Η σουηδική κυβέρνηση ανακοίνωσε σήμερα ότι θέλει να επιτρέψει στην αστυνομία να κάνει μυστικές παρακολουθήσεις τηλεφωνικών κλήσεων και ηλεκτρονικών επικοινωνιών νεαρών κάτω των 15 ετών, με σκοπό να αντιμετωπίσει τη βία των συμμοριών.
Η Σουηδία ζει μια έξαρση της βίας με όπλα τα τελευταία χρόνια, από εγκληματικές συμμορίες που βρίσκονται σε διαμάχη για ναρκωτικά και άλλες παράνομες δραστηριότητες.
Οι δράστες αυτών των πράξεων είναι συχνά νεαροί έφηβοι, που προσλαμβάνονται ως πληρωμένοι δολοφόνοι, επειδή δεν έχουν συμπληρώσει την ηλικία ποινικής ευθύνης, που ορίζεται στα 15 έτη.
«Σήμερα, αυτά τα δίκτυα στρατολογούν παιδιά ηλικίας 10 και 11 ετών», δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης Γκούναρ Στρόμερ σε συνέντευξη Τύπου καρά την οποία έδωσε στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα μιας κυβερνητικής έρευνας για τη χρήση της παρακολούθησης παιδιών.
«Παιδιά 12 και 13 ετών χειρίζονται όπλα και εκρηκτικά. Πυροβολισμοί και άλλα σοβαρά βίαια εγκλήματα συχνά διαπράττονται από παιδιά 14 και 15 χρονών», τόνισε ο Στρόμερ.
Η κυβερνητική έρευνα προτείνει αλλαγή της νομοθεσίας, ώστε η αστυνομία να έχει το δικαίωμα να παρακολουθεί τις τηλεφωνικές κλήσεις και τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες ατόμων κάτω από την ηλικία της ποινικής ευθύνης, εξήγησε ο Γκάνελ Λίντμπεργκ, ειδικός που ηγήθηκε της έρευνας.
Ωστόσο, θα χρειαστεί «υψηλότερος βαθμός υποψίας από αυτόν που απαιτείται για ενήλικες» για τη διεξαγωγή τέτοιων υποκλοπών, τόνισε.
Τέτοιες υποκλοπές είναι νόμιμες σε περίπτωση έρευνας για εγκλήματα που επιφέρουν ποινές τουλάχιστον τεσσάρων ετών φυλάκισης ή για τρομοκρατικό αδίκημα, πρόσθεσε.
Σε περιπτώσεις όπου οι ύποπτοι είναι άνω των 15 ετών, η έρευνα πρέπει να εστιάζεται σε έγκλημα που τιμωρείται με τουλάχιστον δύο χρόνια.
Ο Στρόμερ σημείωσε ότι η πρόταση αλλαγής του νόμου θα υποβληθεί προς εξέταση από εμπειρογνώμονες και τις ενδιαφερόμενες αρχές.
Ο Λίντμπεργκ είπε ότι οι προτεινόμενες αλλαγές αναμένεται να τεθούν σε ισχύ τον Ιούλιο του 2026.
Το 2023, η χώρα κατέγραψε 53 θανάτους σε 363 περιστατικά με πυροβολισμούς, τα οποία σημειώνονται όλο και περισσότερο σε δημόσιους χώρους και μερικές φορές κ πλήττουν αθώα θύματα, όπως περαστικούς.