωση Νεολαίας».
Στην αύξηση της επιρροής του Σουρκόφ στο πολιτικό κατεστημένο της Ρωσίας, αποδίδεται και η στροφή του Πούτιν στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, προς τους ιδεολογικούς εκπροσώπους της Λευκής Φρουράς και των φιλομοναρχικών κύκλων της ρωσικής εμιγκράτσιας, όπως ο Ιβάν Ιλίν, ο Νικολάι Μπερντιάγιεφ κ.ά. Ο Σουρκόφ, ήταν εκείνος που χάρισε στον Πούτιν μία συλλογή δοκιμίων του Ι. Ιλίν, από την οποία, φυσικά, απουσίασαν οι πιο «βαριές» θεωρητικές εργασίες του στοχαστή και φυσικά τα έργα όπου υμνούσε τον ιταλικό φασισμό και τον γερμανικό εθνικοσοσιαλισμό.
Επιστήθιος φίλος του Β. Σουρκόφ είναι και ο γνωστός «διαμονοδιώκτης» σκηνοθέτης Νικίτας Μιχαλκόφ, ο οποίος ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση έχει μετατραπεί σε αυλικό γελωτοποιό του Κρεμλίνου, διαφημίζοντας τις νεο-φιλομονοαρχικές του ιδέες.
Η επιρροή του Σουρκόφ στον Πούτιν, διαπιστώθηκε από το γεγονός πως ο τελευταίος αναφέρθηκε πέντε φορές (το 2005, 2006, 2012, 2013 και 2014) στον Ιλιν κατά τη διάρκεια του ετήσιου διαγγέλματός του αλλά και σε ομιλίες του ενώπιων ανώτατων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων της Ρωσίας. Το 2006, με εντολή του Πούτιν και χρηματοδότηση της ρωσικής προεδρίας, αγοράστηκε το αρχείο του Ιλίν από τις ΗΠΑ και τρία χρόνια αργότερα, έγινε η μετακομιδή των οστών του και η ανέγερση μνημείου.
Άλλη μία ιδέα του Σουρκόφ που αξίζει να σημειώσουμε είναι η καθιέρωση της 4ης Νοεμβρίου ως Ημέρα της λαϊκής ενότητας, σε αντικατάσταση της γιορτής της 7ης Νοεμβρίου για την επέτειο της Οκτωβριανής επανάστασης. Από τις λίγες ιδέες του δαιμόνιου αυτού πολιτικού που δεν έτυχαν ευρείας αποδοχής και κατανόησης από την ρωσική κοινωνία.
Η θεωρία της «κυρίαρχης δημοκρατίας»
Κάπου στα μέσα της πρώτης δεκαετίας του νέου αιώνα, ο Σουρκόφ λάνσαρε τη νέα του θεωρία περί «κυρίαρχης δημοκρατίας», η οποία έτυχε ευρύτατης αποδοχής από τους ακροδεξιούς και μη μοναρχικούς κύκλους. Για πρώτη φορά, ο όρος «κυρίαρχη δημοκρατία» ακούσηκε από τον ίδιο το καλοκαίρι του 2006, κατά τη διάρκεια μιας παρουσίασης, όταν ο Σουρκόφ τον αντιπαρέβαλε στον όρο «διευθυνόμενη δημοκρατία», λέγοντας πως ουσιαστικά, αυτή είναι η πορεία για τον «ειδικό δρόμο» της Ρωσίας στην παγκόσμια σκηνή και την ιστορία.
Λίγο αργότερα, δημοσίευσε ένα εκτεταμένο άρθρο με τίτλο «Η εθνικοποίηση του μέλλοντος» στο οποίο ανέπτυσσε την θεωρία του για την «κυρίαρχη δημοκρατία». Στόχος του άρθρου, κατά τον ίδιο, ήταν η νέα θεωρία να συμβάλει «στη διαμόρφωση ενός προσανατολισμένου στα εθνικά συμφέροντα της Ρωσίας κοινωνικού στρώματος».
Αυτή ειδικά η θεωρία, ήταν το έναυσμα για την ίδρυση της Λέσχης του Ίζμπορσκ, στην οποία έχουμε αναφερθεί σε προηγούμενα σημειώματα και θα της αφιερωθεί ειδικό κείμενο στο άμεσο μέλλον. Η θεωρία της «κυρίαρχης δημοκρατίας» προκάλεσε κύματα ενθουσιασμού και εγκωμίων, με προεξάρχοντας τον «πατριάρχη των ακροδεξιών ριζοσπαστών» πρώην κομμουνιστή δημοσιογράφο και σχολιαστή Α. Προχάνοφ, αλλά και του γνωστού και μη εξαιρετέου Α. Ντούγκιν.
Ο πόλεμος στο Ντονμπάς
Τον χειμώνα του 2011 έγιναν στην Μόσχα μεγάλες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας κατά της πολιτικής του Κρεμλίνου. Ο Σουρκόφ, εμπνευστής της «κυρίαρχης δημοκρατίας» και αντίπαλος των «έγχρωμων επαναστάσεων», εισηγήθηκε, αμέσως, την ίδρυση ενός μαζικού, φιλελεύθερου, φιλοδυτικού κόμματος και ριζική φιλελευθεροποίηση του κομματικού συστήματος στην Ρωσία. Άσκησε δημόσια κριτική στην ενίσχυση της καθετοποιημένης εξουσίας, θεωρώντας πως έτσι αυτή απομονώνεται και εκφυλίζεται. Για τον Σουρκόφ, έπρεπε να εμφανιστούν στη σκηνή καινούργιοι παίκτες. Λίγο καιρό αργότερα, η προεδρία της Ρωσικής Ομοσπονδίας, παρουσίασε ένα πρόγραμμα εκτεταμένης φιλελευθεροποίησης του συστήματος με εκλογών περιφερειαρχών, απλοποίηση των διαδικασιών ίδρυσης πολιτικών κομμάτων, μείωση του ορίου εισόδου στη Βουλή κ.λπ. Αργότερα, έγινε γνωστό πως Σουρκόφ ήταν εκείνος που χρηματοδοτούσε τις αντικυβερνητικές διαδηλώσεις, οι οποίες έμειναν γνωστές ως «ταραχές στην πλατεία Μπολότναγια».
Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, διορίζεται αναπληρωτής πρωθυπουργός στην κυβέρνηση του Ντμίτρι Μεντβέντεφ και εγκαταλείπει τη θέση του στην προεδρία. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι την άνοιξη του 2013. Εκεί που πολλοί πίστευαν πως σταδιοδρομία του Σουρκόφ οδηγείται προς το τέλος της, ξεκίνησε η υβριδική επιχείρηση της Ρωσίας στις ανατολικές επαρχίες της Ουκρανίας. Ο ίδιος ο Σουρκόφ μπορεί να μην είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το θέμα, οι γνώσεις και οι επαφές του, όμως, στην ρωσική ακροδεξιά, αποδείχτηκαν πολύτιμες.
Τον χειμώνα του 2013, ενώ είχε ξεκινήσει η εξέγερση του ουκρανικού λαού, γνωστή ως Μεϊντάν, ο Σουρκόφ άρχισε να επισκέπτεται τακτικά την Ουκρανία, ως ειδικός απεσταλμένος, για πραγματεύσεις με τον τότε πρόεδρο Βίκτωρα Γιανουκόβιτς, μα στην πραγματικότητα για να διερευνήσει το πολιτικό σκηνικό και να μελετήσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Εκείνη την εποχή καταγράφεται και η διαμάχη του Σουρκόφ με τον «ορθόδοξο» ολιγάρχη Μαλοφέγιεφ, η οποία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η διαμάχη διαφόρων ακροδεξιών φατριών. Από τη διαρροή του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του Σουρκόφ, μαθαίνουμε πως διόριζε στις τοπικές, κατοχικές αρχές, στο Ντονιέτσκ και στο Λουγκάνσκ, ανθρώπους από ένα κατάλογο που του είχε δώσει ο Μαλοφέγιφ, μα στη συνέχεια θέλησε να ελέγχει αποκλειστικά τις δομές εξουσίας, απολύοντας αυτούς και διορίζοντας δικούς του έμπιστους στις ανάλογες θέσεις.
Από το 2014 μέχρι και την 24η Φεβρουαρίου 2022, τη ημέρα εισβολής της Ρωσίας, υπεύθυνος για αυτές τις περιοχές στην ρωσική προεδρία, ως σύμβουλος του προέδρου, ήταν ο Βλαντιστάλ Σουρκόφ. Ουσιαστικά, μετέτρεψε τις δύο αυτές περιοχές, σε τεράστια στρατόπεδα εκπαίδευσης και απόκτησης πολεμικής εμπειρίας για χιλιάδες ακροδεξιούς «εθελοντές», οι οποίοι λειτουργούσαν με όρους συμμορίας, καταπιέζοντας τον ντόπιο πληθυσμό.
Με την κήρυξη του πολέμου και τις αποτυχίες του ρωσικού στρατού, οι οποίες οφείλονταν στις λανθασμένες παραδοχές τόσο της ηγεσίας των ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων, όσο και των μυστικών υπηρεσιών, πως ο ουκρανικός λαός θα συναντήσει τους Ρώσους ως «απελευθερωτές» με ψωμί κι αλάτι, κατά την προαιώνια σλαβική παράδοση, αλλά και τη διαρροή της πληροφορίας πως η Ρωσία ξόδεψε περισσότερα από 10 δισεκατομμύρια δολάρια για να εξαγοράσει πολιτικούς, στρατιωτικούς, δημοσιογράφους κ.λπ. προκειμένου να δημιουργήσει μία πέμπτη φάλαγγα στα μετόπισθεν και να διευκολύνει έτσι το έργο των στρατευμάτων της, ο Σουρκόφ παραιτήθηκε από όλες τις θέσεις του και δήλωσε πως θέλει να ξεκουραστεί και να κάνει γιόγκα.
Φήμες τον ήθελαν να έχει συλληφθεί μαζί με τα στελέχη της 5ης Διεύθυνσης Στρατηγικών Αναλύσεων της FSB, τα οποία είχαν την ευθύνη της επιχείρησης διαφθοράς και εξαγοράς στην Ουκρανία. Ο ίδιος έχει χαθεί από το προσκήνιο, ακριβείς πληροφορίες για το πού βρίσκεται και με τί ασχολείσαι αυτή την περίοδο δεν υπάρχουν. Τον Απρίλιο του 2022 κυκλοφόρησαν φήμες πως βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό, αλλά ο εκπρόσωπος Τύπου του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ τι διέψευσε. Μέχρι σήμερα, αγνοείται η τύχη του.