Κανείς εντός και εκτός του Ιράν δεν αναμένει κάποια σημαντική πολιτική αλλαγή στη χώρα των αγιατολάχ από την έκβαση των προεδρικών εκλογών, που προκηρύχθηκαν αιφνιδίως μετά τον θάνατο του πρώην της Ισλαμικής Δημοκρατίας Εμπραχίμ Ραΐσι σε συντριβή ελικοπτέρου.
Ο πρώτος γύρος των εκλογών είναι προγραμματισμένος για τις 28 Ιουνίου και σε αυτόν αναμετρώνται έξι υποψήφιοι, όλοι με τη «βούλα» του Συμβουλίου των Φρουρών, ένα 12μελές σώμα νομικών, οι μισοί εκ των οποίων διορίζονται από τον ανώτατο πνευματικό ηγέτη Αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ και οι άλλοι μισοί από τον επικεφαλής του δικαστικού σώματος, ο οποίος επίσης διορίζεται από τον Αλί Χαμενεΐ.
Φέτος, όπως και στις προηγούμενες εκλογές, το Συμβούλιο των Φρουρών απέρριψε τους περισσότερους υποψηφίους -74 σε σύνολο 80. Οι έξι που έλαβαν το χρίσμα των «κηδεμόνων» της Ισλαμικής Επανάστασης είναι οι:
- Μοχαμάντ Μπαγκέρ Γκαλιμπάφ: Πρόεδρος του Κοινοβουλίου, πρώην δήμαρχος της Τεχεράνης, πρώην διοικητής της αεροπορίας των Φρουρών της Ισλαμικής
- Επανάστασης, και πρώην αρχηγός της Αστυνομίας
- Σαΐντ Τζαλίλι: Πρώην επικεφαλής διαπραγματευτής για τα πυρηνικά του Ιράν, νυν μέλος της Συμβουλίου Επιτήρησης της Τάξης του Κράτους
- Μασούντ Πεζεσκιάν: Βουλευτής και πρώην υπουργός Υγείας
- Μοσταφά Πουρμοχαμαντί: Πρώην υπουργός Εσωτερικών και Δικαιοσύνης
- Αμίρ Χοσεΐν Γκαζιζαντέ Χασεμί: Αντιπρόεδρος του Εμπραχίμ Ραϊσί, επικεφαλής του Ιδρύματος Μαρτύρων και Βετεράνων του Ιράν
- Αλιρεζά Ζακανί: Δήμαρχος της Τεχεράνης
Από αυτούς, οι Γκαλιμπάφ και Τζαλίλι ξεχωρίζουν ως επικρατέστεροι, καθώς βρίσκονται πολιτικά πιο κοντά στη γραμμή του Αγιατολάχ Χαμενεΐ. Είναι και οι δύο συντηρητικοί. Ο Τζαλίλι είναι σκληροπυρηνικός και πληροί πολλές προϋποθέσεις ως πιθανός νικητής, τουλάχιστον όσον αφορά την υποστήριξη από το ισλαμικό καθεστώς -έχει ισχυρούς δεσμούς με τον Χαμενεΐ και το πανίσχυρο παραστρατιωτικό Σώμα των Φρουρών της Επανάστασης. Στις εκλογές του 2021 αποσύρθηκε από την κούρσα της διεκδίκησης υπέρ του Ραΐσι.
Ο Γκαλιμπάφ, από την άλλη, εκλεκτός του κατεστημένου και αυτός, θεωρείται σχετικά πιο μετριοπαθής. Είναι τεχνοκράτης και έχει επίσης στενούς δεσμούς με τους Φρουρούς της Επανάστασης και τον Χαμενεΐ, αλλά δεν έχει στο πλευρό του τα υπερσυντηρητικά μέσα ενημέρωσης.
Στις τελευταίες εκλογές του 2021 το Συμβούλιο των Φρουρών είχε «κόψει» όλους τους μεταρρυθμιστές πολιτικούς. Φέτος, έκανε μία εξαίρεση: Επέτρεψε στον Μασούντ Πεζεσκιάν, που εκπροσωπεί τη μεταρρυθμιστική πτέρυγα του ιρανικού καθεστώτος, να κατέλθει ως υποψήφιος.
Ωστόσο η μοναδική πιθανότητα να επιτύχει είναι αν η συντηρητική ψήφος διασπαστεί μεταξύ των Γκαλίμπαφ και Τζαλίλι και αν προσέλθουν μαζικά στις κάλπες οι μεταρρυθμιστές Ιρανοί, κάτι που θεωρείται, απίθανο εξαιτίας της χαμηλής συμμετοχής στις εκλογές. Εξάλλου, το ίδιο το κίνημα μεταρρυθμιστών αποτυπώνεται αδύναμα στις κάλπες, με πολλούς αντικυβερνητικούς να απέχουν, αρνούμενοι να νομιμοποιήσουν το πολιτικό σύστημα. Το ποσοστό συμμετοχής στις βουλευτικές εκλογές τον Μάρτιο ήταν το χαμηλότερο στην ιστορία της Ισλαμικής Δημοκρατίας, μόλις 41%. Οι πιο κυνικοί υποστηρίζουν ότι ο Πεζεσκιάν επελέγη ακριβώς επειδή είναι απίθανο να κερδίσει.
Ο Μασούντ Πεζεσκιάν είναι γιατρός, βουλευτής και πρώην υπουργός Υγείας, του οποίου ο πατέρας ήταν Αζέρος και η μητέρα Κούρδισα. Οι υπόλοιποι μεταρρυθμιστές διεκδικητές του χρίσματος δεν μπόρεσαν να εξασφαλίσουν την άδεια του Συμβουλίου των Φρουρών του Συντάγματος.
Ίσως ο πιο γνωστός που αποκλείστηκε, ιδίως διεθνώς, είναι ο Μαχμούντ Αχμαντινετζάντ, πρώην πρόεδρος από το 2005 έως το 2013. Μεταξύ των υποψηφιοτήτων που απορρίφθηκαν βρίσκεται εκείνη του μετριοπαθούς πρώην προέδρου του Κοινοβουλίου Αλί Λαριτζανί - ο οποίος θεωρούνταν ένας από τους επικρατέστερους -καθώς και του Εσάκ Τζαχανγκίρι, πρώην πρώτου αντιπροέδρου στην κυβέρνηση του Χασάν Ρουχανί.
Το Συμβούλιο των Φρουρών δεν εξηγεί δημοσίως τους λόγους απόρριψης των υποψηφίων. Τα μέλη του αποφασίζουν για μια υποψηφιότητα με βάση την αντιληπτή πίστη στις αρχές της Ισλαμικής Επανάστασης.
Στις εκλογές του 2021, το όργανο επέλεξε μόλις επτά υποψηφίους από τους 592 διεκδικητές, ανοίγοντας τον δρόμο στον Εμπραχίμ Ραΐσι, τον υποψήφιο του συντηρητικού και υπερσυντηρητικού στρατοπέδου, να εκλεγεί εύκολα από τον πρώτο γύρο. Ο αγιατολάχ Αλί Χαμενεΐ είχε επενδύσει στον Ραΐσι, εκτός από πρόεδρο της χώρας και ως συνεχιστή του, προσβλέποντας σε μία ομαλή διαδικασία διαδοχής, όμως ο θάνατος του τελευταίου έρχεται να εντείνει τις εσωτερικές διαμάχες που ήδη μαίνονταν. Ο σκληροπυρηνικός Ραΐσι, σε αντίθεση με τον προκάτοχό του Χασάν Ρουχανί, ακολουθούσε τις εντολές και δεν είχε αμφισβητήσει τους Φρουρούς της Επανάστασης.
«Η Ισλαμική Δημοκρατία αναγνωρίζει ότι υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα στις προσδοκίες και τις απαιτήσεις μεταξύ του συστήματος και του λαού της, υπάρχει ένα χάσμα σχετικά με την κοινωνική φιλελευθεροποίηση, την οικονομική πορεία και τις πολιτικές ευκαιρίες, το οποίο το σύστημα αναγνωρίζει σαφώς ότι δεν μπορεί να γεφυρώσει» παρατηρεί μιλώντας στο CNBC η Σανάμ Βακίλ, επικεφαλής του Προγράμματος Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής του βρετανικού Βασιλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων. Από αυτή την άποψη, δεν είναι πλέον μεταξύ των προτεραιοτήτων του ισλαμικού καθεστώτος η νομιμοποίηση μέσω εκλογών, αλλά ζητούμενο είναι να εγγυηθεί ότι το αποτέλεσμα θα είναι σχετικά προβλέψιμο.