Συστάθηκε επισήμως από την ΕΕ, η «EUNAVFOR ASPIDES» που είναι η ευρωπαϊκή στρατιωτική επιχείρηση για την ασφάλεια στη θάλασσα και τη διασφάλιση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας στο πλαίσιο της κρίσης στην Ερυθρά Θάλασσα.
Σύμφωνα με το κανονιστικό πλαίσιο της EUNAVFOR ASPIDES, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ στις 12 Φεβρουαρίου, η εν λόγω επιχείρηση θα συμβάλει στη θαλάσσια ασφάλεια κατά μήκος των κύριων θαλάσσιων οδών, σε μια περιοχή που περιλαμβάνει τα στενά του Μπαμπ ελ Μαντάμπ και τα στενά του Ορμούζ, καθώς και τα διεθνή ύδατα στην Ερυθρά Θάλασσα, τον Κόλπο του 'Αντεν, την Αραβική Θάλασσα, τον Κόλπο του Ομάν και τον Περσικό Κόλπο.
Ο στρατηγικός στόχος της EUNAVFOR ASPIDES θα είναι να συνοδεύει πλοία στην περιοχή επιχείρησης, να παρέχει επίγνωση της κατάστασης στη θάλασσα και να προστατεύει τα πλοία από πολυτομεακές επιθέσεις στη θάλασσα, «με πλήρη σεβασμό του διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των αρχών της αναγκαιότητας και της αναλογικότητας», σε υποπεριοχή του πεδίου επιχειρήσεων.
Διοικητής της επιχείρησης διορίζεται ο Έλληνας Αρχιπλοίαρχος, Βασίλειος Γρυπάρης και το Επιχειρησιακό Στρατηγείο της EUNAVFOR ASPIDES βρίσκεται στη Λάρισα.
Σύμφωνα με το κανονιστικό πλαίσιο, η EUNAVFOR ASPIDES θα εργαστεί σε στενό συντονισμό με τη στρατιωτική επιχείρηση της ΕΕ «EUNAVFOR ATALANTA» η οποία συστάθηκε το 2008, για να συμβάλει στην ασφάλεια στη θάλασσα στο Δυτικό Ινδικό Ωκεανό και στην Ερυθρά Θάλασσα. Θα συνεργαστεί, επίσης, με την υπό την ηγεσία των ΗΠΑ επιχείρηση «Prosperity Guardian», καθώς και με κράτη που επιθυμούν να συμβάλουν στην ασφάλεια στη θάλασσα στην περιοχή δραστηριότητάς της.
Η επιχείρηση EUNAVFOR ASPIDES υποστηρίζεται από το Δορυφορικό Κέντρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (SATCEN) και το κέντρο ανάλυσης πληροφοριών της ΕΕ για τη συλλογή πληροφοριών, όπου απαιτείται για την εκπλήρωση των καθηκόντων της.
Η αρχική εντολή της EUNAVFOR ASPIDES είναι 12 μήνες από την ημερομηνία έναρξης της λειτουργίας της, με δυνατότητα επανεξέτασης πριν τη λήξη της ισχύος της. Το ποσό δημοσιονομικής αναφοράς για τις κοινές δαπάνες είναι 8 εκατομμύρια ευρώ. Η έναρξη λειτουργίας της επιχείρησης θα πρέπει να αποφασιστεί στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων της 19ης Φεβρουαρίου.