Ντόναλντ Τραμπ και Μαρκ Ρούτε στο Οβάλ Γραφείο, 13 Μαρτίου 2025
Ένας θησαυρός από πάγο: Ο Τραμπ τραβάει το σχοινί για τη Γροιλανδία
Pool via AP
Pool via AP
Ντόναλντ Τραμπ και Μαρκ Ρούτε στο Οβάλ Γραφείο, 13 Μαρτίου 2025

Ένας θησαυρός από πάγο: Ο Τραμπ τραβάει το σχοινί για τη Γροιλανδία

Τη χαρακτηρίζουν άλλοτε «μια ανοιχτή πόρτα ψυγείου» και άλλοτε «θερμοστάτη». Βρίσκεται σε μια περιοχή που θερμαίνεται τέσσερις φορές ταχύτερα από τον υπόλοιπο πλανήτη. Εκτός από τα πολύτιμα ορυκτά και σπάνιες γαίες που απαιτούνται για τις τηλεπικοινωνίες και τις σύγχρονες τεχνολογίες, η Γροιλανδία διαθέτει ουράνιο, δισεκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου και τεράστια κοιτάσματα φυσικού αερίου, πόροι που μέχρι πρόσφατα ήταν απρόσιτοι, αλλά σταδιακά θα γίνονται προσβάσιμοι με το λιώσιμο των πάγων. Το νησί αναβαθμίζεται στρατηγικά όλο και περισσότερο, καθώς η Αρκτική ανοίγει στη ναυτιλία και το εμπόριο.

Με το τέλος της λεγόμενης «εξαίρεσης της Αρκτικής» -δηλαδή της τάσης να παραμείνει η Αρκτική εκτός κρατικών διαφορών- και τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, η Γροιλανδία βρέθηκε, παρά τη θέλησή της, εμπλεκόμενη σε έναν παγκόσμιο ανταγωνισμό που κέντρισε τις επεκτατικές φιλοδοξίες του Τραμπ, αλλά έχει ως πρωταγωνιστές, μεταξύ άλλων, και την Κίνα, τη Ρωσία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Είναι πολύ δύσκολο για μία χώρα με πληθυσμό μόλις 57.000 κατοίκων, αλλά με μία τεράστια έκταση 2,175 εκατομμυρίων τετρ. χλμ. -δηλαδή 16,5 φορές η Ελλάδα- να ισορροπήσει σε μία διαμάχη με παγκόσμιες προεκτάσεις και παράλληλα να διεκδικήσει την ανεξαρτησία της από τη Δανία, στην οποία υπάγεται ως περιοχή με ευρύτατη αυτονομία.

Οι συνεχείς δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ σχετικά με την πρόθεσή του να «αποκτήσουν» οι ΗΠΑ τη Γροιλανδία «με κάθε μέσο» έχουν πυροδοτήσει ανησυχία και αγανάκτηση σε πολλές κυβερνήσεις και διεθνείς οργανισμούς και έφεραν τον ξεχασμένο επί αιώνες θαμμένο στον πάγο αυτό γεωστρατηγικό θησαυρό στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος, προκαλώντας ένα ακόμη ρήγμα στις διατλαντικές σχέσεις. 

Κατά την προ ημερών επίσκεψη του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μάρκ Ρούτε, στον Λευκό Οίκο, ο Τραμπ επιχείρησε μέχρι και να εμπλέξει τη Συμμαχία στη διελκυστίνδα με τη Δανία. Ο Μαρκ Ρούτε παρενέβη στην ομιλία του Τραμπ λέγοντας ότι «όταν πρόκειται για τη Γροιλανδία, αν θα ενταχθεί στις ΗΠΑ ή όχι, θα το αφήσω έξω από τη συζήτηση αυτή, διότι δεν θέλω να εμπλέξω το ΝΑΤΟ».

Ο Ρούτε συνέχισε λέγοντας ότι συμφωνεί με το πόσο σημαντική είναι η περιοχή, επισημαίνοντας το ενδιαφέρον των Κινέζων και των Ρώσων που χρησιμοποιούν τις θαλάσσιες διαδρομές γύρω από τη Γροιλανδία. Στην παρατήρησή του ότι είναι σημαντικό το ΝΑΤΟ να βρίσκεται εκεί και ότι δεν υπάρχει επαρκής αριθμός παγοθραυστικών, ο Τραμπ βρήκε την ευκαιρία για να προβάλει για μία ακόμη φορά τις βλέψεις του: «Η Ρωσία διαθέτει 40 παγοθραυστικά. Πρέπει να έχουμε προστασία. Πρέπει να κάνουμε μια συμφωνία γι' αυτό. Και η Δανία δεν είναι σε θέση να το κάνει αυτό. Η Δανία είναι πολύ μακριά και πραγματικά δεν έχει τίποτα να κάνει… Εκεί αποβιβάστηκαν πριν από 200 χρόνια ή κάτι τέτοιο και λένε ότι έχουν δικαιώματα σε αυτό. Δεν ξέρω αν αυτό είναι αλήθεια -δεν νομίζω ότι είναι, στην πραγματικότητα».

Παράλληλα, «έδειξε τα δόντια του» υπενθυμίζοντας στο ακροατήριο του ότι οι ΗΠΑ έχουν ήδη «αρκετές βάσεις και πολλούς στρατιώτες» στη Γροιλανδία, για να προσθέσει ότι «ίσως θα δείτε όλο και περισσότερους στρατιώτες να πηγαίνουν εκεί». 

Νέα εποχή στη Γροιλανδία μετά τις εκλογές

Την ίδια ώρα, ο νικητής των εκλογών της Γροιλανδίας Γενς-Φρέντερικ Νίλσεν απέρριψε κατηγορηματικά την προσπάθεια του Ντόναλντ Τραμπ να προσαρτήσει τη χώρα του, λέγοντας ότι οι κάτοικοι της Γροιλανδίας πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αποφασίζουν οι ίδιοι για το μέλλον τους. «Δεν θέλουμε να γίνουμε Αμερικανοί. Όχι, δεν θέλουμε να γίνουμε Δανοί. Θέλουμε να είμαστε Γροιλανδοί και θέλουμε τη δική μας ανεξαρτησία στο μέλλον και να χτίσουμε μόνοι μας τη δική μας χώρα», δήλωσε στο βρετανικό Sky News ο 33χρονος Νίλσεν, του οποίου οι κεντροδεξιοί Δημοκράτες κατήγαγαν  νίκη-έκπληξη στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές και πρέπει τώρα να σχηματίσουν κυβέρνηση συνασπισμού. 

Ο απερχόμενος πρωθυπουργός της Γροιλανδίας, Μούτε (Μούτσι στη γλώσσα των Ινουίτ) Έγκεντε, ο οποίος εξακολουθεί να ασκεί προσωρινά τα καθήκοντά του μέχρι το σχηματισμό νέας κυβέρνησης, εξεράγη έναντι των απαιτήσεων του Τραμπ λέγοντας «ως εδώ». Δήλωσε ότι θα συγκαλέσει συνάντηση των ηγετών των κομμάτων για να απορρίψουν από κοινού τις απειλές του Τραμπ. «Αυτή τη φορά πρέπει να σκληρύνουμε την απόρριψη του Τραμπ. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να συνεχίσουν να μην μας σέβονται», ανέφερε ο Μούτε Έγκεντε.

Οι συντριπτική πλειοψηφία των Γροιλανδών αντιτίθενται στα σχέδια του Τραμπ για προσάρτηση στις ΗΠΑ της χώρας τους και τάσσονται υπέρ της πλήρους ανεξαρτησίας.

Παρόλο που το ζήτημα αυτό είναι το σημαντικότερο για το μέλλον του νησιού, η προεκλογική εκστρατεία επικεντρώθηκε περισσότερο στην ανεξαρτησία από τη Δανία και σε θέματα όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση παρά στη γεωπολιτική. Η χώρα έχει αποκτήσει από το 2009 ευρεία αυτονομία και το δικαίωμα εκμετάλλευσης των πλούσιων φυσικών πόρων της, με εξαίρεση την εξωτερική πολιτική και την άμυνα που ελέγχεται από τη Δανία.

Στις εκλογές της 11ης Μαρτίου για την ανάδειξη των 31 μελών του Κοινοβουλίου οι κενρώοι Δημοκρατικοί συγκέντρωσαν το 29,9% των ψήφων (10 έδρες), κάνοντας εκστρατεία για τη βελτίωση των στεγαστικών και εκπαιδευτικών συνθηκών και ενώ τάσσονται υπέρ της πλήρους ανεξαρτησίας, υποστηρίζουν ότι το βήμα αυτό πρέπει να γίνει όταν η Γροιλανδία γίνει αυτάρκης. Πριν από τέσσερα χρόνια, το κόμμα είχε τερματίσει στην τέταρτη θέση με 9,1%.

Το κεντροδεξιό και λαϊκιστικό Naleraq (σημαίνει «Σημείο Προσανατολισμού») ήλθε δεύτερο, με 24,5% των ψήφων και 8 έδρες). Εμφανίζεται πιο επιθετικό στο θέμα της ανεξαρτησίας, ζητώντας δημοψήφισμα το συντομότερο, και επίσης τάσσεται υπέρ των στενότερων σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ακολούθησε με 21,4% (7 έδρες) το αριστερό Inuit Ataqatigiit (Κοινότητα των Ινουίτ ή Κοινότητα των Ανθρώπων), το οποίο ηγήθηκε της τελευταίας κυβέρνησης, με 21,4%. Το κόμμα του απερχόμενου πρωθυπουργού Έγκεντε τάσσεται επίσης υπέρ της ανεξαρτησίας. Ωστόσο, μετά τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ για τη Γροιλανδία, ο Έγκεντε υπαναχώρησε από το αίτημα για άμεση ανεξαρτησία και τόνισε την ανάγκη μεταρρυθμίσεων της συνεργασίας μεταξύ των κυβερνήσεων της Δανίας και της Γροιλανδίας.

Το συγκυβερνών μέχρι σήμερα Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα Siumut (Εμπρός) τερμάτισε τέταρτο (14,9% 4 έδρες), ενώ οι φιλελεύθεροι συντηρητικοί του Atasuut (Μαζί/Αλληλεγγύη), το μοναδικό κόμμα υπέρ της ένωσης της Γροιλανδίας με τη Δανία, ήλθαν πέμπτοι με ποσοστό 7,4% (2 έδρες).

Η κύρια πρόκληση για τη νέα Γροιλανδία που θα κυβερνηθεί από τους Δημοκρατικούς θα είναι να διατηρήσει σταθερές οικονομικές σχέσεις με πιθανούς ξένους επενδυτές, όπως η ΕΕ, οι Ηνωμένες Πολιτείες και ενδεχομένως η Κίνα, ενώ ταυτόχρονα να συνεχίσει τη διαδικασία ανεξαρτητοποίησης χωρίς κανένας από αυτούς να διεκδικήσει «αποκλειστικά οικονομικά δικαιώματα» ή ακόμη και να απειλήσει την πολιτική του αυτονομία, σύμφωνα με το Ιταλικό Ινστιτούτο Διεθνών Πολιτικών Μελετών (ISPI).

Το νέο Ελ Ντοράντο του Τραμπ

Το ενδιαφέρον των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Γροιλανδία δεν είναι καινούργιο. Χρονολογείται από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν το νησί βρέθηκε υπό αμερικανική κατοχή για να μην πέσει στα χέρα του Άξονα, ενώ το 1951, μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ υπέγραψαν με τη σύμμαχο στο ΝΑΤΟ Δανία την Αμυντική Συμφωνία της Γροιλανδίας που επέτρεπε στους Αμερικανούς να εγκαθιστούν στρατιωτικές βάσεις στο νησί. Οι Ηνωμένες Πολιτείες επέκτειναν σημαντικά την αεροπορική βάση της Θούλης μεταξύ 1951 και 1953 ως μέρος της ενιαίας αμυντικής στρατηγικής του ΝΑΤΟ. Με το σχέδιο «Iceworm», επιχειρήθηκε η δημιουργία ενός εκτεταμμένου μυστικού δικτύου εκτόξευσης πυραύλων κάτω από τους πάγους της Γροιλανδίας. Σύμφωνα με έγγραφα που αποχαρακτηρίστηκαν το 1996, το σχέδιο εγκαταλείφθηκε το 1966, οι πύραυλοι δεν τοποθετήθηκαν ποτέ στις εγκαταστάσεις αυτές και το όλο σχέδιο προχώρησε εν αγνοία και χωρίς τη λήψη της απαραίτητης συγκατάθεσης από την κυβέρνηση της Δανίας.

Ο Τραμπ «ξύπνησε» και πάλι το αμερικανικό ενδιαφέρον για τη Γροιλανδία -το είχε κάνει και στην προηγούμενη θητεία του, αλλά αυτή τη φορά με τον πλέον ηχηρό και εμπρηστικό τρόπο. Γιατί όμως η Γροιλανδία βρέθηκε σε κεντρική θέση στη νέα «σκακιέρα» που στήνει ο Τραμπ; Οι λόγοι είναι σχηματικά τρεις:

Η στρατηγική θέση της: Η Γροιλανδία βρίσκεται στα μισά της απόστασης μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Η εκεί αμερικανική βάση στη Θούλη αποτελεί εδώ και χρόνια ένα κρίσιμο σημείο για την παρακολούθηση της Αρκτικής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να βρεθούν εκτεθειμένες σε εχθρικές δυνάμεις -όπως ρωσικές ή κινεζικές- καθώς η Αρκτική γίνεται προσβάσιμη επειδή λιώνουν οι πάγοι γύρω από τη Γροιλανδία λόγω της κλιματικής αλλαγής.

Νέα εποχή χρυσοθηρίας: Το υπέδαφος της Γροιλανδίας κρύβει πολλές στρατηγικές και κρίσιμες ορυκτές πρώτες ύλες όπως χαλκός, νικέλιο, κοβάλτιο, πλατινοειδή, τιτάνιο, βανάδιο, λίθιο, βολφράμιο, σπάνιες γαίες, νιόβιο και γραφίτη, ουράνιο. Επιπλέον εκτιμάται ότι έχει κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου. To 2023 , η Γεωλογική Υπηρεσία της Δανίας και της Γροιλανδίας (GEUS) εντόπισε την παρουσία περίπου 6 εκατομμυρίων τόνων γραφίτη, 36 εκατομμυρίων τόνων σπάνιων γαιών, 235.000 τόνων λιθίου, 75.000 τόνων χαλκού και άλλων κρίσιμων μετάλλων στο υπέδαφος της Γροιλανδίας. Η Κίνα σήμερα ελέγχει περίπου το 70% της παγκόσμιας παραγωγής σπάνιων γαιών, το 91% της επεξεργασίας τους παγκοσμίως και ελέγχει σε μεγάλο βαθμό την παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα στον τομέα. Ο ορυκτός πλούτος της Γροιλανδίας, στο βαθμό που επαληθευτούν οι εκτιμήσεις, θα μπορούσαν να φέρουν ανατροπή στην παγκόσμια αγορά. Για τον Τραμπ είναι το νέο «Ελ Ντοράντο».

Η κλιματική αλλαγή προσφέρει ευκαιρίες: Οι πάγοι της Γροιλανδίας λιώνουν ραγδαία λόγω της κλιματικής αλλαγής, τέσσερις φορές ταχύτερα από ό,τι σε αλλά σημεία του πλανήτη. Παρ' όλο που αυτό μπορεί να είναι αρνητική εξέλιξη, δημιουργεί παράλληλα και ευκαιρίες για νέες θαλάσσιες εμπορικές διαδρομές και για επέκταση της γεωργίας προς το Βορρά. Η Γροιλανδία ελέγχει το βορειοδυτικό πέρασμα, που γίνεται προσβάσιμο στην παγκόσμια ναυτιλία, μειώνοντας κατά πολύ την απόσταση από την Νοτιοανατολική Ασία και την Άπω Ανατολή προς τη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη.