Νέος γύρος διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε εκπροσώπους της Αρμενίας και του Αζερμπαϊτζάν ξεκίνησε στη Γενεύη, σε μια ακόμη προσπάθεια να σταματήσουν οι συγκρούσεις στην περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Συγκρούσεις οι οποίες εισέρχονται στην έκτη τους εβδομάδα, έχοντας κοστίσει τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους και από τις δύο πλευρές.
Οι υπουργοί Εξωτερικών των δύο εμπόλεμων χωρών (αν και τυπικά δεν έχουν κηρύξει πόλεμο η μία στην άλλη) βρίσκονται ήδη στην πόλη, για συναντήσεις με εκπροσώπους της Ρωσίας, της Γαλλίας και των Ηνωμένων Πολιτειών – των τριών χωρών, δηλαδή, που συγκροτούν την αποκαλούμενη «Ομάδα του Μινσκ» στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ. Ωστόσο, καθώς έχουν προηγηθεί και άλλες ανάλογες προσπάθειες, θεωρείται αμφίβολο τόσο το εάν θα επιτευχθεί κάποια συμφωνία σε αυτή τη φάση όσο και, κυρίως, το εάν θα τηρηθεί στη συνέχεια.
Είναι φανερό, εξάλλου, ότι από το τραπέζι εξακολουθεί να λείπει ένας από τους πιο σημαντικούς «παίκτες» σε αυτό το μέτωπο και την ευρύτερη περιοχή. Πρόκειται, βεβαίως, για την Τουρκία, η οποία με την υλική και πολιτική στήριξη που προσφέρει στους Αζέρους, τους έχει επιτρέψει να σημειώσουν σημαντικές νίκες στα πεδία των μαχών.
Κυανόκρανοι Ρωσίας-Τουρκίας;
Δεν είναι τυχαίο ότι την Πέμπτη, η Μόσχα έστειλε σήμα προς όλες τις κατευθύνσεις ότι βιώσιμη λύση χωρίς την Τουρκία δεν μπορεί και δεν πρόκειται να υπάρξει. Για του λόγου το αληθές, ο ίδιος ο Βλαντιμίρ Πούτιν δήλωσε ότι η Τουρκία πρέπει να είναι ανάμεσα στις χώρες που εμπλέκονται στις συνομιλίες, ενώ ο εκπρόσωπός του, Ντμίτρι Πεσκόφ, έκανε ένα βήμα παραπέρα, κάνοντας λόγο για αποστολή ειρηνευτικών στρατευμάτων στην αμφισβητούμενη και εμπόλεμη ζώνη του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.
Παρά δε το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται για το άμεσο μέλλον, είναι πολύ πιθανό να αποτελέσει το σενάριο που τελικώς θα επικρατήσει. Επαναλαμβάνοντας, τηρουμένων των αναλογιών, αυτό που συμβαίνει τόσο στη Συρία, με τις μεικτές ρωσο-τουρκικές περιπόλους στην Ιντλίμπ όσο και στη Λιβύη, στην περιοχή της Σύρτης.
Κάτι τέτοιο, εφόσον φυσικά πάρει σάρκα και οστά, θα αποδείξει πως Βλαντιμίρ Πούτιν και Ταγίπ Ερντογάν, παρά τις αντιθέσεις και τους ανταγωνισμούς τους, έχουν βρει φόρμουλα συνεννόησης και συνεργασίας. Μια φόρμουλα η οποία επιτρέπει σε Ρωσία και Τουρκία να διευρύνουν την επιρροή τους σε περιοχές όπου έχουν ζωτικά συμφέροντα και να εμφανίζονται αμφότερες ικανοποιημένες και με κέρδη, παίζοντας τον ρόλο των «εγγυητριών δυνάμεων».
Παζάρι για την επιρροή
Εξάλλου, όπως φαίνεται, καμία από τις δύο πλευρές δεν επιθυμεί κατά μέτωπο σύγκρουση με την άλλη. Περιγράφοντας ειδικά τις επιδιώξεις του Ερντογάν, ο Σινάν Ουλγκέν, πρώην Τούρκος διπλωμάτης ο οποίος είναι σήμερα επικεφαλής του Κέντρου Σπουδών για την Οικονομική και Εξωτερική Πολιτική (Edam) με έδρα την Κωνσταντινούπολη, δήλωσε χαρακτηριστικά στο δίκτυο al Jazeera: «Η Τουρκία είναι ρεαλίστρια, με την έννοια ότι, στο Καραμπάχ, στόχος της δεν είναι να εξαλείψει τη ρωσική επιρροή. Είναι να αυξήσει τη δική της επιρροή, ώστε να αποκτήσει ένα μέσο πίεσης πάνω στη Ρωσία, το οποίο θα μπορούσε δυνάμει να χρησιμοποιήσει στη Συρία ή τη Λιβύη».
Μια ανάλογη τακτική υπαινίχθηκε ότι υιοθετεί και ο Πούτιν σε δηλώσεις που έκανε την Πέμπτη. «Ποια μπορεί να είναι και πού βρίσκεται η μακροπρόθεσμη διευθέτηση; Βρίσκεται στην εξεύρεση μιας ισορροπίας συμφερόντων η οποία θα ικανοποιεί και τις δύο πλευρές – τόσο τον λαό του Αζερμπαϊτζάν, προς τον οποίος τρέφουμε απεριόριστο σεβασμό όσο και τον λαό της Αρμενίας».
Υπό αυτό το πρίσμα, ίσως μπορεί κανείς να δει στο βάθος του ορίζοντα ουσιαστικές διαπραγματεύσεις και μια συμφωνία, που θα αλλάζει το καθεστώς που επικρατούσε ως σήμερα στην περιοχή, χωρίς να θίγει ουσιαστικά Μόσχα ή Άγκυρα.