Έκτακτη σύσκεψη ΝΑΤΟ - Ουκρανίας στις Βρυξέλλες - Το νέο όπλο του Πούτιν και η στάση των ΗΠΑ

Έκτακτη σύσκεψη ΝΑΤΟ - Ουκρανίας στις Βρυξέλλες - Το νέο όπλο του Πούτιν και η στάση των ΗΠΑ

Η κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία, οι απειλές Πούτιν για χρήση πυρινικών, καθώς και η εκτόξευση του υπερηχητικού πυραύλου μέσου βεληνεκούς Oreshnik από τη Ρωσία σε ουκρανικούς στόχους προκαλούν διπλωματικό «πυρετό» στη Δύση, με πρεσβευτές των κρατών μελών του ΝΑΤΟ και την Ουκρανία να συνεδριάζουν εκτάκτως την Τρίτη (26/11) στις Βρυξέλλες. 

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, καταδίκασε τη χρήση του πειραματικού πυραύλου, χαρακτηρίζοντάς την «διεθνές έγκλημα» και ζήτησε από τη Δύση την άμεση ενίσχυση των ουκρανικών συστημάτων αεράμυνας για την αντιμετώπιση της νέας απειλής.

Χαμηλές οι προσδοκίες

Πάντως, όπως αναφέρουν τα διεθνή πρακτορεία, διπλωμάτες και αξιωματούχοι του ΝΑΤΟ δίνουν λίγες πιθανότητες να υπάρξουν σημαντικές αποφάσεις από τη συνεδρίαση. Το πιθανότερο αποτέλεσμα αναμένεται να είναι μια επανάληψη της δέσμευσης της Συμμαχίας ότι η ανάπτυξη του νέου ρωσικού όπλου δεν θα αποτρέψει τα μέλη του ΝΑΤΟ από το να συνεχίσουν τη στήριξη της Ουκρανίας.

Ένας αξιωματούχος του ΝΑΤΟ δήλωσε ότι η συνάντηση προσέφερε την ευκαιρία να συζητηθεί η παρούσα κατάσταση ασφαλείας στην Ουκρανία και περιελάμβανε ενημερώσεις από Ουκρανούς αξιωματούχους μέσω βιντεοσύνδεσης.

Η στάση του Τραμπ

Την ίδια ώρα αιωρούνται ερωτήματα για το μέλλον της δυτικής στρατιωτικής βοήθειας στην Ουκρανία μετά την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Ο Τραμπ έχει εκφράσει αμφιβολίες για τη διατήρηση της μεγάλης στρατιωτικής στήριξης της Ουάσιγκτον στο Κίεβο, ενώ έχει δεσμευτεί να προωθήσει μια γρήγορη συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου.

Πάντως, ο ναύαρχος Ρομπ Μπάουερ, ανώτατος διοικητής του ΝΑΤΟ, δήλωσε τη Δευτέρα ότι «δεν μπορεί να φανταστεί πως είναι προς το συμφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών να αφήσουν τον Πούτιν να βγει νικητής από ενδεχόμενες διαπραγματεύσεις». Παράλληλα, τόνισε ότι επιχειρήσεις της Συμμαχίας πρέπει να προετοιμαστούν για ένα σενάριο πολέμου, ζητώντας από τα μέλη της να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες πιο κοντά στο 3% του ΑΕΠ, από το 2% που είναι ο υφιστάμενος στόχος.