Παρελθόν αποτελεί ένας ακόμη υπουργός Οικονομικών στην Τουρκία. Ο μέχρι χθες «τσάρος» της τουρκικής οικονομίας, Λουτφί Ελβάν, υπέβαλε χθες την παραιτησή του υπό το βάρος της οικονομικής κρίσης και της κατάρρευσης της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας. Είχε παραμείνει στην θέση αυτή έναν ακριβώς χρόνο, διαδεχόμενος το Νοέμβριο του 2020, το γαμπρό του Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ. Σύμφωνα με το Anadolu, ο Ταγίπ Ερντογάν έκανε δεκτή τη παραιτησή Ελβάν, στην θέση του οποίου διορίζεται σύμφωνα με σχετικό προεδρικό διάταγμα, ο επιχειρηματίας Νουρετίν Νεμπατί. Ο τρίτος κατά σειρά υπουργός Οικονομικων της χώρας από τα τέλη του 2020 μέχρι σήμερα.
Το πρωί της Τετάρτης, είχε χρειαστεί η παρέμβαση της κεντρικής τράπεζα της Τουρκίας για να στηριχθεί η καταρρέουσα λίρα, της οποίας η ισοτιμία με το δολάριο είχε φτάσει μια ανάσα από τις 14 λίρες. Τις τελευταίες ώρες η κεντρική τράπεζα επιχειρεί με… νύχια και με δόντια να εμποδίσει την περαιτέρω διολίσθηση του εθνικού νομίσματος (χθες βράδυ στις 13,46 λίρες), μετά και τις προχθεσινές δηλώσεις Ερντογάν ότι εμμένει στην στρατηγική του επιλογή να διατηρήσει χαμηλά τα επιτόκια. «Αυτό που κάνουμε είναι σωστό. Έχουμε φτιάξει και κάνουμε ένα πολιτικά επικίνδυνο αλλά σωστό σχέδιο», είπε ο Ερντογάν στους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος στο κοινοβούλιο στην Άγκυρα. «Ο κόσμος ξέρει πόσο άβολα νιώθω με τα υψηλά επιτόκια. Ποτέ δεν ήμουν υπέρ των επιτοκίων. Δεν ήμουν σήμερα και δεν θα είμαι αύριο», ήταν οι δηλώσεις του Τούρκου προέδρου.
Σύμφωνα με την Sabah, ο Νεμπάτι, υποστηρικτής της πολιτικής των χαμηλών επιτοκίων του Ταγίπ Ερντογάν, είχε πρόσφατα δηλώσει ότι οι «χειριστικές επιθέσεις» στην τουρκική λίρα δεν πρόκειται να αφήσουν μόνιμη ζημιά. Επιχειρηματίας στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, με σπουδές στις πολιτικές επιστήμες, μεταπτυχιακό στις διεθνείς σχέσεις και διδακτορικό στη δημόσια διοίκηση, ο Νεμπατί έχει εκλεγεί στο παρελθόν δύο φορές βουλευτής του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΚ). Έχει επίσης δραστηριοποιηθεί σε κοινωφελή ιδρύματα προσκείμενα στον χώρο του πολιτικού Ισλάμ και του AKP.
Καθημερινά, η οικονομική κρίση στην γείτονα γίνεται ολοένα και πιο έντονη, η λίρα διολισθαίνει συνεχώς, ο πληθωρισμός καλπάζει κι όμως ο τούρκος πρόεδρος επιμένει στα χαμηλά επιτόκια. Θα πάμε μέχρι τέλους με χαμηλά επιτόκια, είναι η μόνιη επωδός Ερντογάν, υποσχόμενος ότι η τουρκική οικονομία θα δει ξανά μέρες υψηλής ανάπτυξης. Την ίδια στιγμή, οι αναλύσεις επιμένουν ότι η μοναδική λύση είναι η επιθετική αύξηση των επιτοκίων τουλάχιστον στο 20%, από 15% σήμερα και η ταυτόχρονη επιβολή αυστηρών capital controls (κεφαλαιακοί περιορισμοί υπάρχουν και σήμερα). Εκτιμούν ότι αν δεν αλλάξει… ρότα ο Ερντογάν, θα αναγκαστεί σύντομα να εφαρμόσει μέτρα έκτακτης ανάγκης, όπως τη διανομή τροφίμων με το δελτίο και περιορισμούς στις εξαγωγές, για να αντιμετωπιστούν οι ελλείψεις αγαθών.
Η τουρκική οικονομία μπορεί να είναι πολύ μεγάλη για να αφεθεί να πεθάνει, ωστόσο βρίσκεται σε μόνιμο αδιέξοδο καθώς η πώληση προϊόντων στο εσωτερικό της χώρας είναι ασύμφορη και η αγορά προϊόντων από το εξωτερικό είναι πανάκριβη. Όσο για την αγορά, και μόνο το γεγονός ότι η Apple ανέστειλε τις πωλήσεις των προϊόντων της στην Τουρκία καθώς η απότομη υποτίμηση της λίρας κάνει τις τιμές να είναι 10% χαμηλότερες από αυτές στις ΗΠΑ, αρκεί για να γίνει αντιληπτή η τρομακτική επιδείνωση των συνθηκών.
Σε πρόσφατη έκθεσή της, η Capital Economics ανέφερε ότι οι περισσότεροι πελάτες της ρωτούν αν η κατάρρευση της τουρκικής λίρας θα οδηγήσει σε κρατική χρεοκοπία την Τουρκία, καθώς είναι σύνηθες φαινόμενο μία νομισματική κρίση να ακολουθείται από στάση πληρωμών. Διότι το χρέος σε ξένο νόμισμα αυξάνεται σε όρους εγχώριου νομίσματος με την υποτίμηση κι έτσι αυξάνεται και το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, οδηγώντας στην ανάγκη αναδιάρθρωσης.