«Πυρά» τόσο από τους Ρεπουμπλικανούς, όσο και από το Δημοκρατικό Κόμμα, δέχεται ο Αμερικανός πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, μετά την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου ότι θα επεκτείνει τον συνοριακό φράχτη που στήθηκε επί διακυβέρνησης Τραμπ για να κρατήσει μακριά τους μετανάστες που περνούν στις Ηνωμένες Πολιτείες από το Μεξικό.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ επιχειρηματολογεί ότι δεν ήταν σε θέση να σταματήσει τις εργασίες επειδή η χρηματοδότηση είχε υπογραφεί ενώ ο Ντόναλντ Τραμπ ήταν πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος πέρασαν ωστόσο στην επίθεση τονίζοντας ότι τα τείχη δεν λειτουργούν, ενώ και οι Ρεπουμπλικανοί αντίπαλοί του τον κατηγόρησαν για υποκρισία.
Κατά την προεκλογική του εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές του 2020, ο Τζο Μπάιντεν είχε υποσχεθεί ότι δεν θα κατασκευάσει ούτε ένα μέτρο τείχους αν εκλεγεί, υπογραμμίζοντας ότι δεν αποτελεί «σοβαρή πολιτική λύση». Τώρα, περίπου 32 χιλιόμετρα συρματοπλέγματος θα κατασκευαστούν σε ένα αραιοκατοικημένο τμήμα της Κοιλάδας Ρίο Γκράντε.
Η κυβέρνηση κατέφυγε εντός της εβδομάδας στις «σαρωτικές» εκτελεστικές εξουσίες της για να παρακάμψει δεκάδες ομοσπονδιακούς νόμους, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που έχουν σχεδιαστεί για την προστασία της άγριας ζωής, για να επιτρέψει την επέκταση του φράχτη κατά μήκος των συνόρων ΗΠΑ-Μεξικού στο νότιο Τέξας.
Σε σχετική ανακοίνωση ο Αμερικανός υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας, Αλεχάντρο Μαγιόρκας, ανέφερε ότι υπήρχε «οξεία και άμεση ανάγκη» για την κατασκευή. Άμεσες ήταν οι αντιδράσεις και από τα δύο μεγάλα κόμματα, καθώς και από ακτιβιστές υπέρ του περιβάλλοντος και οργανώσεις προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο Αλεχάντρο Μαγιόρκας δήλωσε ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν ήταν υποχρεωμένη βάσει του νόμου να χρησιμοποιήσει τα χρήματα που το Κογκρέσο διέθεσε το 2019 για τη συνοριακή φύλαξη. «Προσπάθησα να τους πείσω να ανακατευθύνουν αυτά τα χρήματα. Δεν το έκαναν, δεν ήθελαν. Δεν μπορώ να το σταματήσω αυτό», είπε ο ίδιος ο Μπάιντεν και επανέλαβε ότι δεν πιστεύει πως τα συνοριακά τείχη είναι αποτελεσματικά.
Σε μεταγενέστερη δήλωσή του, ο Μαγιόρκας απέρριψε τον ισχυρισμό ότι η κυβέρνηση άλλαξε την πολιτική της ως προς την ασφάλεια των συνόρων προωθώντας την επέκταση του φράχτη. «Αυτή η κυβέρνηση έχει καταστήσει σαφές ότι ένα τείχος στα σύνορα δεν είναι η απάντηση. Αυτή παραμένει η θέση μας και η θέση μας δεν έχει αλλάξει ποτέ», επέμεινε.
Αλλά τα σχόλια αυτά δεν έκαναν πολλά για να κάμψουν τις επικρίσεις από όλες τις πλευρές.
Την Πέμπτη, η κυβέρνηση Μπάιντεν ανακοίνωσε επίσης ότι θα επαναλάβει τις απελάσεις παράτυπων μεταναστών από τη Βενεζουέλα, εκ των οποίων περίπου 50.000 έφτασαν στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού μόνο τον Σεπτέμβριο. Ο αυξανόμενος αριθμός μεταναστών σε πόλεις όπως η Νέα Υόρκη έχει καταστεί μείζονα πρόκληση για τον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος έχει αντιμετωπίσει έντονες επικρίσεις για τους χειρισμούς του στα σύνορα.
Οι αμερικανικές αρχές έχουν συλλάβει περισσότερους από 2,2 εκατομμύρια μετανάστες κατά μήκος των συνόρων ΗΠΑ-Μεξικού από τον περασμένο Οκτώβριο.
Η οικοδόμηση ενός συνοριακού τείχους αποτέλεσε σήμα κατατεθέν της πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ και είχε στηλιτευτεί έντονα από τους Δημοκρατικούς, συμπεριλαμβανομένου του Τζο Μπάιντεν. «Είχα δίκιο» ήταν το σχόλιο του Τραμπ μετά τις νέες ανακοινώσεις. «Θα ζητήσει συγγνώμη ο Τζο Μπάιντεν από εμένα και την Αμερική που άργησε τόσο πολύ να κινηθεί;», έγραψε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμαTruth Social την Πέμπτη.
Οι Ρεπουμπλικανοί επέκριναν επίσης τον Μπάιντεν για αυτό που θεωρούν ως μια απότομη στροφή σε πολιτικές κατά των οποίων έκανε προεκλογική εκστρατεία.
«Δεν πίστευε ότι τα τείχη λειτουργούν, κάτι που είναι απόλυτη τρέλα» δήλωσε στο BBC ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής της Βόρειας Καρολίνας Ραλφ Νόρμαν. «Τι άλλαξε; Θα σας πω τι άλλαξε. Ο αμερικανικός λαός έχει βαρεθεί να βλέπει τις πόλεις του να κατακλύζονται», ανέφερε.
Οι Δημοκρατικοί, εν τω μεταξύ, έβαλαν επίσης στο στόχαστρο τον πρόεδρο.
Ο βουλευτής Χένρι Κέλαρ, η περιφέρεια του οποίου περιλαμβάνει την κομητεία Σταρ όπου θα γίνει η νέα κατασκευή, δήλωσε επίσης στο δίκτυο BBC ότι δεν πιστεύει ότι οι ψηφοφόροι του θα είναι ευχαριστημένοι με την ανακοίνωση. «Εξακολουθώ να τάσσομαι κατά μίας λύσης του 14ου αιώνα -που ονομάζεται ‘τείχος’- για ένα πρόβλημα του 21ου αιώνα» υπογράμμισε.
Η Δημοκρατική βουλευτής Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτέζ έκανε από πλευράς της λόγο για «σκληρή πολιτική» και κάλεσε τον Τζο Μπάιντεν να «αντιστρέψει την πορεία του». Η κυβέρνηση Μπάιντεν αντιμετωπίζει επίσης επικρίσεις από ομάδες υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως η Αμερικανική Ένωση Πολιτικών Ελευθεριών ή ACLU, η οποία χαρακτήρισε την απόφαση «βαθιά αποτυχία».