Η ώρα της λογοδοσίας έρχεται για τον πλέον καταζητούμενο ύποπτο για ανάμειξη στη γενοκτονία της Ρουάντα το 1994, ο οποίος εντοπίστηκε και τέθηκε υπό κράτηση στο Πάαρλ της Νότιας Αφρικής έπειτα από δεκαετίες κατά τις οποίες διέφευγε της σύλληψης.
Ο Φουλτζένσε Καγισιέμα συνελήφθη σε κοινή επιχείρηση των αρχών της Νότιας Αφρικής και ομάδας των Ηνωμένων Εθνών που είναι επιφορτισμένη με τον εντοπισμό των υπόλοιπων φυγόδικων, βάσει ανακοίνωσης των αρχών.
Ο ίδιος αρχικά αρνήθηκε την ταυτότητά του, είπαν οι ερευνητές, ωστόσο κάποιες ώρες αργότερα τούς είπε: «Περίμενα πολύ καιρό να με συλλάβουν». Επί χρόνια χρησιμοποιούσε πολλαπλές ταυτότητες και πλαστά έγγραφα για να αποφύγει τον εντοπισμό.
«Η σύλληψη ήταν η κορύφωση μιας εξονυχιστικής και ενδελεχούς έρευνας», δήλωσε στο CNN ανώτερος αξιωματούχος της εισαγγελίας που ενέχεται στην υπόθεση. «Μέλη της οικογένειάς του και γνωστοί συνεργάτες ερευνήθηκαν εξαντλητικά. Αυτό οδήγησε τελικά στη συγκέντρωση των κρίσιμων πληροφοριών που απαιτούνταν και στον εντοπισμό της σωστής τοποθεσίας όπου έπρεπε να επικεντρωθεί η έρευνα», επισήμανε.
Ο Φουλτζένσε Καγισιέμα φέρεται να να ενορχήστρωσε τη δολοφονία περισσότερων από 2.000 προσφύγων Τούτσι -γυναικών, ανδρών, παιδιών και ηλικιωμένων- στην Καθολική Εκκλησία του Νιάνγκα στη δυτική Ρουάντα κατά τη διάρκεια της γενοκτονίας. Τα ίχνη του είχαν εξαφανιστεί από το 2001.
«Ο Φουλτζένσε Καγισιέμα ήταν φυγάς για περισσότερα από 20 χρόνια. Η σύλληψή του διασφαλίζει ότι τελικά θα αντιμετωπίσει τη Δικαιοσύνη για τα φερόμενα εγκλήματά του», δήλωσε ο Σερτζ Μπράμερτζ, γενικός εισαγγελέας του Διεθνούς Μηχανισμού των Ηνωμένων Εθνών για τα Ποινικά Δικαστήρια (IRMCT).
«Η γενοκτονία είναι το πιο σοβαρό έγκλημα που γνωρίζει η ανθρωπότητα. Η διεθνής κοινότητα έχει δεσμευτεί να διασφαλίσει ότι οι δράστες της θα διωχθούν και θα τιμωρηθούν. Αυτή η σύλληψη είναι μια απτή απόδειξη ότι αυτή η δέσμευση δεν ξεθωριάζει και ότι η Δικαιοσύνη θα αποδοθεί, όσο καιρό κι αν χρειαστεί», ανέφερε ο Μπράμερτζ, ο οποίος έχει διατελέσει κατά το παρελθόν γενικός εισαγγελέας του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για την πρώην Γιουγκοσλαβία.
Προσοχή, σκληρό περιεχόμενο
Τα τελευταία χρόνια, ο εισαγγελέας ο Σερτζ Μπράμερτζ είχε στηλιτεύσει την έλλειψη επαρκούς συνεργασίας εκ μέρους των αρχών της Νότιας Αφρικής, ενώ είχαν προηγηθεί ανεπιτυχείς απόπειρες για τη σύλληψη του Κασιγιέμα. Ωστόσο, την Πέμπτη, ο Μπράμερτζ εξήρε τη συνεργασία και την υποστήριξη της κυβέρνησης της Νότιας Αφρικής.
Κατά τη γενοκτονία της Ρουάντα εκτιμάται ότι δολοφονήθηκαν 800.000 μέλη της εθνικής μειονότητας Τούτσι και μετριοπαθείς Χούτου σε διάστημα 90 ημερών. Η γενοκτονία τερματίστηκε 100 ημέρες αργότερα, στις 15 Ιουλίου 1994, όταν τα στρατεύματα του Πατριωτικού Μετώπου της Ρουάντα (RPF), με επικεφαλής τον Πολ Καγκάμε, νίκησαν τους αντάρτες Χούτου και ανέλαβαν τον έλεγχο της χώρας.
Ο Φουλτζένσε Καγισιέμα κατηγορείται ότι συμμετείχε άμεσα στον «σχεδιασμό και την εκτέλεση της σφαγής». Στο κατηγορητήριο αναφέρεται ότι ο ίδιος αγόρασε και διένειμε βενζίνη για να κάψει την εκκλησία του Νιάνγκα, ενώ πρόσφυγες βρίσκονταν μέσα. Στη συνέχεια ο ίδιος και άλλα άτομα κατεδάφισαν με μπουλντόζα την εκκλησία αφού είχε τυλιχθεί στις φλόγες, και ενώ πρόσφυγες παρέμεναν στο εσωτερικό της...
Είχε προσφερθεί αμοιβή έως και 5 εκατ. δολαρίων για πληροφορίες σχετικά με τον Κασιγιέμα και άλλους φυγάδες που καταζητούνται για τη γενοκτονία της Ρουάντα. Ο συλληφθείς πρόκειται να οδηγηθεί σε δικαστήριο του Κέιπ Τάουν την Παρασκευή.