Συνεχίζονται από την αμερικανική ακτοφυλακή οι επιχειρήσεις «διάσωσης» του βαθυσκάφους Titan και των πέντε επιβαινόντων που εξαφανίσθηκαν κοντά στο ναυάγιο του Τιτανικού, παρά τους φόβους ότι τα αποθέματα του οξυγόνου έχουν εξαντληθεί.
«Συνεχίζουμε να διαπιστώνουμε σε ιδιαιτέρως σύνθετες περιπτώσεις ότι η θέληση για ζωή των ανθρώπων πρέπει να ληφθεί επίσης πραγματικά υπ' όψιν. Και, κατά συνέπεια, συνεχίζουμε τις έρευνες και θα συνεχίσουμε τις προσπάθειες διάσωσης», δηλώνει ο υποναύαρχος Τζο Μάουτζερ, επικεφαλής των επιχειρήσεων έρευνας στο δίκτυο NBC, σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Στην περιοχή των ερευνών έφτασε το γαλλικό πλοίο το οποίο μεταφέρει το ρομπότ που έχει την δυνατότητα κατάδυσης στα 6.000 μέτρα. Πρόκειται για το ερευνητικό σκάφος Atalante το οποίο χρησιμοποιεί για πρώτη φορά ηχητικό σύστημα για την χαρτογράφηση του βυθού ώστε η έρευνα του ρομπότ να είναι περισσότερο στοχευμένη, ανακοίνωσε το ινστιτούτο Ifremer.
Υπενθυμίζεται ότι το υποβρύχιο ξεκινά κάθε ταξίδι του με 96 ώρες υποστήριξης ζωής και αγνοείται από την Κυριακή. Την Τετάρτη, η αμερικανική ακτοφυλακή διεύρυνε την περιοχή έρευνας και ανακατεύθυνε μέρος του εξοπλισμού της για να προσπαθήσει να εντοπίσει τους κρότους που ακούστηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας στην απομακρυσμένη περιοχή του Βόρειου Ατλαντικού.
Αν και δεν υπήρξε αποτέλεσμα, οι συσκευές σόναρ από το καναδικό αεροσκάφος P-3 αναλύονται από το αμερικανικό ναυτικό, δήλωσαν αξιωματούχοι την Τετάρτη.
Coast Guard Captain Jamie Frederick says the search for the missing Titanic submersible — as well as the underwater noises in the search area — haven't yet produced results.
— The Recount (@therecount) June 21, 2023
The surface search area is now about “2 times the size of Connecticut,” and up to 2.5 miles underwater. pic.twitter.com/3gLjJ6KNX2
Εν τω μεταξύ, έχει αναπτυχθεί στόλος πλοίων και εξειδικευμένος εξοπλισμός, συμπεριλαμβανομένου συστήματος διάσωσης σε βαθύ ωκεανό του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ και του πλοίου John Cabot της καναδικής ακτοφυλακής, το οποίο διαθέτει «σόναρ πλευρικής σάρωσης».
Το οξυγόνο λιγοστεύει καθώς περνούν οι ώρες, όπως και οι ελπίδες να βρεθούν ζωντανοί οι πέντε επιβάτες του. Επιπλέον, λιγοστό είναι το νερό και τα τρόφιμα. Σύμφωνα με αξιωματούχους, το πλήρωμα στο υποβρύχιο έχει «περιορισμένες μερίδες» τροφής και νερού ενώ το διαθέσιμο οξυγόνο είναι «ένα μόνο κομμάτι των δεδομένων» που αναλύουν οι διασώστες.
Τραγωδία στον βυθό
Η τραγωδία εξελίσσεται στα παγωμένα νερά στα ανοικτά των ανατολικών ακτών του Καναδά, όπου βυθίστηκε ο Τιτανικός το 1912. Το ναυάγιό του βρίσκεται σε βάθος περίπου 3.800 μέτρων, ανατολικά του Κέιπ Κοντ της Μασαχουσέτης των ΗΠΑ.
Στο βαθυσκάφος Τιτάν επιβαίνουν πέντε άνθρωποι: ο 58χρονος Βρετανός δισεκατομμυριούχος Χάμις Χάρντινγκ, ο πακιστανικής καταγωγής 48χρονος επιχειρηματίας Σαχζάντα Νταγούντ με τον 19χρονο γιο του, ο 77χρονος Γάλλος ωκεανογράφος και ειδικός σε θέματα Τιτανικού Πολ- Ενρί Ναρζολέ και ο Στόκτον Ρας, ιδρυτής και επικεφαλής της OceanGate.
Ο Σον Λιτ, επικεφαλής της εταιρείας στην οποία ανήκει από κοινού το πλοίο υποστήριξης, το Polar Prince, δήλωσε χθες στους δημοσιογράφους ότι «ακολουθήθηκαν όλα τα πρωτόκολλα», αλλά αρνήθηκε να δώσει διευκρινίσεις για το πώς διακόπηκε η επικοινωνία.
Ακόμη κι αν εντοπιστεί το Τιτάν η ανάσυρσή του στην επιφάνεια θα είναι δύσκολο έργο. Αν έχει ήδη καταφέρει να επιστρέψει στην επιφάνεια, ο εντοπισμός του στην τεράστια θάλασσα θα είναι δύσκολος, ενώ είναι κλειδωμένο από έξω, κάτι που σημαίνει ότι οι επιβαίνοντες δεν μπορούν να βγουν από το βαθυσκάφος χωρίς εξωτερική βοήθεια.
Αν το Τιτάν βρίσκεται στον βυθό, θα είναι ακόμη πιο δύσκολο να ανασυρθεί στην επιφάνεια λόγω της μεγάλης πίεσης και του πλήρους σκοταδιού που επικρατεί σε εκείνα τα βάθη.
Ερωτήματα για την ασφάλεια του βαθυσκάφους δημιουργήθηκαν το 2018 στη διάρκεια συμποσίου ειδικών της βιομηχανίας, ενώ αργότερα το ίδιο έτος ο πρώην επικεφαλής θαλάσσιων επιχειρήσεων της OceanGate, ο Ντέιβιντ Λόχριτζ, προσέφυγε δικαστικά εναντίον της εταιρείας, αφού εξέφρασε σοβαρές ανησυχίες για την ασφάλεια του Titan και απολύθηκε.
Σύμφωνα με αυτόν, το φινιστρίνι στο εμπρός μέρος του βαθυσκάφους έχει κατασκευαστεί για να αντέχει την πίεση σε 1.300 μέτρα βάθους και όχι στα 4.000 μέτρα.
Επιχείρηση «εξαιρετικής δυσκολίας»
Ο Αντιναύαρχος ε.α. του Πολεμικού Ναυτικού, Επίτιμος Αρχηγός Στόλου και πρώην Στρατιωτικός Αντιπρόσωπος της Ελλάδος στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ την περίοδο 2019-2022 Ιωάννης Παυλόπουλος, τοποθετήθηκε στο Liberal και στην Κέλλυ Σαουάχ - Μαραγκουδάκη, εξηγώντας τα αίτια που η επιχείρηση εντοπισμού του σκάφους της ιδιωτικής εταιρείας Ocean Gate Expedition είναι ιδιαίτερα περίπλοκη.
«Ως μια γενική αρχή θα ήθελα να σας ενημερώσω ότι οι Επιχειρήσεις Έρευνας και Διάσωσης Υποβρυχίων αποτελούν επιχειρήσεις εξαιρετικής δυσκολίας, με ιδιαίτερες απαιτήσεις συντονισμού αεροναυτικών μέσων και βαθυσκάφους διάσωσης. Κρίσιμο στοιχείο αποτελεί ο παράγοντας του χρόνου, ως εκ τούτου στη συγκεκριμένη περίπτωση του βαθυσκάφους στον Ατλαντικό οι συνθήκες είναι χρονικά δυσμενείς.»
Ελάχιστες οι πιθανότητες διάσωσης
«Αν τον παράγοντα του χρόνου τον συνδυάσουμε με το βάθος των 3.000 μέτρων θα τολμήσω να εκτιμήσω ότι οι πιθανότητες εντοπισμού και διασωσης των 5 επιβαινόντων είναι ελάχιστες. Ορισμένα Ναυτικά του ΝΑΤΟ διαθέτουν συστήματα διάσωσης πληρωμάτων Υποβρυχίων όπως π.χ. οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Ιταλία, τα οποία ασκούνται τακτικά στις συγκεκριμένες επιχειρήσεις, χωρίς όμως ποτέ να έχει απαιτηθεί μέχρι σήμερα η χρήση τους για πραγματικό περιστατικό. Και βέβαια όχι σε βάθη 3.000 μέτρων», αναφέρει.
«Ως Αρχηγός του Ελληνικού Στόλου τον Οκτώβριο του 2018 συμμετείχα με ένα ελληνικό υποβρύχιο σε άσκηση διάσωσης πληρώματος υποβρυχίου με μέσα του ιταλικού Ναυτικού. Για να κάνετε μια σύγκριση το ελληνικό υποβρύχιο που προσομοιάζαμε ότι είχε βλάβη είχε επικαθήσει στον βυθό σε βάθος 60 μέτρων. Καταδυθήκαμε με το βαθυσκάφος SRV 300 στο απαιτούμενο βάθος ώστε να «κουμπώσουμε» στον θάλαμο διαφυγής του ελληνικού υποβρυχίου και να αρχίσουμε να διασώζουμε μεταφέροντας αριθμό του πληρώματος στην επιφάνεια από τα 60 μέτρα.
Κατά την κατάδυση όπου επέβαινα στο βαθυσκάφος μαζί με τον Έλληνα Διοικητή Υποβρυχίων και η οποία διήρκεσε συνολικά περί τις 2ωρες, σε κάποια στιγμή παρουσιάσθηκε πρόβλημα σε μια από τις αντλίες του σκάφους που χρησιμεύουν για την κατάδυση και την ανάδυση, γεγονός που οδήγησε τη λήψη απόφασης διακοπής της προσπάθειας καθόσον υπήρχε κίνδυνος να μην επικαθήσει ορθά το βαθυσκάφος στον θάλαμο διαφυγής του υποβρυχίου και να προξενήσει φθορά στο υλικό.
Κατά τα άλλα οι διαδικασίες εντοπισμού του υποβρυχίου τηρήθηκαν επακριβώς καθώς και η προσέγγιση του βαθυσκάφους έγινε με επιτυχία, απλά αποφεύγοντας τον κίνδυνο πρόκλησης φθοράς του υλικού. Από τα παραπάνω συνάγεται η δυσκολία αυτού του τύπου των επιχειρήσεων ακόμα και στα μικρά βάθη. Ο τύπος του ιταλικού βαθυσκάφους SRV 300 υποδηλώνει τη δυνατότητα κατάδυσης του μέχρι τα 300 μέτρα βάθος. Όπως αντιλαμβάνεσθε, τα 3.000 μέτρα είναι σχεδόν απαγορευτικά για διάσωση ακούμε και με προηγμένα συστήματα που ίσως διαθέτουν οι ΗΠΑ, πολλώ δε μάλλον όταν δεν έχει ακόμα εντοπισθεί το ακριβές στίγμα του βαθυσκάφους που απωλέσθηκε στον Ατλαντικό.
Δυστυχώς, η εκτίμησή μου είναι ότι οι πιθανότητες διάσωσης είναι εξαιρετικά περιορισμένες», καταλήγει ο κ. Παυλόπουλος.
Διαβάστε επίσης:
Υποβρύχιο Titan: Κρίσιμος ο παράγοντας χρόνος - Αδύνατη η διάσωση σε βάθος 3.000 μέτρων
Αμερικανική ακτοφυλακή: Δεν γνωρίζουμε αν οι ήχοι έρχονται από το υποβρύχιο «Titan»
Υποβρύχιο Titan: Τελευταία ελπίδα το γαλλικό επανδρωμένο βαθυσκάφος «Nautile»