Η υποδοχή του Ισπανού πρωθυπουργού και των υπουργών της κυβέρνησης του σε θερμό κλίμα είναι ενδεικτική της στενής σχέσης μεταξύ Μαδρίτης κι Άγκυρας. Η επίσκεψη του Σάντσεθ στην Τουρκία είναι άλλωστε μία συνέχεια της πάγιας πολιτικής της Ισπανίας των τελευταίων χρόνων απέναντι στην Τουρκία.
Η Τουρκία αποτελεί ένας από τους μεγαλύτερους εταίρους της Ισπανίας στον τομέα των εξοπλισμών. Το ύψος των εξοπλιστικών προγραμμάτων στα οποία έχει ενταχθεί η Τουρκία ανέρχεται στο μέγεθος της Σαουδικής Αραβίας, ενός από τους μεγαλύτερους αγοραστές όπλων παγκοσμίως.
Παράλληλα, η ανακοίνωση της εξαγοράς της τουρκικής τράπεζας Garanti από τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της Ισπανίας, BBVA δείχνει πως η σχέση τους έχει επεκταθεί και στο χρηματοοικονομικό επίπεδο. Σε μία στιγμή που η ραγδαία πτωτική πορεία της τουρκικής λίρας συνεχίζεται, η στήριξη από την ισπανική τράπεζα αποτελεί ένα μία πολύ σημαντική κίνηση. Αυτό άλλωστε πολλαπλασιάζει την έκθεση του ισπανικού τραπεζικού τομέα στην τουρκική οικονομία, συνδέοντας τις δύο χώρες με πολύ στενούς δεσμούς.
Η συμμαχία τους άλλωστε έχει αναπτυχθεί σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστική είναι η στάση της Ισπανίας απέναντι στην Τουρκία όταν το τουρκικό καθεστώς εισέβαλε στη Συρία το 2019 και η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε εμπάργκο όπλων απέναντι στην Άγκυρα για τα κράτη μέλη της, όπως όφειλε στην υπόστασή της ως μία υπεύθυνη δύναμη διεθνώς. Παρά τη φαινομενική συμμόρφωση της Μαδρίτης, γρήγορα ακολούθησε την ίδια πολιτική. Μετά από λίγο συνέχισε να προμηθεύει την Άγκυρα με εξοπλισμούς. Μάλιστα η πρώτη της προμήθεια εξοπλισμού που έπαυσε στην πράξη το εμπάργκο ήταν ένας εκτοξευτής πυραύλων Πάτριοτ, το οποίο το δικαιολόγησε στην ανάγκη ένας εταίρος του στο ΝΑΤΟ, όπως η Τουρκία, να μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες ασφάλειας της, με βάση την κατάσταση στη Συρία. Το γεγονός πως αντικατέστησε άλλες δυτικές χώρες ως προμηθευτής της Τουρκίας, βαραίνει τις αποφάσεις της Μαδρίτης, που δεν επιθυμεί να απωλέσει μία μεγάλη αγορά για τα εξοπλιστικά της προγράμματα.
Βέβαια αυτή η στάση δεν έχει διακομματική συναίνεση στην Ισπανία και η σχέση της Μαδρίτης αποτελεί αντικείμενο έντονου πολιτικού διαλόγου στο εσωτερικό, ειδικά από τη στιγμή που το καθεστώς του Ταγίπ Ερντογάν έχει εξελιχθεί σε ένα αυταρχικό κράτος που διώκει και καταπιέζει τους πολίτες του. Η δήλωση του αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος, μείζονος κόμματος της αντιπολίτευσης είναι χαρακτηριστική, καθώς ο Πάμπλο Κασάδο επανέλαβε τη στήριξη στην υπεράσπιση της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας και της Κύπρου ως μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνδέοντας άμεσα το ζήτημα με την Ελλάδα και έμμεσα τον εξοπλισμό της Τουρκίας με την προκλητική συμπεριφορά της.
Ωστόσο η Ισπανία δεν αναμένεται να αλλάξει την πολιτική της, παρά την πίεση που η παρέμβαση της Ελλάδας αναμένεται να φέρει στο πλαίσιο της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής άμυνας και ασφάλειας. Ακόμα και όταν τον Οκτώβριο του 2020, στην Ευρωπαϊκή Ένωση είχε τεθεί το ζήτημα των κυρώσεων στην Τουρκία, λόγω της προκλητικής συμπεριφοράς της στην Ανατολική Μεσόγειο, η Ισπανία είχε αντισταθεί σθεναρά βρίσκοντας ισχυρούς συμμάχους εντός της ΕΕ, όπως η Γερμανία.
Η Ισπανία έχει θέσει σε προτεραιότητα την ανάπτυξη της πολεμικής της βιομηχανία κι αυτό φαίνεται να επηρεάζει άμεσα τις στρατηγικές της επιλογές. Χαρακτηριστικό είναι πως η ισπανική πολεμική βιομηχανία έχει μπει στη δεκάδα των μεγαλύτερων εξαγωγέων όπλων παγκοσμίως, φτάνοντας μέχρι και την έβδομη θέση, με ραγδαία αύξηση των πωλήσεων της. Η ανάπτυξη των τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών και η τεχνογνωσία ενδεχομένως αλλά και η ευρύτερη συνεργασία χερσαίων και ναυτικών οπλικών συστημάτων αποτελεί ένα ισχυρό θέλγητρο για την ισπανική ηγεσία.
Ο Ταγίπ Ερντογάν φρόντισε βέβαια να εκμεταλλευθεί άμεσα την επίσκεψη Σάντσεθ, στο αφήγημα που προωθεί τελευταία. Αυτό το αφήγημα βασίζεται στο ότι η Τουρκία αποτελεί το έσχατο σύνορο της Ευρώπης και γι’ αυτό άλλωστε η συμμαχία της με την Ισπανία, που φυλάσσει το έτερο άκρο της Ευρώπης αποτελεί μία φυσική επιλογή.