Του Νίκου Μελέτη
Αλλαγή τακτικής στην αντιμετώπιση του ανθελληνισμού και της προσπάθειας φίμωσης και εξόντωσης της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας στην Αλβανία επιβάλλει στην Αθήνα η πλήρης εκτροπή στις διμερείς σχέσεις, στην οποία οδηγεί ο Εντι Ράμα, τη στιγμή που και η χώρα του βουλιάζει στην πολιτική κρίση. Μια πολιτική επιλογή που δεν είναι άσχετη με την προσπάθεια του κ. Ράμα να κεντρίσει τον αλβανικό εθνικισμό και μεγαλοϊδεατισμό, προκειμένου να βρει σανίδα σωτηρίας.
Συγχρόνως δεν θα πρέπει να δοθεί στον κ. Ράμα το λάθος μήνυμα ότι η προεκλογική περίοδος στην Ελλάδα και η ρευστή πολιτική κατάσταση του λύνουν τα χέρια και αφήνουν το πεδίο ελεύθερο για τετελεσμένα.
Η Αλβανία, έχοντας απολέσει οριστικά, όπως όλα δείχνουν, την απόφαση για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε., τουλάχιστον στις δυο επόμενες Συνόδους Κορυφής, θεωρεί ότι δεν έχει πια «ανάγκη» την Ελλάδα και συνεπώς μπορεί να ολοκληρώσει την «αποστολή» εξόντωσης της Ελληνικής Εθνικής Μειονότητας, χωρίς σοβαρές συνέπειες.
Η Αθήνα οφείλει να επιστρατεύσει όλα τα μέσα που έχει στην διάθεσή της για να αποκαταστήσει την ομαλότητα στις ελληνοαλβανικές σχέσεις και να προστατεύσει αποτελεσματικά την Ελληνική Μειονότητα. Το βέτο στις ενταξιακές συνομιλίες δεν αρκεί πλέον.
Η διακοπή κάθε είδους κοινοτικής χρηματοδότησης, η αυστηροποίηση των ελέγχων στα σύνορα με τήρηση όλων των προϋποθέσεων για τη διακίνηση προϊόντων και μετακίνηση ανθρώπων, οι περιορισμοί στην αποστολή εμβασμάτων στην Αλβανία μέσω της εφαρμογής όλων των κανονισμών που προβλέπονται είναι μερικές από τις δυνατότητες που έχει η Αθήνα για να κατανοήσει ο κ. Ράμα ότι δεν παίζει μόνος του στο γήπεδο.
Το τελευταίο επεισόδιο είναι η προσπάθεια της αλβανικής κυβέρνησης να εκφοβίσει τη μειονότητα και κυρίως να εμποδίσει με κάθε τρόπο να επιστρέψει σε μειονοτικά χέρια ο Δήμος Χιμάρας, για λόγους και συμβολικούς αλλά και «πρακτικούς», καθώς η παραθαλάσσια περιοχή αποτελεί τουριστικό φιλέτο, το οποίο διεκδικούν εταιρείες που ελέγχονται από φίλους του κ. Ράμα.
Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, μετά τις επαφές που είχε ο κ. Κατρούγκαλος με σειρά στελεχών της μειονότητας, προειδοποίησε ότι η πρόσφατη απόφαση της αλβανικής Κεντρικής Εκλογικής Επιτροπής (που έκοψε την υποψηφιότητα του προέδρου της Ομόνοιας Χιμάρας Φ. Μπελέρη για τη θέση του δημάρχου στη Χιμάρα) δεν έχει νομικό έρεισμα, καθώς επίσης ότι θα πρέπει να διασφαλισθεί η πολιτική εκπροσώπηση Χιμάρα.
Συμβολισμός
Η Χιμάρα έχει συμβολική σημασία, όχι μόνο γιατί οι Χιμαριώτες ήταν από τα πιο δυναμικά κομμάτια της ελληνικής μειονότητας, που διώχθηκαν και ποτέ δεν αναγνωρίστηκε η περιοχή του ως μειονοτική ζώνη από το καθεστώς Χότζα, αλλά και γιατί είναι ίσως η μόνη περιοχή της Αλβανίας όπου μέλος της μειονότητας που προέρχεται από την Ομόνοια, και όχι από κάποιο αλβανικό κόμμα, μπορεί να διεκδικήσει με αξιώσεις τον Δήμο.
Τις τελευταίες ημέρες και ενώ ο πρόεδρος της Ομόνοιας Χιμάρας Φρέντυ Μπελέρης θα είναι υποψήφιος δήμαρχος (παρά το γεγονός ότι η αντιπολίτευση, ακόμη και το μειονοτικό κόμμα ΚΕΑΔ, έχουν δηλώσει αποχή από τις εκλογές) διεξάγεται μια πρωτοφανής επιχείρηση (πολιτική, τουλάχιστον σε αυτή τη φάση) εξόντωσής του από το αλβανικό κράτος.
Έτσι, οι αλβανικές αρχές ανακοίνωσαν ότι κόβεται η υποψηφιότητά του...
Με στημένες κατηγορίες ο Φ. Μπελέρης είχε κατηγορηθεί ότι συμμετείχε στις διαμαρτυρίες έξω από εκλογικό κέντρο της Χιμάρας το 2003 και είχε προσβάλει την Αλβανική Δημοκρατία με άρθρο που είχε γράψει σε έντυπο που εκδιδόταν στην Αθήνα. Στην ίδια υπόθεση είχε υπάρξει καταδίκη μέλους της μειονότητας επειδή κράταγε ελληνική σημαία έξω από το εκλογικό κέντρο το 2003, όταν είχε επιχειρηθεί νοθεία εις βάρος της Ομόνοιας.
Ο κ. Μπελέρης, πάντως, ούτε έχει εντοπισθεί στα πλάνα των αλβανικών και των ελληνικών καναλιών να βρίσκεται στο συγκεκριμένο περιστατικό ούτε είχε γράψει κάτι το προσβλητικό για την Αλβανία. Αλλά ακόμη κι αν η καταδίκη του είχε βάση, ο νόμος είναι σαφής, καθώς ορίζει ότι κάποιος δεν μπορεί να είναι υποψήφιος εάν δεν έχουν περάσει τουλάχιστον 10 χρόνια από την έκτιση της ποινής του και στην περίπτωση του Φ. Μπελέρη η ποινή ήταν μη εκτελεστέα και έχουν παρέλθει ήδη 16 χρόνια. Είναι μάλιστα τόσο χοντροκομμένο το στήσιμο της υπόθεσης, που οι αλβανικές αρχές θεωρούν ότι η περίοδος που δεν μπορεί να είναι υποψήφιος ξεκινά από το 2009 και συνεπώς μπορεί να είναι υποψήφιος από τον Ιούλιο του 2019 και μετά, έναν μήνα δηλαδή μετά τις δημοτικές εκλογές!
Όμως η προσπάθεια να μην έχει υποψήφιο η Μειονότητα στη Χιμάρα είναι μόνο το ένα μέρος του σχεδίου, καθώς ταυτόχρονα οι αλβανικές αρχές ανέσυραν από τα αρχεία τους την υπόθεση της Επισκοπής, του επεισοδίου με τους δύο νεκρούς Αλβανούς αξιωματικούς σε φυλάκιο κοντά στην ελληνική μεθόριο. Είναι ο γνωστός φάκελος «Lotus», που οδήγησε σε αστυνομικό πογκρόμ και στοχοποίηση των εκατοντάδων μελών της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας και τη δίκη-παρωδία κατά των πέντε ηγετών της Ομόνοιας.
Όπως κατήγγειλε και δημοσίως ο πρόεδρος του ΚΕΑΔ, Βαγγέλης Ντούλες: «Τις τελευταίες μέρες η Εισαγγελία Βαρέων Εγκλημάτων καλεί δεκάδες πολίτες, μέλη της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας, ως υπόπτους για τα αδικήματα που περιγράφονται στον συγκεκριμένο φάκελο του 1994, ο οποίος φάκελος είχε καταρρεύσει τόσο στο Αλβανικό Κοινοβούλιο όσο και στο Δικαστήριο».
Ο κ. Ντούλες υπενθύμισε ότι είχε υπάρξει απεσταλμένος του Λευκού Οίκου για την ομαλοποίηση της κατάστασης
και ότι η ανακίνηση της υπόθεσης δείχνει πως υπάρχουν στα Τίρανα κύκλοι που «στοχεύουν να διατηρήσουν ζωντανά στερεότυπα και προκαταλήψεις - υπολείμματα του ολοκληρωτικού καθεστώτος έναντι των μελών της ΕΕΜ, να δημιουργήσουν κλίμα διώξεων και ανασφάλειας στις γραμμές της, να καλλιεργούν τεχνητά πνοή εθνικής αντιπαλότητας, πλήττοντας την αρμονική συμβίωση».
Στα έγγραφα κλήτευσης που έχουν λάβει μέλη της μειονότητας υπάρχει αναφορά στο άρθρο 50 του Ποινικού Κώδικα, το οποίο αφορά αδικήματα για αντικρατική δράση, αντεθνική προπαγάνδα, οργανωμένες ενέργειες για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας κ.ά.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 31 Μαΐου