Αντιστρόφως ανάλογη πορεία ακολουθούν ο βαθμός επιρροής της Ινδίας διεθνώς και ο δείκτης της ποιότητας της δημοκρατίας εντός επί ηγεσίας του Ναρέντρα Μόντι, ο οποίος οδεύει το 2024 προς τρίτη πρωθυπουργική θητεία. Η πολυπληθέστερη πλέον χώρα του κόσμου και μία από τις ελάχιστες οικονομίες με ΑΕΠ που αναμένεται να «τρέξει» με ρυθμό ανάπτυξης 6% ή και περισσότερο για την επόμενη δεκαετία, καταλαμβάνει ειδική θέση στο ημερολόγιο του πυκνότερου στα χρονικά εκλογικού έτους.
Η εκλογική διαδικασία θα διαρκέσει εβδομάδες, με τις κάλπες να στήνονται μεταξύ Απριλίου και Μαΐου. Περισσότεροι από 900 εκατομμύρια είναι οι εγγεγραμμένοι ψηφοφόροι, σε σύνολο πληθυσμού 1,4286 δισεκατομμυρίων κατοίκων -ελαφρώς υψηλότερος από τα 1,4257 δισεκατομμύρια κατοίκους της Κίνας.
Η Ινδία ξεπέρασε εντός του 2023 την Κίνα ως η πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο καθώς γινόταν ταυτόχρονα ορατή η ενίσχυση του γεωπολιτικού βάρους της. H στρατηγική επένδυση των Ηνωμένων Πολιτειών στην Ινδία, ως αντίβαρο στον κινεζικό επεκτατισμό ήλθε σε πρώτο πλάνο τον Ιούνιο όταν ο Τζο Μπάιντεν υποδέχθηκε με τιμές και έστρωσε για πρώτη φορά το κόκκινο χαλί για τον Ναρέντρα Μόντι στον Λευκό Οίκο προς εδραίωση «μίας εκ των πλέον καθοριστικών εταιρικών σχέσεων του 21ου αιώνα», όπως δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος.
Ήταν μία γερή δόση realpolitik από τον Τζο Μπάιντεν, ο οποίος και υποσκέλισε το ζήτημα της διάβρωσης της δημοκρατίας στην Ινδία επί Μόντι στο «βωμό» των ραγδαίων μεταβολών που έχει επιφέρει στις διεθνείς γεωπολιτικές ισορροπίες ο ρωσικός πόλεμος στην Ουκρανία, και μίας ολοένα και πιο επεκτατικής και επιθετικής Κίνας στον Ινδο-Ειρηνικό και τη Νότια Σινική Θάλασσα.
Ο Ινδο-Ειρηνικός είναι η περιοχή όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες χρειάζονται την Ινδία περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο αυτή τη στιγμή. Αμφότερες Ουάσινγκτον και Νέο Δελχί επιχειρούν να αποκρούσουν την αυξανόμενη επιρροή της Κίνας στη γεωπολιτικό αυτό χώρο και πέραν αυτού, ενώ ταυτόχρονα η ίδια η Ινδία διαγκωνίζεται με την Κίνα για την «ηγεσία» των BRICS, καθώς επιχειρείται η σφυρηλάτηση μίας νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, χωρίς την ηγεμονία των ΗΠΑ.
Το Νέο Δελχί μπορεί από τη μία να μην έχει καταδικάσει τον πόλεμο στην Ουκρανία, διατηρώντας τη λεγόμενη «στρατηγική αυτονομία» του, αλλά δεν έχει διστάσει να εξοργίσει το Πεκίνο προχωρώντας σε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με τις ΗΠΑ, ενώ εξακολουθεί να μετέχει ενεργά στο σχήμα στρατηγικού διαλόγου Quad για τον Ινδο-Ειρηνικό, που συμπεριλαμβάνει τις ΗΠΑ, την Αυστραλία και την Ιαπωνία. Η Ινδία επιδιώκει να μεγιστοποιήσει τον ζωτικό της χώρο.
Σε αυτό το γεωπολιτικό περιβάλλον ανέβηκε προ μηνών στο βήμα του αμερικανικού Κογκρέσου το ίδιο πρόσωπο στο οποίο είχε απαγορευθεί η είσοδος στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2005, καθώς επί των ημερών του ως κυβερνήτη του κρατιδίου Γκουτζαράτ έλαβε χώρα το πογκρόμ εναντίον των μουσουλμάνων. Επί πρωθυπουργίας Μόντι, οι διακρίσεις εναντίον των μουσουλμάνων έχουν επιδεινωθεί σταθερή είναι η εκστρατεία επιβολής της εθνικιστικής ινδουιστικής ιδεολογίας, δημοσιογράφοι «φιμώνονται», ενώ πολιτικοί της αντιπολίτευσης αντιμετωπίζουν διώξεις.
Ο Ναρέντρα Μόντι ηγείται της Ινδίας σχεδόν εδώ και μία δεκαετία, από το 2014, και το κόμμα του Bharatiya Janata (BJP), ένα από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα μαζί με το Ινδικό Εθνικό Κογκρέσο, κυριαρχεί στη βόρεια και κεντρική Ινδία. Σε αυτές τις εκλογές 28 κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν συγκροτήσει τη συμμαχία υπό την ονομασία INDIA επιδιώκοντας να τον ανατρέψουν, ωστόσο λίγοι αμφιβάλλουν ότι θα εξασφαλίσει και τρίτη θητεία στην πρωθυπουργία.
Το Ιταλικό Ινστιτούτο Διεθνών Πολιτικών Μελετών (ISPI) υπογραμμίζει ότι το καθεστώς Μόντι στηρίζεται σε τέσσερις πυλώνες:
Ο πρώτος είναι η εδραίωση του ινδουιστικού εθνικισμού ως κυρίαρχης ιδεολογίας. Το ένα δισεκατομμύριο και πλέον Ινδουιστές της χώρας είναι η ατμομηχανή της πολιτικής του πορείας. Οι υποστηρικτές του αναγνωρίζουν την ενίσχυση της θέσης της Ινδίας στην παγκόσμια σκηνή, γεγονός που επισκιάζει την υποδαύλιση της εχθρότητας προς τη μεγάλη μουσουλμανική μειονότητα των 120 εκατομμυρίων.
Ο μεγαλοπρεπής ναός που σχεδιάζει να εγκαινιάσει στις 24 Ιανουαρίου στην Αγιοντίγια, σύμβολο της πολιτικής δύναμης του ινδουιστικού εθνικισμού, σκοπεύει να είναι το πετράδι στο στέμμα της ανερχόμενης ινδουιστικής Ινδίας.
Ο δεύτερος πυλώνας είναι ένας αυταρχισμός. Οι εκλογές στην Ινδία μέχρι σήμερα είναι ελεύθερες και δίκαιες. Η προστασία όμως των πολιτικών ελευθεριών και των ατομικών δικαιωμάτων αποδυναμώνονται. Αυξάνεται ο έλεγχος στα μέσα ενημέρωσης και τους πανεπιστημιακούς, εισάγονται νέων νόμοι που ποινικοποιούν όλο και περισσότερο του πολιτικούς αντιπάλους, στοχοποιούνται συστηματικά οι πολιτικοί της αντιπολίτευσης με υποθέσεις διαφθοράς, ενισχύεται ο έλεγχος των ανεξάρτητων θεσμών.
Ο τρίτος πυλώνας είναι η οικονομική ανάπτυξη. Σε αντίθεση με τους άλλους αυταρχικούς ηγέτες παγκοσμίως, της ίδιας «ομοταξίας», όπως ο Μπολσονάρο ή ο Ερντογάν, η κυβέρνηση Μόντι υπήρξε συνετή στην οικονομική διαχείριση: Ο πληθωρισμός και το ισοζύγιο πληρωμών κινήθηκαν σε ελεγχόμενα επίπεδα. Η αύξηση του ΑΕΠ της Ινδίας κυμαίνεται πλέον στο 6% και αναμένεται να επιταχυνθεί.
Η Ινδία προσπαθεί να τοποθετηθεί ως εναλλακτική λύση στην Κίνα ως επενδυτικός προορισμός και επαναπροσδιορίζεται ως κρίσιμος κόμβος στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Η κυβέρνηση δίνει κίνητρα για την εγκατάσταση της παραγωγής στην Ινδία. Η Apple έχει ήδη αρχίσει να μεταφέρει την παραγωγή της και το 20% του συνόλου των iPhone πιθανώς θα παράγεται στην Ινδία στο εγγύς μέλλον.
Εκφράζονται, ωστόσο, αμφιβολίες για το κατά πόσο θα πετύχει αυτή η πολιτική. Ενώ το εργατικό δυναμικό της Ινδίας μετακινείται από τη γεωργία προς τη βιομηχανική παραγωγή, η Ινδία εξακολουθεί να μην παράγει θέσεις εργασίας υψηλής ποιότητας και η ανεργία των πτυχιούχων είναι υψηλή. Η κυβέρνηση κατηγορείται επίσης ότι συγκεντρώνει το κεφάλαιο σε λίγους, ευνοώντας τρεις-τέσσερις μεγάλους ομίλους, με την ελπίδα ότι θα γίνουν αρκετά ισχυροί για να ανταγωνιστούν σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ο τέταρτος πυλώνας που στηρίζεται το καθεστώς Μόντι είναι οι πολιτικές πρόνοιας. Η κυβέρνηση έχει επεκτείνει τη διαθεσιμότητα δωρεάν σιτηρών τροφίμων στο 80% του πληθυσμού και εφαρμόζει τέσσερα προγράμματα κοινωνικής στήριξης, από τα οποία αναμένει εκλογικά οφέλη:
α) παροχή βοηθημάτων σε μετρητά
β) βελτίωση της υγιεινής
γ) παροχή αερίου μαγειρέματος στα νοικοκυριά
δ) επέκταση του δικτύου υδροδότησης. Τα επιτεύγματα της κυβέρνησης σε αυτά τα προγράμματα μπορεί να μην είναι θεαματικά σε τόσο μεγάλο πληθυσμό, αλλά αρκούν για να δημιουργήσουν πολιτική υποστήριξη.
Παραδοσιακά, οι πολιτικοί αναλυτές που μελετούσαν την Ινδία έκαναν διάκριση μεταξύ των θεμάτων της «ελίτ» και των θεμάτων της «λαϊκής μάζας» σημειώνει από πλευράς του το εδρεύων στην Ουάσινγκτον think-tank Carnegie Endowment for International Peace. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν η εξωτερική πολιτική, η εθνική ασφάλεια και το διεθνές εμπόριο. Οι «μάζες» ασχολούνται με θέματα όπως ο πληθωρισμός, η ανεργία και τα επιδόματα πρόνοιας.
Ο Μόντι έχει αναμφισβήτητα σπάσει το αόρατο φράγμα μεταξύ αυτών των δύο κατηγοριών. «Κατέβασε» την εξωτερική πολιτική και την εθνική ασφάλεια στις μάζες. Για παράδειγμα, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις στη Βομβάη το 2009 και ο πόλεμος με το Πακιστάν το 1999, δύο μείζονα κατά τα άλλα γεγονότα, επηρέασαν την έκβαση των εκλογών που ακολούθησαν.
Τον 2019 δεν συνέβη το ίδιο, όταν ένας βομβιστής αυτοκτονίας σκότωσε 40 άνδρες των ινδικών παραστρατιωτικών δυνάμεων στο Τζαμού και Κασμίρ. Τα στοιχεία των δημοσκοπήσεων έδειξαν ότι ο Μόντι κατόρθωσε να βγει ενισχυμένος από την κρίση. Μία σκληρή γραμμή κατά του Πακιστάν και της Κίνας, των βασικών προκλήσεων της Ινδίας στο εξωτερικό μέτωπο, ενισχύει τη θέση του Μόντι και «αφοπλίζει» την αντιπολίτευση που αδυνατεί ούτως ή άλλως εδώ και καιρό να θέσει την πολιτική ατζέντα.
Με δεδομένο, τέλος, το γεγονός ότι σε άλλες ισχυρές χώρες όπου θα γίνουν εκλογές, περιλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι πιθανό να αλλάξουν οι κυβερνήσεις, η παραμονή Μόντι στην εξουσία θα τον καταστήσει ισχυρή πολιτική προσωπικότητα στην παγκόσμια σκηνή, χωρίς να έχει να ζηλέψει κάτι από τους Βλαντιμίρ Πούτιν ή Ρετζεπ Ταγίπ Ερντογάν, με την ουσιαστική διαφορά βεβαίως ότι ο Ινδός ηγέτης εμπνέει εμπιστοσύνη στη Δύση.