Στο τηλεφώνημα που δέχτηκε στις 3:30 το πρωί από τον Ουκρανό πρόεδρο Ζελένσκι, ο οποίος του ανακοίνωσε την επίθεση της Ρωσίας, αναφέρεται συχνά ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ.
Η άμεση σύγκλιση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, και οι κυρώσεις που επεβλήθησαν στη Ρωσία, θεωρεί με άρθρο του στην Καθημερινή ότι «σηματοδότησαν τη γένεση μιας γεωπολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Και πιστεύει το παλιό και αυτονόητο «αν θέλουμε ειρήνη, πρέπει να προετοιμαζόμαστε για πόλεμο».
Οι καιροί τον ωρίμασαν. Ήταν ο ίδιος που τις πρώτες εβδομάδες της ρωσικής επίθεσης θεωρούσε ότι θα καμφθεί ο Πούτιν επειδή κατασχέθηκαν κάποια πολυτελή γιοτ Ρώσων ολιγαρχών, και επειδή αυτοί δεν θα μπορούσαν να κάνουν βόλτες στο Μονακό ή να αγοράζουν διαμάντια στην Αμβέρσα.
Μεγάλη κουβέντα τα περί προετοιμασίας πολέμου στο όνομα της ειρήνης. Δεν τεκμηριώνεται από τις μικροπρεπείς διεργασίες που διεξάγονται από χθες στη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες. Τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν βολευτεί να βρίσκονται υπό την αιγίδα (και φυσικά υπό τις εντολές) των Αμερικανών, και υπό τη λεοντή του ΝΑΤΟ, αρκούμενα στον ψευδεπίγραφο χαρακτηρισμό των «συμμάχων».
Σύμμαχοι επί της ουσίας είναι αυτοί που έχουν αντίστοιχες δυνάμεις και συνεισφέρουν ισοπόσως στον συμμαχικό συνασπισμό. Αλλιώς περιορίζονται στον ρόλο του εντολοδόχου.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης προσερχόμενος στη Σύνοδο, τάχθηκε υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγων για την αμυντική θωράκιση της Ε.Ε.
Όπως είπε, «Η ευρωπαϊκή οικογένεια είναι για μια ακόμα φορά ενωμένη απέναντι στη ρωσική εισβολή. Αυτό σημαίνει εκ των πραγμάτων περισσότερες επενδύσεις σε εξοπλισμούς. Αν θέλει η Ευρώπη να μείνει θωρακισμένη αμυντικά πρέπει να εξετάσει νέους τρόπους για τη χρηματοδότηση των αμυντικών δαπανών».
Η ιδέα του Πρωθυπουργού στηρίζεται από τις χώρες του Νότου, κυρίως τη Γαλλία και την Ιταλία. Αντιθέτως, αρνητικά διάκεινται οι πλούσιες χώρες του Βορρά, Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία, Δανία και Σουηδία. Αυτό δεν μοιάζει και πολύ ως «γένεση γεωπολιτικής της Ε.Ε.» που υποστηρίζει ο Σαρλ.
Βεβαίως, ούτως ή άλλως, η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι ενιαία. Διαφορετικοί λαοί, με διαφορετικό, αν και παραπλήσιο, πολιτισμικό υπόβαθρο. Με διαφορετικές γλώσσες, διαφορετικούς εθνικούς μύθους και με αντιμαχόμενα κρατικά συμφέροντα. Δεν δύνανται να ενταχθούν σε ενιαίο πλαίσιο και να αποτελέσουν γεωπολιτική υπερδύναμη.
Οι γεωπολιτικές δυνάμεις που αναπτύσσονται στο νέο πολυπολικό κόσμο, έχουν ενιαία τα ανωτέρω χαρακτηριστικά.
Απλώς στο μέτρο που, λίγο πολύ, η Ε.Ε. γίνεται ενιαία δημοσιονομική και νομική οντότητα, θα μπορούσαν οι ηγέτες να κάνουν το πρώτο, και ασταθές βήμα, σε μια ενιαία αμυντική θωράκιση.
Ασταθές γιατί το παρελθόν δεν προεικάζει ευοίωνο το μέλλον. Περισσότερο θεωρητική είναι η συζήτηση παρά πραγματώσιμη προοπτική. Η υπόθεση της στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ είναι τόσο παλιά, όσο σχεδόν και η ύπαρξή της. Όλα αυτά τα χρόνια έχουν γίνει δεκάδες συζητήσεις, έχουν κατατεθεί φιλόδοξα σχέδια, τα οποία τελικά έμειναν στα χαρτιά.
Καταχωνιάζονται στα συρτάρια όταν οι καιροί είναι ειρηνικοί και απροβλημάτιστοι. Και αναζωπυρώνονται στους καιρούς των φλεγόμενων οριζόντων (όπως στην παρούσα συγκυρία με Ρωσία-Ουκρανία, Ισραήλ-Παλαιστίνιους, Λιβύη, και έκτακτη γαρνιτούρα τους Χούθι).
Η συγκυρία ενόψει των επερχόμενων ευρωεκλογών, δίνουν την ευχέρεια στους εχθρούς της ευρωπαϊκής ομογενοποίησης, να καταλογίζουν προσωπικούς υστερόβουλους τακτικισμούς στους ηγέτες που προτείνουν ρηξικέλευθα βήματα (πχ ο Μακρόν έχει εσωτερικά προβλήματα, ο Μητσοτάκης εποφθαλμιά κάποια ευρωπαϊκή θέση, του Σαρλ Μισέλ ή της φον ντερ Λαιεν κ.α.)
Βεβαίως, η στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης δεν οικοδομείται μόνο με εξοπλισμούς. Αυτή οικοδομείται με την οικονομική ισχύ, την ενιαία δημοσιονομική και κοινωνική (πλέον και μεταναστευτική) πολιτική, την άρση των ανισοτήτων που απογειώνονται και φέρνουν την ακροδεξιά, και με την διπλωματική χειραφέτηση από τις ΗΠΑ.
Πέραν της στρατηγικής, είναι αφελής και η συζήτηση για την οικονομική αυτονομία της Ευρώπης. Στον καιρό της παγκοσμιοποίησης, η Κίνα και οι ΗΠΑ έχουν καθοριστική επιρροή στην οικονομία της.
Γι’ αυτό η έναρξη οικοδόμησης μιας ενιαίας αμυντικής δομής θα ήταν το μέγιστο ευκταίο στην παρούσα συγκυρία. Όμως, ούτε αυτό δεν μπορούν.
Αντιθέτως, βρήκαν την εύκολη και πειρατική -ναι πειρατική- λύση: Να χρησιμοποιήσουν τα υπερκέρδη από τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία με σκοπό να ενισχυθεί το οπλοστάσιο της Ουκρανίας. Δηλαδή να βοηθήσουν την Ουκρανία αλλά να μην βάλουν το χέρι στην τσέπη τους.
Μα αυτά τα υπερκέρδη ήρθαν -και- από την αθρόα ροή φτηνού φυσικού αερίου που οι ίδιοι καλοδέχονταν γιατί βοηθούσε την ανάπτυξή τους. Με πρώτη καταναλώτρια τη Γερμανία, η οποία από ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας, τώρα σέρνεται.
Όμως η Ρωσία, που -ναι- είναι εχθρός, που -ναι- είναι επιτιθέμενο κράτος στα χέρια του μεγαλοϊδεατισμού του Πούτιν, ο οποίος αποσκοπεί να αναστήσει το σύνθετο όνειρο της ρωσικής αυτοκρατορίας και του σοβιετικού ιμπέριουμ, δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση να της απαλλοτριώνεις τα χρήματα. Είναι κράτος, ένα από τα πέντε μόνιμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Και αυτή η πρόθεση αποτελεί πράξη μικρόνοιας που δεν βοηθάει να σιωπήσουν τα όπλα. Και αυτό το προτείνουν γιατί θέλουν μεν να βοηθήσουν την Ουκρανία αλλά με ξένες τσέπες. Και γιατί βασίζονται στους Αμερικανούς για την ασφάλειά τους και δεν τους ενδιαφέρει η ενιαία αμυντική θωράκιση.