Γκορμπατσόφ: Ανεκπλήρωτοι στόχοι, αναπάντεχα επιτεύγματα
Διεθνή

Γκορμπατσόφ: Ανεκπλήρωτοι στόχοι, αναπάντεχα επιτεύγματα

«Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να ζούμε έτσι», ομολόγησε ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ στην αγαπημένη του σύζυγο Ραΐσα το βράδυ της 10ης Μαρτίου 1985. Την επομένη, το Πολιτικό Γραφείο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης τον εξέλεξε γενικό γραμματέα. Ως ένα είδος επικύρωσης των λεγομένων του διαδόχου τους, οι τρεις προκάτοχοι του Γκορμπατσόφ στο ανώτατο αξίωμα της ΕΣΣΔ τα είχαν διαδοχικά «τινάξει» μεταξύ 1982 και 1985.

Ο Γκορμπατσόφ, όπως και ο μέντοράς του πρώην αρχηγός της Κα Γκε Μπε και βραχύβιος γενικός γραμματέας του κόμματος, ο Γιούρι Αντρόποφ, είχαν οπωσδήποτε αντιληφθεί τα αδιέξοδα της τεράστιας χώρας τους και της ακόμα μεγαλύτερης σφαίρας επιρροής της.

Τα αδιέξοδα της ΕΣΣΔ οφείλονταν, αφενός, στις υπέρογκες δαπάνες για τη διατήρηση μιας κολοσσιαίας στρατιωτικής μηχανής και την υποστήριξη σειράς καθεστώτων σε χώρες-δορυφόρους και συμμάχους της Μόσχας· και αφετέρου, στην αδυναμία της κεντρικά σχεδιασμένης και ελεγχόμενης σοβιετικής οικονομίας να ανταγωνιστεί τις επιδόσεις των καπιταλιστικών χωρών.

Ξεκινώντας από αυτή τη διαπίστωση, ο Γκορμπατσόφ επιχείρησε να εισαγάγει σταδιακές μεταρρυθμίσεις, αφενός σε πολιτικό επίπεδο, ενισχύοντας τη διαφάνεια στη λειτουργία τού (ακόμα μονοκομματικού) πολιτικού συστήματος (γκλάσνοστ) και παρέχοντας κάποια κίνητρα για τη λειτουργία της οικονομίας με στοιχειώδη εφαρμογή των νόμων της αγοράς (περεστρόικα).

Το αποτέλεσμα ήταν η χαλάρωση της καταστολής και, ιδίως, η προσδοκία της πολιτικών ελευθερίας να οδηγήσουν σε αμφισβήτηση της μονοκρατορίας του ΚΚΣΕ προτού τα όποια, δειλά, βήματα στον οικονομικό τομέα αρχίσουν να αποδίδουν.

Την πολιτική αυθεντία του ΚΚΣΕ αμφισβήτησαν όχι μόνο φιλελεύθεροι ακτιβιστές και στοχαστές, όπως ο Αντρέι Ζαχάροφ. Την αμφισβήτησαν εθνικιστές, φιλελεύθεροι και μη, από τις «σοσιαλιστικές σοβιετικές δημοκρατίες» της μοσχοβίτικης αυτοκρατορίας· την αμφισβήτησαν και λαϊκιστές πολιτικοί, έτοιμοι να ξεκόψουν από το κομμουνιστικό παρελθόν τους, αποδεχόμενοι ακόμα και τη διάλυση της ΕΣΣΔ, όπως ο Μπόρις Γέλτσιν.

Σε αντίθεση με ό,τι ακόμα πιστεύουν οι νοσταλγοί του υπαρκτού σοσιαλισμού, ο Γκορμπατσόφ δεν είχε καμία πρόθεση να ξεφορτωθεί το σύστημα αυτό. Αντίθετα, είχε την ελπίδα ότι, με επιμέρους μεταρρυθμίσεις και ελάφρυνση των αυτοκρατορικών βαρών της ΕΣΣΔ, θα επιβίωνε ένα είδος σοσιαλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο.

Το εγχείρημα αυτό απέτυχε. Οι Κινέζοι ηγέτες έβγαλαν γρήγορα τα συμπεράσματά τους και προχώρησαν σε αυτό που, προς το παρόν, μοιάζει η ρεαλιστικότερη επιλογή: Άνοιξαν τις πόρτες της χώρας στην οικονομία της αγοράς, αλλά τις κράτησαν κλειστές σε κάθε ιδέα πολιτικής φιλελευθεροποίησης.

Η ειρωνεία είναι ότι ο Γκορμπατσόφ επιβίωσε της απόπειρας των θιασωτών του μονοκομματικού κράτους να γυρίσουν το ρολόι της Ιστορίας στην εποχή προ γκλάσνοστ και περεστρόικα, για να παραμεριστεί από έναν εν δυνάμει σύμμαχο, τον «αποστάτη» του ΚΚΣΕ Γέλτσιν.

Αποτελεί κοινό τόπο η παρατήρηση, που, με αφορμή τον θάνατό του, επαναλαμβάνεται σε πολλά ενημερωτικά μέσα: Στη Δύση τον τιμούν ως κορυφαία φυσιογνωμία του περασμένου αιώνα, στη Ρωσία τον περιφρονούν ως αποτυχημένο πολιτικό που «συρρίκνωσε τη χώρα».

Για τον ιστορικό του Ψυχρού Πολέμου, ο «Γκόρμπι», όπως τον αποκαλούσαν χαϊδευτικά τα δυτικά μέσα ενημέρωσης, υπήρξε ο άνθρωπος που τόλμησε να αντικρίσει μια καταθλιπτική πραγματικότητα και επιχείρησε να την αλλάξει. Η αποτυχία του στο εσωτερικό πεδίο δεν αμαυρώνει τις επιλογές του που, μέσα σε τέσσερα μόλις χρόνια, τερμάτισαν τη διαίρεση της ευρωπαϊκής ηπείρου, ανέστειλαν τον ανταγωνισμό των υπερδυνάμεων και έδωσαν τη δυνατότητα σε εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους να γευτούν την ελευθερία.

* Ο καθηγητής Γιάννης Στεφανίδης είναι συγγραφέας του βιβλίου Ψυχρός Πόλεμος (εκδόσεις ΕΑΠ, 2021)