Να μην προσπαθήσει να δράσει αυτόνομα σε ζητήματα άμυνας, προειδοποίησε σήμερα την Ευρώπη ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, στον απόηχο της δήλωσης του Ντόναλντ Τραμπ που προκάλεσαν νέα συζήτηση για το αν η Γηραιά ήπειρος μπορεί να συνεχίσει να βασίζεται στην προστασία των ΗΠΑ.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να υπερασπιστεί την Ευρώπη. Το 80% των αμυντικών δαπανών του ΝΑΤΟ προέρχονται από συμμάχους του ΝΑΤΟ εκτός ΕΕ», δήλωσε ο Στόλτενμπεργκ σε συνέντευξή του στο Reuters.
Ο ίδιος εκτίμησε ότι είναι σαφές ότι η ασφάλεια της Ευρώπης δεν εξαρτάται μόνο από την ίδια την Ευρώπη αλλά και από άλλα μέλη του ΝΑΤΟ όπως οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Τουρκία, η Νορβηγία και η Ισλανδία.
«Αν απλώς κοιτάξετε τον χάρτη, είναι προφανές ότι όλες αυτές οι χώρες, σύμμαχοι εκτός ΕΕ, είναι ζωτικής σημασίας για την προστασία της Ευρώπης», τόνισε ο γ.γ. της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας.
Πρόσθεσε ότι «οποιαδήποτε προσπάθεια αποσύνδεσης της Ευρώπης από τη Βόρεια Αμερική θα διχάσει επίσης την Ευρώπη». Πολλά ευρωπαϊκά κράτη, ιδιαίτερα στην Ανατολική Ευρώπη, θεωρούν τις ΗΠΑ ως τον πρωταρχικό εγγυητή της ασφάλειας και θα αντιτίθεντο σε οποιαδήποτε κίνηση για να αλλάξει αυτό.
Ο Τραμπ, πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ και υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων στις φετινές αμερικανικές προεδρικές εκλογές, προκάλεσε έντονη κριτική από δυτικούς ηγέτες μετά τη δήλωσή του ότι οι ΗΠΑ δεν θα υπερασπιστούν τους συμμάχους της στο ΝΑΤΟ που δεν δαπανούν αρκετά για την άμυνα, με τον μεγιστάνα να φτάνει στο σημείο να ενθαρρύνει ακόμη και τη Ρωσία να επιτεθεί σε αυτές τις συμμαχικές των ΗΠΑ χώρες.
Πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί δήλωσαν ότι αυτή η τοποθέτηση του Τραμπ ήταν μια αφύπνιση, σημειώνοντας ότι αυτό θα πρέπει να λειτουργήσει ως κίνητρο για την Ευρώπη να κάνει περισσότερα για να μπορέσει να υπερασπιστεί τον εαυτό της.
Ο Στόλτενμπεργκ είπε ότι τα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ έπρεπε να κάνουν περισσότερα για να αναπτύξουν τις αμυντικές ικανότητες και το κάνουν. Αλλά είπε ότι αυτό πρέπει να συμβεί σε ένα διατλαντικό πλαίσιο.
Νωρίτερα σήμερα, είπε ότι οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι θα επενδύσουν 380 δισεκατομμύρια δολάρια στην άμυνα φέτος, ανεβάζοντας τις δαπάνες τους σε περίπου 2% του συνολικού ΑΕΠ το 2024, σε σύγκριση με 1,85% το 2023.
Συγκεκριμένα ανέφερε σε συνέντευξη Τύπου στις Βρυξέλλες ότι 18 από τις 31 χώρες μέλη του ΝΑΤΟ θα επιτύχουν το στόχο του 2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος τους για αμυντικές δαπάνες κατά το 2024.
«Περιμένω ότι 18 σύμμαχοι θα δαπανήσουν φέτος για την άμυνα το 2% του ΑΕΠ τους», δήλωσε, προσθέτοντας πως οι συνολικές στρατιωτικές δαπάνες πρόκειται να καταγράψουν φέτος ακόμη ένα έτος ρεκόρ καθώς ο πόλεμος της Ρωσίας εναντίον της Ουκρανίας εισέρχεται στο τρίτο έτος του. Μια «άνευ προηγουμένου» αύξηση κατά 11% των αμυντικών δαπανών των χωρών του ΝΑΤΟ καταγράφηκε την περασμένη χρονιά, ανέφερε.
Στη συνέντευξη του στο Reuters o επικεφαλής του ΝΑΤΟ παράλληλα κάλεσε τη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ να εγκρίνει ένα «ζωτικής» σημασίας πακέτο στρατιωτικής βοήθειας δισεκατομμυρίων δολαρίων για την Ουκρανία, λέγοντας στους Αμερικανούς βουλευτές ότι η Κίνα θα ενθαρρυνθεί αν η Ρωσία κερδίσει τον πόλεμο κατά της Ουκρανίας.
«Βασίζομαι στο ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων θα συμφωνήσει στη στήριξη της Ουκρανίας, γιατί αυτό δεν είναι φιλανθρωπία. Πρόκειται για μια επένδυση στη δική μας ασφάλεια», δήλωσε.
Ο Στόλτενμπεργκ τόνισε ότι η Ευρώπη και ο Καναδάς ενισχύουν επίσης τη βοήθεια προς την Ουκρανία, σημειώνοντας ότι η συνδυασμένη οικονομική και στρατιωτική βοήθειά τους στο Κίεβο είναι μεγαλύτερη από αυτή που έχουν προσφέρει οι ΗΠΑ.
Ωστόσο, όπως είπε, η οικονομική βοήθεια των ΗΠΑ «παραμένει ζωτικής σημασίας».
«Αν ο πρόεδρος Πούτιν κερδίσει στην Ουκρανία, θα στείλει ένα μήνυμα σε αυτόν αλλά και σε άλλους αυταρχικούς ηγέτες ότι παίρνουν αυτό που θέλουν με τη χρήση στρατιωτικής βίας. Θα κάνει τον κόσμο πιο επικίνδυνο (και) εμάς πιο ευάλωτους», πρόσθεσε.
«Σήμερα είναι η Ουκρανία, αύριο μπορεί να είναι η Ταϊβάν. Έτσι το Πεκίνο και η Κίνα παρακολουθούν στενά τι συμβαίνει στην Ουκρανία».
Χθες, η υπό την πλειοψηφία των Δημοκρατικών Γερουσία των ΗΠΑ ενέκρινε ένα πακέτο βοήθειας ύψους 95,34 δισεκ. δολαρίων για την Ουκρανία, το Ισραήλ και την Ταϊβάν, εν μέσω αυξανόμενων αμφιβολιών για την τύχη του νομοσχεδίου στην υπό τον έλεγχο των Ρεπουμπλικανών Βουλή των Αντιπροσώπων.
Η έγκριση και της Βουλής είναι απαραίτητη προτού ο Δημοκρατικός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν μπορέσει να την υπογράψει σε νόμο.