Βαθιά ανησυχία εκφράζουν τα Ηνωμένα Έθνη, διά του Ύπατου Αρμοστή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα Φόλκερ Τουρκ, για τις σκληρές ποινές κάθειρξης που επέβαλε το καθεστώς της Κίνας στους διακεκριμένους δικηγόρους Σου Τζιγιόνγκ και Ντινγκ Τζιασί.
Οι δύο δικηγόροι, που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, οδηγήθηκαν σε κεκλεισμένων των θυρών δίκες για «υπονόμευση της κρατικής εξουσίας» και καταδικάστηκαν αμφότεροι σε ποινές κάθειρξης που υπερβαίνουν τα δέκα έτη -14 χρόνια ο Σου Τζιγιόνγκ και 12 ο Ντινγκ Τζιασί. Οι βαριές ποινές έχουν συγκλονίσει τους υποστηρικτές τους.
Και οι δύο ήταν ηγετικές προσωπικότητες στο Νέο Κίνημα Πολιτών, ομάδα υπέρ της προάσπισης των πολιτικών δικαιωμάτων που έχει καλέσει σε συνταγματική μεταρρύθμιση και επικρίνει τη διαφθορά στους κόλπους της κινεζικής κυβέρνησης, ζητώντας να χυθεί φως στον πλούτο που συγκεντρώνεται στα χέρια κρατικών αξιωματούχων.
«Το Δίκαιο για τα ανθρώπινα δικαιώματα απαιτεί να μην διώκονται ή να τιμωρούνται με άλλο τρόπο οι άνθρωποι επειδή εκφράζουν την κριτική τους στις κυβερνητικές πολιτικές. Απαιτεί επίσης σεβασμό του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, καθώς και κατάλληλες έρευνες για τυχόν καταγγελίες για κακομεταχείριση», επισημαίνει ο Φόλκερ Τουρκ.
Ο Ύπατος Αρμοστής δηλώνει ότι τα Ηνωμένα Έθνη παρακολουθούν την υπόθεση των δύο δικηγόρων, τονίζοντας πως «είναι σημαντικό να ληφθούν μέτρα για να διασφαλιστεί ότι άλλοι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν θα βρεθούν στο στόχαστρο για την άσκηση του δικαιώματός τους στην ελευθερία της έκφρασης, του συνεταιρίζεσθαι και του ειρηνικού συνέρχεσθαι».
Ο Σου Τζιόνγκ, ο οποίος είχε καλέσει τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ να παραιτηθεί λόγω του χειρισμού του στην πανδημία Covid-19, φυλακίστηκε για 14 χρόνια στην επαρχία Σαντόνγκ της ανατολικής Κίνας, σύμφωνα με την Human Rights Watch.
Από πλευράς της, η Λου Σενγκτσού, σύζυγος του Ντινγκ Τζιασί, κάνει λόγο για «παράλογες» ποινές, επισημαίνοντας ότι δεν έχει πρόσβαση στην απόφαση του δικαστηρίου, καθώς έχει επιβληθεί απαγόρευση στους συνηγόρους των καταδικασθέντων να μοιραστούν πληροφορίες της υπόθεσης.
Οι Σου Τζιγιόνγκ και Ντινγκ Τζιασί είχαν συλληφθεί το 2013 επειδή υπέγραψαν ανοιχτή επιστολή μέσω της οποίας ζητούσαν μεγαλύτερο έλεγχο του πλούτου των ηγετών της Κίνας, ενώ συνέχισαν να υποστηρίζουν πολιτικές μεταρρυθμίσεις μετά την αποφυλάκισή τους.
Σε δήλωση που κοινοποιήθηκε διά των δικηγόρων του πριν από την καταδίκη, ο Σου Τζιγιόνγκ ανέφερε ότι είχε ένα όνειρο για μια Κίνα «όμορφη, ελεύθερη, δίκαιη και χαρούμενη». Μίλησε για μία «δημοκρατική Κίνα που ανήκει σε όλους σε αυτή τη γη, όχι σε οποιαδήποτε εθνότητα ή πολιτικό κόμμα. Μία πραγματική χώρα του λαού, η κυβέρνησή της οποίας επιλέγεται με ψηφοδέλτια, όχι με βία».
«Μία δημοκρατική Κίνα πρέπει να γίνει πραγματικότητα στην εποχή μας, δεν μπορούμε να επιβαρύνουμε την επόμενη γενιά με αυτό το καθήκον», επισήμανε, σύμφωνα με τον δικτυακό τόπο China Change που επικαλείται ο βρετανικός Guardian.
Σε συνέντευξή του το 2012, ο Σου Τζιγιόνγκ τόνιζε ότι δεν φοβόταν τη φυλάκιση. «Για να γίνει ο κόσμος καλύτερος, κάποιος πρέπει να πληρώσει ένα τίμημα», είχε αναφέρει.
Ο Ντινγκ συνελήφθη από την αστυνομία τον Δεκέμβριο του 2019, λίγο μετά την παρουσία αμφότερων των καταδικασθέντων σε συγκέντρωση στη νότια Κίνα μαζί με δεκάδες άλλους δικηγόρους και ακτιβιστές. Στη συνέχεια, κρατήθηκε χωρίς να του επιτρέπεται η επικοινωνία με κανέναν για σχεδόν έξι μήνες με τις αρχές να τον βασανίζουν συστηματικά προκειμένου να αποσπάσουν ομολογία, όπως κατήγγειλε στο δικαστήριο ο δικηγόρος του, Πενγκ Τζιάν. Ο Σου Τζιγιόνγκ, στενός φίλους του Ντινγκ, στο μεσοδιάστημα κρυβόταν και τελικώς συνελήφθη το Φεβρουάριο του 2020.
Η Κίνα έχει καταπνίξει σκληρά τη διαφωνία αφότου ο Σι Τζινπίνγκ ανέλαβε την εξουσία το 2012. Εκατοντάδες δικηγόροι-υπέρμαχοι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν συλληφθεί και δεκάδες φυλακιστεί.