Όσο κι αν η αναγνώριση της ανεξαρτησίας των δύο επαρχιών του Ντονμπάς που αποσχίστηκαν από την Ουκρανία αντίκειται στη διεθνή νομιμότητα, ο Βλάντιμιρ Πούτιν προσπάθησε να το περιβάλει με ένα μανδύα ορθολογικότητας. Δηλαδή, προχώρησε στην αναγνώριση της ανεξαρτησίας των δύο περιοχών, όταν θεώρησε πως Γερμανία και Γαλλία, ως δυνάμεις εγγύησης των συμφωνιών του Μινσκ, δεν μπορούσαν να πιέσουν την Ουκρανία να τις εφαρμόσει, όπως η Μόσχα επιθυμούσε. Δεν μπορεί βέβαια κάποιος να ισχυριστεί πως αυτό ήταν το βασικό του κίνητρο, αλλά μπορεί να δώσει μία εικόνα των επόμενων κινήσεων του.
Ακόμα κι αν ο Τζο Μπάιντεν ισχυρίστηκε πως οι ρωσικές ενέργειες αποτέλεσαν την αρχή της εισβολής, τεχνικά η Μόσχα θα συνεχίσει να διατείνεται πως όλα αποτελούν απλά κατηγορίες των Ηνωμένων Πολιτειών. Μπορεί στην Ουάσιγκτον να υποστηρίζεται πως η Ρωσία έχει μεταφέρει σχεδόν το 100% των στρατευμάτων σε θέση εισβολής ή ότι ετοιμάζεται προέλαση μέσω του Χάρκοβο ή άλλων σεναρίων, αλλά ο Βλάντιμιρ Πούτιν θα εμφανίζεται ως υπέρμαχος της διπλωματίας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως η Μόσχα άφησε τον Λευκό Οίκο και τον Αμερικάνο υπουργό Εξωτερικών Τόνι Μπλίνκεν να ακυρώσουν τη συνάντηση με τον ομόλογο του στην Ελβετία την Πέμπτη, ώστε να δείξει πως οι ΗΠΑ είναι υπεύθυνες για οποιαδήποτε κατάρρευση των συνομιλιών.
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως μπορεί να αποκλειστεί μία μικρή ή εκτεταμένη στρατιωτική επιχείρηση με αφετηρία το Ντονμπάς, όπως για παράδειγμα η false flag επιχείρηση που προειδοποιούν οι ΗΠΑ. Να υπάρξει δηλαδή κάποια προβοκάτσια από τη Ρωσία, ώστε να δημιουργηθεί ένα πάτημα για κινητοποίηση των ρωσικών δυνάμεων. Άλλωστε αυτό είναι ένα ενδεχόμενο που το Κρεμλίνο, με διπλωματική γλώσσα, έχει αφήσει ανοικτό. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμιτρι Πεσκόφ ήταν σαφής πως η αναγνώριση της ανεξαρτησίας των δύο ουκρανικών επαρχιών από τη Ρωσία, γίνεται στα σύνορα που ήδη υπήρχαν εντός της Ουκρανίας. Αυτό είναι ένα σαφές μήνυμα πως οι ρωσικές φιλοδοξίες επεκτείνονται και στα εδάφη που δεν βρίσκονται υπό τον έλεγχο των ρωσόφωνων αυτονομιστών, αλλά ελέγχονται από ουκρανικές δυνάμεις. Άλλωστε ο ίδιος ο Πούτιν δήλωσε σε δημοσιογράφους πως η ρωσική αναγνώριση σημαίνει ότι αναγνωρίζονται τα βασικά έγγραφα των δύο αποσχισθείσων περιοχών, συμπεριλαμβανομένων των συνταγμάτων τους, τα οποία θέτουν τα όρια των περιοχών του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ από τη στιγμή που ήταν μέρος της Ουκρανίας. Όντως, τα συντάγματα του Ντόνετσκ και του Λουχάνσκ προβλέπουν ως σύνορα τους το σύνολο των διοικητικών ορίων τους, όπως είχαν οριοθετηθεί εντός της Ουκρανίας.
Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αν αναλογιστεί κάποιος σε ποιους απευθύνονται τα μηνύματα που εκπέμπει η Ρωσία. Είναι σαφές πως ο Πούτιν πιστεύει πλέον πως βρίσκεται σε ανοικτή σύγκρουση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο θεωρεί ουσιαστικό να αιτιολογεί και να εντάσσει τις κινήσεις του εντός ενός πλαισίου διεθνούς κανονικότητας. Απευθύνεται δηλαδή τόσο στις ευρωπαϊκές χώρες όσο και στη διεθνή κοινότητα, όπως στην Κίνα για παράδειγμα. Οι αναφορές του για τη γενοκτονία που η Μόσχα ισχυρίζεται πως συμβαίνει στην ανατολική Ουκρανία ήταν σημαντικές, ώστε να παρέμβουν οι ρωσικές δυνάμεις ως ειρηνευτική δύναμη, έπειτα από το αίτημα των ρωσόφωνων αυτονομιστών.
Η πραγματικότητα είναι ωστόσο πως στο Κρεμλίνο θεωρούν πως η Ρωσία μεγαλώνει, με τις εξελίξεις στο Ντονμπάς. Το περιστατικό της στοιχομυθίας του Πούτιν με τον επικεφαλής της Υπηρεσίας Κατασκοπείας Σεργκέι Ναρίσκιν κατά τη διάρκεια του ρωσικού Συμβουλίου Ασφαλείας, τη Δευτέρα, είναι χαρακτηριστικό των συζητήσεων που λαμβάνουν χώρα στον κλειστό κύκλο λήψης αποφάσεων στο Κρεμλίνο. Όταν ο Ναρίσκιν μίλησε για προσάρτηση του Λουχάνσκ και του Ντοντέσκ και ο Πούτιν τον διόρθωσε επιτιμητικά, ουσιαστικά αποκάλυπτε πως το Κρεμλίνο αντιμετωπίζει τη νέα κατάσταση στην Ουκρανία.
Καταλαμβάνοντας με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, κομμάτια της Ουκρανίας κάθε φορά, η Μόσχα κοιτάζει την επόμενη ημέρα των διαπραγματεύσεων για τη χώρα αλλά και την ανατολική Ευρώπη ευρύτερα. Στο Κρεμλίνο προσπαθούν να έχουν επιβάλλει τετελεσμένα στο έδαφος, που δεν θα μπορούν να ανατραπούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αυτό είναι άλλωστε που φοβούνται και οι χώρες της περιοχής, περισσότερο από μία εκτεταμένη ρωσική εισβολή, για την οποία φωνάζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες.