Tου Γιώργου Παυλόπουλου
Τέσσερα είναι τα βασικά συμπεράσματα από τις χθεσινές βουλευτικές εκλογές στην Ισπανία – τις τρίτες σε διάστημα σχεδόν τριών ετών: Πρώτον, ότι οι πολίτες της έδειξαν αυξημένο ενδιαφέρον για τις πολιτικές εξελίξεις θέλησαν να παρέμβουν ενεργά σε αυτές με την ψήφο τους, γεγονός που αποτυπώθηκε και στην ιδιαιτέρως μεγάλη προσέλευση στις κάλπες, η οποία έφτασε στα επίπεδα προ του 2004. Είναι χαρακτηριστικό ότι συνολικά το ποσοστό της συμμετοχής ήταν κατά 9-10% μεγαλύτερο έναντι των προηγούμενων εκλογών, του 2016.
Πρέπει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι ειδικά στην Καταλονία η συμμετοχή κατέγραψε ιστορικό ρεκόρ, καθώς αυξήθηκε κατά σχεδόν 18%, ενισχύοντας κυρίως τα κόμματα που τάσσονται υπέρ της ανεξαρτησίας και στέλνοντας έτσι ένα ακόμη σαφές μήνυμα προς τη Μαδρίτη. Η εικόνα αυτή είναι προφανώς αποτέλεσμα του «πυκνού» σε πολιτικές εξελίξεις προηγούμενου διαστήματος, που σφραγίστηκε από την υπόθεση της Καταλονίας.
Το δεύτερο βασικό συμπέρασμα είναι ότι το ακροδεξιό Vox – που αποτελεί την πρώτη ουσιαστικά αυτόνομη πολιτική έκφραση της ισπανικής Ακροδεξιάς μετά το τέλος της δικτατορίας του Φράνκο το 1975 – αναδεικνύεται ως μία σημαντική δύναμη στην Ισπανία, καθώς εκτοξεύτηκε από το μόλις 0,20% που είχε πάρει το 2016 πάνω από 10%. Το ποσοστό αυτό το φέρνει στην πέμπτη θέση και σε μικρή σχετικά απόσταση από τους Ciudadanos, τους Podemos , αλλά και το Λαϊκό Κόμμα – δίνοντας, εκτός των άλλων, ακόμη πιο σοβαρή και ανησυχητική διάσταση στην τάση που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες της Ευρώπης.
Στην «αγκαλιά» των αυτονομιστών
Τρίτο συμπέρασμα από τη χθεσινή αναμέτρηση είναι ότι η υπόθεση του σχηματισμού της νέας κυβέρνησης θα συνεχίσει να είναι περίπλοκη και δύσκολη. Κι αυτό διότι, όπως αναμενόταν άλλωστε, κανείς από τους δύο πιθανότερους κυβερνητικούς συνασπισμούς δεν κατάφερε να συγκεντρώσει την αναγκαία πλειοψηφία των τουλάχιστον 176 εδρών στην 350μελή βουλή. Έτσι, αναγκαστικά και για μία ακόμη φορά, θα χρειαστούν τη βοήθεια των καταλανικών ή/και βασκικών κομμάτων – εάν, φυσικά, δεν θέλουν να σχηματίσουν ξανά μία κυβέρνηση μειοψηφίας, που θα είναι ευάλωτη στις πολιτικές αναταράξεις και τουτς εκβιασμούς.
Συγκεκριμένα, οι Σοσιαλιστές του απερχόμενου πρωθυπουργού Πέδρο Σάντσεθ βρέθηκαν στην πρώτη θέση για πρώτη φορά μετά το 2008 ποσοστό κοντά στο 30%. Παρ' όλα αυτά, δεν μπορούν να βασιστούν για να σχηματίσουν κυβέρνηση μόνο στους Podemos, οι οποίοι κατέγραψαν σημαντικές απώλειες έναντι του 2016, χάνοντας 1,4 εκατομμύρια ψήφους. Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι ότι θα αναζητήσουν στήριξη τόσο στο βασκικό PNV όσο και στην Ρεπουμπλικανική Αριστερά (ERC) της Καταλονίας. Κι αυτό θα σημάνει προφανώς σημαντικό «παζάρι» για τις παραχωρήσεις που θα πρέπει να γίνουν προς τους ενισχυμένους εκλογικά αυτονομιστές και κυρίως το ERC – κάτι που αποτελεί δύσκολη επιλογή και συνεπάγεται μεγάλο πολιτικό κόστος.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με την κεντροδεξιά τριπλέτα του Λαϊκού Κόμματος, των Ciudadanos και του Vox , που πολύ θα ήθελαν να επαναλάβουν το εγχείρημα της Ανδαλουσίας σε πανεθνικό επίπεδο, όμως βρέθηκαν αρκετά μακριά από τον στόχο τους. Βασικός υπεύθυνος είναι το Λαϊκό Κόμμα που υποχώρησε σημαντικά έναντι του 2016, χάνοντας σχεδόν τις μισές του έδρες και σημειώνοντας ένα από τα χειρότερα ποσοστά στην ιστορία του, καθώς έπεσε αρκετά κάτω από 20%.
Μεγάλοι κερδισμένοι οι Ciudadanos
Αντιθέτως, οι Ciudadanos ενισχύθηκαν σημαντικά και διπλασίασαν τις έδρες τους στη βουλή – έστω και αν, για περίπου 1%, δεν κατάφεραν να ξεπεράσουν το Λαϊκό Κόμμα και να βρεθούν στη δεύτερη θέση. Σε κάθε περίπτωση, το κόμμα που ανήκει στην ομάδα των Φιλελευθέρων συγκαταλέγεται στους μεγάλους νικητές της αναμέτρησης.
Πρέπει να σημειωθεί, βεβαίως, ότι δεν αποκλείεται να γίνει η έκπληξη και ο Σάντσεθ να μην αναζητήσει αποκλειστικά τη συνεργασία των Podemos, αλλά να στραφεί και προς τους Ciudadanos. Ωστόσο, το σενάριο εξακολουθεί να μην είναι το πιο πιθανό – χωρίς να αποκλείεται τα πράγματα να αλλάξουν μετά τις πρώτες διερευνητικές συζητήσεις.
Τέταρτο και τελευταίο συμπέρασμα της χθεσινής εκλογικής αναμέτρησης είναι πως ό,τι και να γίνει με την κυβέρνηση, η αναδόμηση του πολιτικού σκηνικού συνεχίζεται. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι τα δύο παραδοσιακά μεγάλα κόμματα είδαν το ποσοστό τους να υποχωρεί αθροιστικά αρκετά κάτω από το 50%. Έτσι, το πολιτικό παιχνίδι αποκτά νέο και μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Και στην Ισπανία, όπως και σε πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης.
AP Photo/Manu Fernandez