Μία διπλωματική επιτυχία προς ανάδειξη του διεθνούς ρόλου του επιδιώκει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, μέσω της αναβίωσης της συμφωνίας της Μαύρης Θάλασσας για τα σιτηρά της Ουκρανίας, δεδομένου ότι ένα από σταθερά «πλεονεκτήματα» που προβάλλει ο Τούρκος πρόεδρος στα διεθνή φόρα είναι το γεγονός ότι εκείνος (μπορεί να) συνομιλεί και με τις δύο πλευρές.
Το τελευταίο διάστημα ωστόσο, και συγκεκριμένα μετά τις προεδρικές εκλογές του Μαΐου, η Τουρκία προσπαθεί να μετατοπίσει τις ισορροπίες της πολιτικής της ελαφρώς μακρύτερα από τη Ρωσία, προχωρώντας σε «ανοίγματα» στη Δύση εξαιτίας κυρίως της δεινής οικονομικής κατάστασης στη γείτονα, αλλά και της διεθνούς απομόνωσης στην οποία την οδηγούσε η μέχρι πρότινος στροφή του άξονα προς Ανατολάς.
Στην πρεμιέρα της τρίτης δεκαετίας κυριαρχίας του, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είναι σαφές ότι προσπαθεί να διατηρήσει καλύτερες σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε σχέση με το παρελθόν, ενώ σε πρόσφατη ανακοίνωσή του, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε ικανοποιημένο που η Τουρκία πιέζει τη Ρωσία να επιστρέψει στη συμφωνία για τα σιτηρά, από την οποία αποχώρησε στις 17 Ιουλίου.
Στο ερώτημα αν η παράταση της συμφωνίας για τα σιτηρά έχει μετατραπεί σε ένα είδος τεστ για να μετρηθεί από τη Δύση η επιρροή της Τουρκίας στη Ρωσία, ο διευθυντής του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών και Εξωτερικής Πολιτικής (EDAM), Σινάν Ουλγκέν απαντά: «Ίσως εν μέρει, αλλά όχι εντελώς. Διότι αν η Τουρκία δεν καταφέρει να επαναφέρει τη Ρωσία στη συμφωνία για τα σιτηρά, τελικά θα γυρίσει και θα πει ότι 'η Δύση δεν ικανοποίησε τις απαιτήσεις της Ρωσίας'. Δεν θα ήταν ρεαλιστικό να περιμένουμε από την Τουρκία να πείσει τη Ρωσία από μόνη της».
Ο Ερντογάν επιδιώκει μέσω ελιγμών να παραμείνει εμπλεκόμενος ως δυνητικός διπλωματικός παράγοντας, ο μοναδικός που συνομιλεί και με τις δύο πλευρές εν μέσω ενός επιθετικού ρωσικου πολέμου, γεγονός που φρόντισε να προβάλει στο έπακρο κατά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βίλνιους.
Ο διάδρομος των σιτηρών ήταν ένας από τους σημαντικούς λόγους για τους οποίους ο Ερντογάν κατάφερε να πείσει τους Δυτικούς να αποδεχτούν την «ειδική» σχέση του με τον Πούτιν ή τουλάχιστον να τους κάνει να την αποδεχτούν διά της σιωπής τους.
Από την άλλη πλευρά, η συμφωνία αυτή επέτρεψε στην Τουρκία να προμηθεύεται φθηνά σιτηρά, λιπάσματα και πετρέλαιο σε μια από τις πιο δύσκολες οικονομικά περιόδους της, και αποτέλεσε ένα από τα σημαντικά ατού της κυβέρνησης Ερντογάν.
Μία ενδεχόμενη αντιπαράθεση στη Μαύρη Θάλασσα, που θα έφερνε αντιμέτωπη την Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ, με τη Ρωσία, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου ο Βλαντιμίρ Πούτιν θα ασκούσε ισχυρή πίεση στην κυβέρνηση Ερντογάν σε θέματα ζωτικής σημασίας για την ίδια, όπως η φθηνή ενέργεια και ο πόλεμος στη Συρία.
Η πρόσφατη δήλωση του Σύρου προέδρου, Μπασάρ αλ-Άσαντ, σε συνέντευξή του στο Sky News Arabia ότι δεν υπάρχει λόγος για μια διμερή συνάντηση «υπό τους όρους που θέτει ο Ερντογάν» προμηνύει ήδη ότι η Άγκυρα θα πιέζεται όλο και περισσότερο σε αυτές τις διαπραγματεύσεις, οι οποίες θα «φιλτράρονται» από τη Ρωσία.
Από την άλλη, ο Ερντογάν προσπαθεί να πείσει ότι δεν θα έχουν -τουλάχιστον σοβαρές- επιπτώσεις έναντι της Μόσχας η πρωτοβουλία του να συνηγορήσει στην ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, το «δώρο» προς τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι του επαναπατρισμού της ηγεσίας του Τάγματος Αζόφ, αλλά και η δήλωσή του πριν από λίγα μόλις εικοσιτετράωρα ότι η Κριμαία ανήκει στην Ουκρανία.
Ως αντιστάθμισμα, η μετρημένη διπλωματική αντίδραση της Άγκυρας για τις εξελίξεις στην Αφρική, με αφορμή το πραξικόπημα στον Νίγηρα, και το μήνυμα Ερντογάν ότι «ευθυγραμμίζεται με τη Ρωσία σε αυτό το θέμα» αποκαλύπτουν την πρόθεσή του να διαβεβαιώσει τον Πούτιν ότι δεν έχουν κλονιστεί οι μεταξύ τους «γέφυρες» και να τον πείσει επιστρέψει στη Συμφωνία του Διαδρόμου Σιτηρών.
Ο Σινάν Ουλγκέν του EDAM τονίζει ότι «οι σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας θα συνεχιστούν σε πολιτικό επίπεδο σε κάθε περίπτωση», επισημαίνοντας ότι η Ρωσία εξακολουθεί να χρειάζεται την Τουρκία και ότι η Άγκυρα παραμένει το «παράθυρο» προς τη Δύση για τη Μόσχα. Υπό την παρούσα συγκυρία, η Ρωσία προτιμά σταθερές σχέσεις με την Τουρκία, οι οποίες ανοίγουν έναν διπλωματικό χώρο για την Άγκυρα, υπογραμμίζει.
Με ένα διεθνές περιβάλλον που διαμορφώνεται υπό αυτά τα δεδομένα, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν βρέθηκε στις 25 Αυγούστου στο Κίεβο, σε μια περίοδο κατά την οποία υπάρχει αβεβαιότητα για τη μεταφορά των ουκρανικών σιτηρών, επ' απειλή επισιτιστικής κρίσης. Στις συνομιλίες Φιντάν με τον Ουκρανό ομόλογό του, Ντμίτρο Κουλέμπα, το θέμα των σιτηρών ήταν κυρίαρχο.
Η συνέχεια αναμένεται να δοθεί στη Μόσχα, όπου πιθανώς θα μεταβεί ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας. Τo πρακτορείο ειδήσεων RIA προανήγγειλε την επίσκεψη επικαλούμενο τον Ρώσο υφυπουργό Εξωτερικών, χωρίς ωστόσο να γίνει γνωστή η ημερομηνία, ούτε άλλες λεπτομέρειες.
Προ ημερών Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε δηλώσει πως «ο υπουργός Εξωτερικών μου μπορεί σύντομα να πραγματοποιήσει ένα ταξίδι στη Ρωσία. Διότι έχει μεγάλη σημασία να γίνει αυτό πρόσωπο με πρόσωπο και θα ήταν πολύ πιο ευνοϊκό να έχουμε το αποτέλεσμα με αυτόν τον τρόπο».
Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι αν θα γίνει εν τέλει η πολυθρύλητη στυνάντηση Πούτιν-Ερντογάν. Μετά τις προεδρικές εκλογές του Μαΐου, τόσο διά στόματος Ερντογάν, όσο και άλλων αξιωματούχων, η Τουρκία έσπευσε να ανακοινώσει ότι αυτή προγραμματίζεται εντός του Αυγούστου. Ο Ταγίπ Ερντογάν, απαντώντας σε ερώτηση για το πότε θα συναντηθεί με τον Ρώσο πρόεδρο δήλωσε πως τον «τον Σεπτέμβριο υπάρχει η σύνοδος της G-20 στην Ινδία και η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις ΗΠΑ. Αν βρούμε την ευκαιρία σε αυτή την ένταση, θα συναντηθούμε πρόσωπο με πρόσωπο με τον κ. Πούτιν και θα μιλήσουμε».
Στην ίδια ερώτηση, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, απάντησε την Παρασκευή ότι «από ό,τι καταλαβαίνουμε η συνάντηση θα λάβει χώρα σύντομα», προσθέτοντας ότι είναι σε στάδιο «πολύ διεξοδικής προετοιμασίας»