Η Γερμανία θα πρέπει να νομιμοποιήσει την άμβλωση εντός των πρώτων 12 εβδομάδων της κύησης, εισηγείται η επιτροπή ειδικών που έχει συσταθεί από την καγκελαρία, παραμένει ωστόσο ασαφές εάν η ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα υιοθετήσει τις προτάσεις της.
Η άμβλωση είναι παράνομη στη Γερμανία, εκτός από την περίπτωση που η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού ή αιμομιξίας ή απειλείται η ζωή της εγκύου. Και σε αυτές τις περιπτώσεις, η διακοπή πρέπει να γίνει εντός των πρώτων δώδεκα εβδομάδων από τη σύλληψη.
Η Επιτροπή για την Αναπαραγωγική Αυτοδιάθεση και την Αναπαραγωγική Ιατρική» που συστάθηκε πέρυσι από την καγκελαρία αποτελείται από 18 επιστήμονες της ιατρικής, της ψυχολογίας, της δεοντολογίας και της νομικής, με στόχο να διερευνήσει την ανάγκη αλλαγών στο θεσμικό πλαίσιο για τις αμβλώσεις, τη δωρεά ωαρίων και την παρένθετη μητρότητα. Η έκθεση της επιτροπής αναμένεται να δοθεί στη δημοσιότητα τη Δευτέρα, το περιοδικό Der Spiegel και η Sueddeutsche Zeitung ωστόσο δημοσιεύουν ήδη τη σχετική πληροφορία. «Η θεμελιώδης παρανομία της άμβλωσης στα πρώτα στάδια της κύησης δεν μπορεί πλέον να υποστηριχθεί (…) Οι ισχύοντες κανόνες δεν αντέχουν στον συνταγματικό, τον διεθνή και τον ευρωπαϊκό νομικό έλεγχο», αναφέρεται στην έκθεση, σύμφωνα με τα γερμανικά ΜΜΕ. Όπως επισημαίνεται πάντως από την επιτροπή, η διακοπή της κύησης μετά την 22η εβδομάδα θα πρέπει να παραμείνει εκτός νόμου, αλλά διευκρινίζεται ότι οι νομοθέτες θα πρέπει να αποφασίσουν για το ακριβές χρονικό σημείο όπου θα τεθεί το όριο, εντός των 22 εβδομάδων.
Η διαρροή της έκθεσης έχει προκαλέσει ήδη πολιτική αντιπαράθεση. «Η θεμελιώδης νομιμοποίηση των αμβλώσεων έρχεται σε αντίθεση με το δικαίωμα του παιδιού στη ζωή και με τη νομολογία του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου», δήλωσε στο Spiegel η αντιπρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) Αντρέα Λίντχολτς.
Απαντώντας πριν από λίγο σε σχετική ερώτηση, η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Κριστιάνε Χόφμαν δήλωσε ότι η σύσταση της επιτροπής προβλέπεται στην προγραμματική συμφωνία της κυβέρνησης και ζήτησε να επιτραπεί πρώτα στους ειδικούς να διατυπώσουν τις απόψεις τους. Κατόπιν, πρόσθεσε, θα υπάρξει συζήτηση σχετικά με τις κοινωνικές, ηθικές και νομικές παραμέτρους του θέματος. «Ο καγκελάριος επιμένει ότι αυτό το θέμα πρέπει να τεθεί με την απαιτούμενη ευαισθησία και τον απαραίτητο σεβασμό. Πρόκειται για ένα θέμα που μπορεί να οδηγήσει σε μεγάλη πόλωση και όξυνση και αυτό είναι κάτι που θέλουμε να αποφύγουμε», τόνισε η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος.