Ουκρανοί πολίτες στα καταφύγια εν μέσω ρωσικών αεροπορικών βομβαρδισμών, Κίεβο 24 Απριλίου 2025
Το Κιέβο σε ασφυκτικό κλοιό: Οι αμερικανικές πιέσεις και η κλιμάκωση του Πούτιν
AP Photo/Evgeniy Maloletka
AP Photo/Evgeniy Maloletka
Ουκρανοί πολίτες στα καταφύγια εν μέσω ρωσικών αεροπορικών βομβαρδισμών, Κίεβο 24 Απριλίου 2025

Το Κιέβο σε ασφυκτικό κλοιό: Οι αμερικανικές πιέσεις και η κλιμάκωση του Πούτιν

Πόλεμος σε δύο μέτωπα για την Ουκρανία, η οποία «συμπιέζεται» μεταξύ της ασφυκτικής αμερικανικής πίεσης να αποδεχθεί ένα «ειρηνευτικό σχέδιο» με τραμπική σφραγίδα που επί της ουσίας ισοδυναμεί με συνθηκολόγηση ενώ ταυτόχρονα οι ρωσικές βόμβες τρομοκρατούν και σκοτώνουν αμάχους στο Κίεβο σε μία υπολογισμένη κλιμάκωση από πλευράς Κρεμλίνου.

Το «Βλαντιμίρ, σταμάτα» του Ντόναλντ Τραμπ μετά τις σφοδρότερες και πιο αιματηρές ρωσικές επιδρομές στην ουκρανική πρωτεύουσα από το καλοκαίρι του 2024 είναι μεν μία ηχηρή και σπάνια δημόσια επίπληξη, όμως δεν είναι ούτε η πρώτη φορά που απευθύνει ο Τραμπ προειδοποίηση στον Πούτιν -έχουν προηγηθεί οι απειλές περί δευτερογενών κυρώσεων ούτε και αλλάζει την πραγματικότητα ότι η λεγόμενη «τελική πρόταση» προς το Κίεβο στην πράξη επιβραβεύει τη ρωσική επιθετικότητα και παράλληλα κινδυνεύει να δημιουργήσει επικίνδυνο προηγούμενο διά της de jure αναγνώρισης από τις ΗΠΑ ρωσικής κυριαρχίας στην Κριμαία σε αντάλλαγμα για μία «παγωμένη σύγκρουση».

Οι 70 πύραυλοι και τα 145 drones που σκότωσαν 12 ανθρώπους και τραυμάτισαν δεκάδες στην ουκρανική πρωτεύουσα, οι σκηνές με τους πολίτες που έτρεχαν έντρομοι σε αναζήτηση καταφυγίου και τα φλεγόμενα κτήρια ήταν μία υπολογισμένη κλιμάκωση εκ μέρους του Κρεμλίνου για να «υπενθυμίσει» στο Κίεβο και τους Ευρωπαίους και Δυτικούς συμμάχους του ποιος έχει τη στρατιωτική υπεροχή για να διαμορφώσει -σε καιρούς Τραμπ- το μέλλον της Ουκρανίας, καθώς και για να ασκήσει ψυχολογική βία στους Ουκρανούς τη στιγμή που επίκεινται επώδυνες αποφάσεις για τη χώρα τους. 

Το ρίσκο να προκαλέσει η Μόσχα τον εκνευρισμό του Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο και προκάλεσε, θεωρείται ότι αντιστάθμισε το γεγονός πως το Κρεμλίνο ξέρει πως ο Αμερικανός πρόεδρος θέλει μία συμφωνία με τον Πούτιν, θέλει τις κυρώσεις να αίρονται και τις αμερικανικές εταιρείες να επιστρέφουν στη Μόσχα για δουλειές και θέλει επίσης να είναι εκείνος που τερμάτισε τον πόλεμο -και γι’ αυτό είναι διατεθειμένος ακόμη και να αναγνωρίσει την παράνομη προσάρτηση της Κριμαίας ανατρέποντας ένα βασικό δόγμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και την αρχή ότι τα σύνορα δεν μπορούν να επαναχαραχθούν διά της βίας.

Το χτύπημα στο Κίεβο -που η Μόσχα διατείνεται πως στόχευε στρατιωτικές υποδομές- ήλθε ακριβώς τη στιγμή που η διακυβέρνηση Τραμπ έχει ανεβάσει στο «κόκκινο» την πίεση προς το Κίεβο να συναινέσει σε ένα πλαίσιο συμφωνίας που καταρτίστηκε κατόπιν της τελευταίας επίσκεψης του ειδικού απεσταλμένου και φίλου του Τραμπ Στιβ Γουίτκοφ στη Μόσχα -όπου και θα επιστρέψει σήμερα- και το οποίο αφήνει τα κατεχόμενα ουκρανικά εδάφη ντε φάκτο υπό τον έλεγχο της Μόσχας, δίχως να παρέχει ξεκάθαρες εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία έναντι μελλοντικής ρωσικής επιθετικότητας. Με την κλιμάκωση της βίας, η Μόσχα δείχνει να επιδιώκει να πιέσει τον Τραμπ να πιέσει με τη σειρά του ακόμη περισσότερο Κίεβο να αποδεχθεί δυσμενείς όρους.

Η τάση του Ντόναλντ Τραμπ να ρίχνει συστηματικά το μεγαλύτερο βάρος για τον πόλεμο στο Κίεβο υιοθετώντας ρωσικά αφηγήματα έχει λάβει ήδη τη μορφή τελεσιγράφου. Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες πράγματι κάνουν πράξη την απειλή και αποχωρήσουν από τις ειρηνευτικές συνομιλίες, τότε είναι πολύ πιθανό να περιορίσουν ή ακόμη και να διακόψουν τη στρατιωτική βοήθεια και τη διαβίβαση πληροφοριών -όπως είχε συμβεί προσωρινά και μετά την καταστροφική επίσκεψη του Βολοντίμιρ Ζελένσκι στην Ουάσινγκτον για την υπογραφή της συμφωνίας για τις σπάνιες γαίες. Και εάν η κυβέρνηση Τραμπ πράγματι αποχωρήσει γεννάται το ερώτημα τι θα κάνει και τι μπορεί να κάνει η Ευρώπη έναντι μίας Ρωσίας που θα συνεχίσει να ακρωτηριάζει εδαφικά την Ουκρανία.

Εάν ο Ντόναλντ Τραμπ εκλαμβάνει το ζητημα της Ουκρανίας ως μια ακόμη κρίση που πρέπει να διορθώσει ή όχι, ένα εμπόδιο προς μια ομαλοποιημένη διπλωματική και επιχειρηματική σχέση με τη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν, για την Ευρωπη το διακύβευμα είναι θεμελιώδες και αφορά τη βασική αρχή της ευρωπαϊκής ασφάλειας -ότι τα διεθνή σύνορα, όπως και αν χαράχθηκαν μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, δεν μπορεί να αλλάζουν διά της βίας, σημειώνει ο Στίβεν Ερλάνγκερ των New York Times, προσθέτοντας πως ένας σημαντικός πυρήνας μεγάλων ευρωπαϊκών χωρών -η Γερμανία, Πολωνία, η Γαλλία, η Βρετανία, οι σκανδιναβικές χώρες και οι χώρες της Βαλτικής- θεωρούν την ασφάλεια της Ουκρανίας ζωτικής σημασίας για τη δική τους και δηλώνουν έτοιμες να συνεχίσουν να στηρίζουν το Κίεβο. 

Οι υποστηρικτές του σχεδίου Τραμπ θα ισχυριστούν ότι ρεαλιστικά αναγνωρίζει την πραγματικότητα, δηλαδή ότι η Ρωσία κατέχει περίπου το 19% του εδάφους της Ουκρανίας και είναι απίθανο να εκδιωχθεί στο εγγύς μέλλον. Όμως το σχέδιο υπονομεύει έναν από τους βασικούς πυλώνες της παγκόσμιας τάξης μετά το 1945, ο οποίος αποτελεί επίσης κεντρικό δόγμα της εξωτερικής πολιτικής των ίδιων των ΗΠΑ εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, έρχεται επίσης να επισημάνει ο τακτικός αρθρογράφος στην Washington Post Μαξ Μπουτ, ιστορικός, συγγραφέας και αναλυτής εξωτερικής πολιτικής.

Ο ίδιος σημειώνει ότι ο Ουκρανός πρόεδρος δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να αποδεχθεί προσωρινά τη ρωσική κατοχή της Κριμαίας ως μια δυσάρεστη αλλά αναπόφευκτη πραγματικότητα. (Πέρυσι, ο Ζελένσκι παραδέχθηκε: «Δεν έχουμε αρκετές δυνάμεις για να ανακτήσουμε την Κριμαία. [...] Πρέπει να αναζητήσουμε διπλωματικά μέσα»). Η κόκκινη γραμμή του Ζελένσκι είναι κατά της νομικής αναγνώρισης της ρωσικής κατοχής. Αυτή θα πρέπει να είναι και η κόκκινη γραμμή της Αμερικής, υπογραμμίζει ο Μαξ Μπουτ.

Ο Ντόναλντ Τραμπ θόλωσε τα νερά προχθές επιτιθέμενος στον Ουκρανό πρόεδρο, γράφοντας σε ανάρτησή του ότι «κανείς δεν ζητά από τον Ζελένσκι να αναγνωρίσει την Κριμαία ως ρωσικό έδαφος». Αν και αυτό μπορεί τεχνικά να είναι αλήθεια, θα είναι ελάχιστη παρηγοριά για τους Ουκρανούς αν οι Ηνωμένες Πολιτείες -ο ισχυρότερος σύμμαχός τους- επικυρώσουν την κατοχή της Κριμαίας ως μέρος μίας ειρηνευτικής συμφωνίας που περιμένουν από το Κίεβο να τηρήσει.

Το σχέδιο των ΗΠΑ έχει παγιδεύσει την Ουκρανία μεταξύ της ανάγκης για ειρήνη και της επιταγής να υπερασπιστεί την κυριαρχία της. Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι υπογραμμίζει την ετοιμότητα της Ουκρανίας να συμμετάσχει σε ειρηνευτικές συνομιλίες, λέγοντας ότι θα μιλήσει για παραχωρήσεις μόνο έπειτα από πλήρη και άνευ όρων εκεχειρία -την οποία η Μόσχα απορρίπτει. Επανέλαβε, και μετά την προχθεσινή επίθεση που δέχθηκε από τον Τραμπ, πως η αναγνώριση της Κριμαίας ως ρωσικού εδάφους είναι «κόκκινη γραμμή» που η Ουκρανία δεν πρόκειται και δεν μπορεί βάσει του Συντάγματός της να περάσει, ενώ προειδοποίησε ότι μια απόσυρση των ΗΠΑ από την ειρηνευτική διαδικασία θα ήταν επικίνδυνη για όλους. 

Πριν αναχωρήσει χθες εσπευσμένα, λόγω της επίθεσης στο Κίεβο, από τη Νότια Αφρική όπου πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη, ο Ζελένσκι δήλωσε ότι δεν έχει δει καμία ένδειξη ότι ασκούνται πιέσεις στη Ρωσία για να συμφωνήσει σε κατάπαυση του πυρός. Με μεγαλύτερη πίεση, «θα μπορέσουμε να πλησιάσουμε σε μια πλήρη, άνευ όρων κατάπαυση του πυρός», ανέφερε ο Ουκρανός πρόεδρος με το βλέμμα στην πλευρά Τραμπ για να προσθέσει ότι η μαζική ρωσική επίθεση στο Κίεβο φάνηκε αντίθετα να αποσκοπεί στην άσκηση πίεσης στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Είναι δύσκολο να δούμε πώς υπάρχει αξιόπιστος δρόμος προς την ειρήνη αυτή τη στιγμή, γράφουν στην επιθεώρηση The Conversation οι Στέφαν Γουλφ και Τετιάνα Μαλιαρένκο, ειδικοί σε θέματα διεθνούς ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ και στη Νομική Ακαδημία του Εθνικού Πανεπιστημίου της Οδησσού, αντίστοιχα. Επισημαίνουν ότι ακόμη και αν όλες οι πλευρές μπορέσουν να συμφωνήσουν σε μια φόρμουλα για κατάπαυση του πυρός (υπενθυμίζοντας ότι η Ρωσία δεν τήρησε ούτε την πασχαλινή εκεχειρία που η ίδια κήρυξε), τότε είναι ακόμη πιο δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς μπορεί να υπάρξει μία βιώσιμη ειρηνευτική συμφωνία που υποτίθεται ότι θα ακολουθήσει.