Του Γιάννη Μαντζίκου
«Οι μεγάλες προσωπικότητες στέκονται συχνά εμπόδιο στα σχέδια μεγάλων συγχωνεύσεων. Η συγχώνευση των Fiat Chrysler και Renault θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα και να πετύχει, ακριβώς επειδή η πρόταση έρχεται την ώρα που και οι δύο εταιρείες έχουν χάσει τα αφεντικά τους» ήταν το σχόλιο της Wall Street Journal για τον επικείμενο «γάμο» των δυο μεγάλων αυτοκινητοβιομηχανιών.
Η εφημερίδα αναφερόταν στα άλλοτε πανίσχυρα αφεντικά των δυο εταιρειών, τον Σέρτζιο Μαρκιόνε της Fiat ο οποίος πέθανε το περασμένο καλοκαίρι και τον Κάρλος Γκοσν της Nissan-Renault ο οποίος παραιτήθηκε μετά από σκάνδαλο διαφθοράς.
Στην περίπτωση αυτή, όμως δυο άλλες ισχυρές προσωπικότητες παίζουν ρόλο στο προκείμενο «deal». Παρά το γεγονός λοιπόν, ότι η συγχώνευση δεν εξαρτάται από τους ηγέτες της γαλλικής και ιταλικής κυβέρνησης τον Εμμανουέλ Μακρόν και τον Ματέο Σαλβίνι, υπάρχει αναμφίβολα πολιτικό πρόταγμα, το οποίο μπορεί να εκτροχιάσει την συμφωνία. Είναι άλλωστε γνωστό ότι ο Σαλβίνι και ο Μακρόν πέραν των πολιτικών τους διαφορών, έχουν συγκρουστεί σφοδρά στο παρελθόν με αφορμή ουκ ολίγες αφορμές.
Με δεδομένο όμως ότι η συγκεκριμένη περίπτωση απαιτεί «λεπτούς» χειρισμούς, για την ώρα, τουλάχιστον κρατιούνται χαμηλοί τόνοι. Ο Σαλβίνι, απαντώντας σε σχετική ερώτηση για το αν η Ρώμη θα έπρεπε να λάβει μερίδιο στον νέο όμιλο, σημείωσε: «Αν απαιτούνταν μια θεσμική ιταλική παρουσία, θα ήταν καθήκον μας να την παράσχουμε, δεδομένου ότι η αυτοκινητοβιομηχανία έχει θεμελιώδη σημασία για την ανάπτυξη της χώρας μας».
Την ίδια ώρα, υπάρχουν πληροφορίες που αναφέρουν ότι πιθανώς η Ρώμη να απαιτήσει μερίδιο στον νέο όμιλο, ούτως ώστε να αντισταθμίσει την αντίστοιχη συμμετοχή του Παρισιού το οποίο αυτή τη στιγμή συμμετέχει με 15% στην συμμαχία της Renault με τις ιαπωνικές Nissan και Mitsubishi. Σύμφωνα με το Bloomberg, αξιωματούχος της γαλλικής κυβέρνησης δήλωσε ότι θα ήταν περίεργο εάν η οικογένεια Ανιέλι (ιδρυτού της Fiat) δεχθεί την (Ιταλική) κρατική παρουσία στην εταιρεία.
Άνθρωποι με γνώση του ζητήματος πάντως σχολίαζαν στην εφημερίδα Wall Street Journal ότι δεν βλέπουν «πολιτικό» ρίσκο στην συμφωνία και ότι το μόνο πρόβλημα είναι «οι δυνητικές περικοπές θέσεως εργασίας», γεγονός που έσπευσε να σχολιάσει ο Υπουργός Οικονομίας Μπρούνο Λεμέρ δηλώνοντας «Το πρώτο: θέσεις εργασίας στη βιομηχανία και βιομηχανικές μονάδες. Είπα πολύ ξεκάθαρα στον πρόεδρο της Renault ότι αυτή είναι η πρώτη από τις εγγυήσεις που θέλω από εκείνον στο άνοιγμα αυτών των διαπραγματεύσεων».
Στο πρόσφατο παρελθόν πάντως ο «οικονομικός» εθνικισμός Γαλλίας και Ιταλίας έχει στείλει στις «καλένδες» μεγάλα deal. To 2017, η Γαλλική εταιρεία τηλεπικοινωνιών Vivendi επιχείρησε να αυξήσει το μετοχικό της κεφάλαιο στην ιταλική Mediaset, το πλειοψηφικό πακέτο της οποίας βρίσκεται στα «χέρια» της οικογένειας του πρώην Ιταλού πρωθυπουργού Σίλβιο Μπερλουσκόνι, όμως η συμφωνία κατέρρευσε μετά από έντονο παρασκήνιο.
Η Vivendi βρέθηκε εκ νέου στο στόχαστρο των Ιταλικών αρχών μετά την απόκτηση του 24%,της Telecom Italia, γεγονός που οδήγησε σε μακρά δικαστική διαμάχη. Το 2018, μετά από μια μακροχρόνια περίοδο διαπραγματεύσεων μεταξύ των ιταλικών ναυπηγείων Fincantieri με την κυβέρνηση της Γαλλίας για την εξαγορά των ναυπηγείων STX, οι δυο πλευρές βρήκαν «χρυσή τομή», παρά το αρχικό «μπλόκο» του Παρισιού.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ένας ακόμα «γαλλο-ιταλικός» γάμος οδηγήθηκε σε πρόωρο διαζύγιο, όχι όμως με αφορμή πολιτική παρέμβαση. Ο λόγος για τους ομίλους οπτικών ειδών Essilor και Luxottica οι οποίοι παρά την συμφωνία τους για συγχώνευση, βρίσκονται στα «μαχαίρια» για τον τελικό έλεγχο της σύμπραξης.
Εν προκειμένω, παρά το γεγονός ότι Σαλβίνι και Μακρόν έχουν ανταλλάξει «βαριές κουβέντες» στο παρελθόν φαίνεται ότι υπερισχύει ο ρεαλισμός ο οποίος εδράζεται στις επιταγές της νέας εποχής της ηλεκτροκίνησης, της αυτόνομης οδήγησης, τις αυστηρότερες διεθνείς προδιαγραφές για τα επίπεδα εκπομπών αερίων ρύπων και φυσικά την πτώση των παγκόσμιων πωλήσεων αυτοκινήτων. Μπροστά στο φάσμα αυτό, Μακρόν και Σαλβίνι δείχνουν να είναι έστω και προσωρινά στην ίδια πλευρά...
Φωτογραφία AP