Ήταν θέμα χρόνου πριν ο Τούρκος πρόεδρος εγκαταλείψει τον ρόλο τον οποίο προσπάθησε όχι με ιδιαίτερη επιτυχία να παίξει τους τελευταίους μήνες. Του μετριοπαθούς, του αξιόπιστου και αφοσιωμένου συμμάχου της Δύσης, του ηγέτη μιας χώρας στο σταυροδρόμι τριών Ηπείρων αλλά προσανατολισμένης στη Δύση.
Ενός ηγέτη που αποφάσισε ξαφνικά μετά την καταστροφή που υπέστη η χώρα του στις 8 Φεβρουαρίου που επέτεινε την οικονομική κατάρρευση στην οποία είχαν οδηγήσει οι πολιτικές του, να αποκαταστήσει τις σχέσεις του με τις Αραβικές χώρες, το Ισραήλ, την Ελλάδα, την ΕΕ αλλά και τις ΗΠΑ. Και όλα αυτά φυσικά χωρίς να γυρίσει την πλάτη στον μεγάλο υποστηρικτή του, τον Ρώσο πρόεδρο Β. Πούτιν και χωρίς να εγκαταλείψει τη στενή σχέση συμφέροντος με την Τεχεράνη.
Το DNA του Τούρκου ηγέτη όμως είναι εντελώς διαφορετικό. Οι στίχοι που είχε απαγγείλει ως Δήμαρχος Κωνσταντινούπολης πριν 25 χρόνια «…οι μιναρέδες είναι τα σπαθιά μας…» , η έκκληση του για «απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ» αποτυπώνουν την πραγματική ταυτότητα, το πιστεύω του Τούρκου προέδρου, που ποτέ δεν έκρυψε. Ότι θέλει να ταιριάξει το όραμα του για την Τουρκία της δεύτερης εκατοεντηρίδας από την ίδρυση της, ως μεγάλης περιφερειακής αν όχι και παγκόσμιας δύναμης, με τη βαθιά θρησκευτικότητά του και όχημα την ανάδειξη της Τουρκίας ως ηγέτιδας δύναμής του μουσουλμανικού κόσμου.
Μόνο έτσι μπορεί να γίνει αντιληπτή η νέα μεταμόρφωση Ερντογάν με αφορμή το ξέσπασμα της βίας στη Μ.Ανατολή με τη βάρβαρη δολοφονική επίθεση των τρομοκρατών της Χαμάς εναντίον του Ισραήλ, που εκτός από την ανατροφοδότηση της βίας και υπονόμευσης κάθε προοπτικής λύσης του Παλαιστινιακού, έχει σαν στόχο και την ίδια την ύπαρξη και επιβίωση του Ισραήλ σε ένα ιδιαίτερα εχθρικό περιβάλλον.
Δεν είναι μια ιστορία η οποία ξεκίνησε το περασμένο Σάββατο. Η υπόθεση του «Μαβή Μαρμαρά» το 2010 όταν το τουρκικό πλοιάριο επιχείρησε να σπάσει τον αποκλεισμό που είχαν επιβάλει στη Γάζα οι ισραηλινοί, προκάλεσε την επέμβαση των ισραηλινών δυνάμεων και οδήγησαν σε βαθιά κρίση τις σχέσεις Ισραήλ - Τουρκίας. Ακόμη πιο πριν ο Ερντογάν έβλεπε το Παλαιστινιακό ως το όχημα για να υπερκεράσει τα συντηρητικά καθεστώτα του Κόλπου και να αναδειχθεί σε πραγματικό διεκδικητικό ηγέτη του μουσουλμανικού κόσμου.
Σήμερα ο Τ. Ερντογάν διαμαρτύρεται (ίσως και δικαιολογημένα) για τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των αμάχων στη Γάζα, γιατί ο ίδιος ποτέ δεν έχει κληθεί να απολογηθεί για αντίστοιχους αποκλεισμούς και επίσης εντατικούς βομβαρδισμούς των κουρδικών περιοχών στη Β.Συρία…
Για τον Τούρκο ηγέτη ο νέος κύκλος βίας στη Μ. Ανατολή εκλαμβάνεται ως μεγάλη ευκαιρία.
Να επιτεθεί και να ενοχοποιήσει για όλα τα δεινά στην περιοχή τους Αμερικανούς, έχοντας στο μυαλό του την πίεση που δέχεται από την Ουάσιγκτον σε μια σειρά θεμάτων, να εκμεταλλευθεί την οργή της παγκόσμιας μουσουλμανικής κοινότητας εναντίον του Ισραήλ, αγνοώντας βεβαίως ότι η προστατευόμενή του, Χαμάς ήταν αυτή που άνοιξε τον ασκό του Αιόλου και συγχρόνως να στριμώξει τα Αραβικά καθεστώτα που κινούνται με προσεκτικά βήματα προκειμένου να μην πυροδοτήσουν μια περιφερειακή ανάφλεξη αλλά και να μην δικαιώσουν τις ισλαμικές τρομοκρατικές οργανώσεις που επιβουλεύονται και τα δικά τους καθεστώτα.
Έτσι, ο κ .Ερντογαν ουσιαστικά τροφοδοτεί την ένταση ενώ εμφανίζεται ως ειρηνοποιός θέλοντας να ενισχύσει τον ρόλο του και τη διαπραγματευτική ισχύ της Τουρκίας ως σταθεροποιητικό παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή. Προσπαθεί και στη Μ.Ανατολή να κάνει το ίδιο που έχει κάνει στον πόλεμο της Ουκρανίας, με τη διαφορά ότι τώρα στη Μ. Ανατολή φουντώνει το ισλαμικό DNA του.
Ο Ταγίπ Ερντογάν είχε αντιληφθεί ότι παρά το (υποχρεωτικό) άνοιγμα του στο Ισραήλ η κυβέρνηση Νετανιάχου αλλά και το βαθύ κράτος του Ισραήλ παρέμενε βαθιά καχύποπτο απέναντί του και δεν θα ήταν πρόθυμο να σπεύσει να ικανοποιήσει τη βασική απαίτησή του για εμπλοκή της Τουρκίας στην εξαγωγή του ισραηλινού φυσικού αερίου.
Επίσης, δεν θα ήταν καθόλου πρόθυμος να μετριάσει τον φανατικό του λόγο στην υπόθεση του Παλαιστινιακού, κάτι που θα αποτελούσε σοβαρό σημείο τριβής και αντιπαράθεσης όχι μόνο με τον Μ. Νετανιαχου αλλά και κάθε άλλη ισραηλινή κυβέρνηση.
Με τους Αμερικάνους ο Τούρκος πρόεδρος γνωρίζει ότι παρά τις εισηγήσεις μέρους της γραφειοκρατίας του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του Πενταγώνου, σε πολιτικό επίπεδο δεν θα μπορούσε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη η οποία έχει διαταραχθεί και με τη στενή του σχέση με τον Πούτιν αλλά και την Τεχεράνη αλλά και την επιλογή του να ακολουθήσει μια ιδιαίτερα αυτόνομη στρατηγική που πολύ συχνά συγκρούεται με τις στρατηγικές επιλογές της Δύσης.
Έτσι με αφορμή την επίθεση της Χαμάς εναντίον του Ισραήλ και τη σφοδρότατη αντίδραση του Τελ Αβίβ επανάφερε όλη την ατζέντα του ξέροντας ότι λίγα έχει να χάσει.
Ο πύρινος λόγος του τις τελευταίες ημέρες στρέφεται εναντίον του Ισραήλ αλλά ο πραγματικός στόχος είναι η ίδια η Ουάσιγκτον και η κυβέρνηση Μπάϊντεν. Το επεισόδιο λίγες ημέρες πριν με την κατάρριψη τουρκικού ANKA-S που επιχειρούσε εναντίον θέσεων του κούρδων μαχητών του SDF στη Β. Συρία, από αμερικανικό F-16 ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τον Τούρκο πρόεδρο.
Οι Αμερικανοί όχι μονό έδειξαν να απορρίπτουν τον συστηματικό αγώνα που κάνει ώστε να καταστεί με τη βοήθεια της Ρωσίας το απόλυτο αφεντικό στη Β. Συρία, προωθώντας τα δικά του αναθεωρητικά σχέδια, αλλά του έστειλαν το μήνυμα ότι εάν ξεπεράσει τα όρια τότε θα βρει απέναντι του την υπερδύναμη και «σύμμαχο» του στο ΝΑΤΟ.
Ο κ. Ερντογάν σε μια μείζονος σημασίας στρατηγική του επιλογή, έχει απέναντι του την Ουάσιγκτον και αυτό δεν μπορεί να το ανεχθεί. Η επίθεση που εξαπέλυσε εναντίον της Ουάσιγκτον την περασμένη Τρίτη τελικά έβαλε νέα ανυπέρβλητα εμπόδια στις σχέσεις με την Ουάσιγκτον.
Μετά την επίθεση εναντίον της Ουάσιγκτον (κατά τη διάρκεια της κοινής συνέντευξης τύπου με τον αυστριακό Καγκελάριο) και η αμερικανική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να συμμεριστεί την εχθρική προς την Τουρκία στάση του Κογκρέσου. Και είναι προφανές ότι σε αυτό το κλίμα θα ενισχυθεί η πλειοψηφία στο Κογκρέσο που αντιτίθεται στην πώληση F16 και αναβάθμιση παλιότερων F16 προς την Τουρκία.
Καθώς μέχρι τώρα εμπόδιο ήταν το συνεχιζόμενο βέτο στην ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και οι ενστάσεις για την επιθετική πολιτική εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου. Τώρα πια και το τελευταίο μέλος του Κογκρέσου γνωρίζει ότι ο κ. Ερντογάν θεωρεί τις ΗΠΑ ως χώρα υπεύθυνη για την αποσταθεροποίηση στην ευρύτερη περιοχή και χώρα που συνεργάζεται με …τρομοκράτες.
Οι συνεχείς μεταμορφώσεις του Τ. Ερντογάν δεν μπορούν πια να κρύψουν την πραγματική ταυτότητα του.
Όμως αυτή τελευταία μεταμόρφωση δεν πρέπει να υποτιμηθεί και από την Αθήνα. Γιατί δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ ή το Ισραήλ. Ο κ. Ερντογάν χρησιμοποιεί και εκμεταλλεύεται τις συγκυρίες κατά βούληση. Εάν δεν έχει άμεσα να κερδίσει κάτι από τις ΗΠΑ, κάτι από την Ε.Ε. είναι προφανές ότι δεν θα σπεύσει να δώσει «γη και ύδωρ» στην Ελλάδα…
Και αυτό θα πρέπει να το έχει υπόψη της η κυβέρνηση ενόψει της έναρξης του πολιτικού διαλόγου την επόμενη εβδομάδα και της συνειδητοποίησης ότι ο Ταγιπ Ερντογάν παρά τις μεταμορφώσεις του, έχει σταθερούς στόχους και επιδιώξεις.