«Στον Μάριο Ντράγκι έχει ασκηθεί και συνεχίζει να ασκείται αρκετή αδικαιολόγητη κριτική. Ότι έπληξε τους Γερμανούς καταθέτες για παράδειγμα. Ή ότι έθρεψε τον πληθωρισμό. Και οι δύο αυτοί ισχυρισμοί αποδεικνύονται λανθασμένοι. Υπό τον Ντράγκι η ΕΚΤ με την πολιτική μηδενικών επιτοκίων και την αγορά κρατικών ομολόγων έσωσε το ευρώ και έτσι συνέβαλε στο να βιώσει η Ευρώπη μια από τις μεγαλύτερες περιόδους ανάκαμψης στην πρόσφατη ιστορία της. Ένα ωστόσο αντεπιχείρημα στην πολιτική Ντράγκι έχει βάση» αναφέρει σε σχόλιό της αναφορικά με τη συνέχιση της πολιτικής μηδενικών επιτοκίων από την ΕΚΤ η Suddeutsche Zeitung
Και σημειώνει: «Τι θα συμβεί εάν η οικονομία αποδυναμωθεί, εάν τα επιτόκια παραμείνουν μηδενικά και ο ισολογισμός της ΕΚΤ φορτωμένος με ομόλογα των χωρών που πέρασαν κρίση; Τότε η ΕΚΤ δεν θα διέθετε πλέον άλλους πόρους ως αντιστάθμισμα. Εν τέλει δεν μπορεί να συνεχιστεί επ/ αόριστον αυτό που ξεκίνησε ως μέτρο έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση της ευρωκρίσης το 2012».
Σύμφωνα με το σχόλιο η κατάσταση στο διεθνές και ευρωπαϊκό οικονομικό περιβάλλον δεν εμπνέει αισιοδοξία. «Η παγκόσμια οικονομία εξασθενεί γιατί η Κίνα αναπτύσσεται αργά και γιατί υπάρχουν διεθνείς κίνδυνοι: ο Ντόναλντ Τραμπ, το Brexit, o προστατευτισμός.
Στο μεταξύ όμως η ΕΚΤ μετά βίας τώρα μόλις έχει αρχίσει να εξομαλύνει τη νομισματική πολιτική της» παρατηρεί η SZ παρατηρώντας ότι ο Μάριο Ντράγκι και το διευθυντήριο της ΕΚΤ μπορεί πλέον να μη βλέπουν ύφεση στην ευρωζώνη, εντούτοις θεωρούν ακόμη ότι η κατάσταση είναι «σοβαρή». Για τον λόγο αυτό, αναφέρει η SZ, η εξομάλυνση της πολιτικής των επιτοκίων αναβάλλεται εκ νέου επ/ αόριστον, ενώ η όποια αύξηση των επιτοκίων αναμένεται από το 2020 και μετά.
«Το ότι η ΕΚΤ επέμεινε για τόσο καιρό στην πολιτική των μηδενικών επιτοκίων έχει να κάνει με το ότι πολλά δομικά προβλήματα δεν επιλύθηκαν μετά την χρηματοπιστωτική κρίση», γράφει η γερμανική εφημερίδα υπογραμμίζοντας ότι πλέον είναι σημαντικό όχι μόνο η ΕΚΤ αλλά και οι επιμέρους εθνικές κυβερνήσεις να λάβουν μέτρα για να κρατηθούν σε καλή οικονομική τροχιά αλλά και να αποτρέψουν λαϊκιστικές τάσεις, με προϋπολογισμούς που δεν θα επιβαρύνονται από επιπρόσθετες κοινωνικές δαπάνες αλλά θα στηρίζουν νέες επενδύσεις.
«Η συνετή δημοσιονομική πολιτική είναι πολύ πιο σημαντική σε μια εποχή που η νομισματική πολιτική δεν μπορεί άλλο πια να καταφέρει πολλά», αναφέρει τέλος το σχόλιο.