Του Γιώργου Φιντικάκη
Στίγμα ότι ο ενεργειακός τομέας φεύγει από την αγκαλιά του Δημοσίου και «ανοίγει» στον ανταγωνισμό, δίνει το νομοσχέδιο που παρουσιάζεται σήμερα στο υπουργικό συμβούλιο. Στο μέτωπο της ΔΕΗ, συγκεκριμένα, η επιχείρηση απαλλάσσεται από τα βαρίδια του κρατικού εναγκαλισμού και αποκτά βαθμούς ελευθερίας όπως οι ιδιωτικές.
Στο εξής θα μπορεί να προσλαμβάνει προσωπικό εκτός ΑΣΕΠ, να προσελκύει στελέχη της αγοράς με αμοιβές ιδιωτικού τομέα και να προμηθεύεται εξοπλισμό, όπως ακριβώς οι ανταγωνιστές της, εκτός του ασφυκτικού καθεστώτος των δημοσίων συμβάσεων.
Ίδια είναι η προσέγγιση και για τον ΔΕΔΔΗΕ, τη θυγατρική της ΔΕΗ που διαχειρίζεται το πανελλαδικό δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας, μήκους 238.000 χιλιομέτρων, και λογιστικής αξίας 3 δισ. ευρώ, μέρος του οποίου αναμένεται να πουληθεί μέσα στο 2020.
Στο μέτωπο της ΔΕΠΑ, η εταιρεία σπάει σε δύο θυγατρικές, σε Εμπορία και σε Δίκτυα, όπου σε αμφότερες θα πουληθεί το 65%, με το υπόλοιπο 35% να ελέγχεται από τα ΕΛΠΕ. Κίνηση που αναθερμαίνει το δεδηλωμένο ενδιαφέρον παικτών, όπως η Mytilneos, τα ΕΛΠΕ, η Motor Oil και ο όμιλος Κοπελούζου, ενώ δεν αποκλείονται ισχυρές ξένες συμμετοχές.
Σηματοδοτούν όλες αυτές οι εξελίξεις, αν μη τι άλλο, ότι η αγορά ενέργειας ανοίγει περαιτέρω στον ανταγωνισμό, με πιθανή είσοδο νέων δυνατών ξένων παικτών, και στόχο τις καλύτερες υπηρεσίες στον καταναλωτή, που είναι και το ζητούμενο.
Τις εξελίξεις πυροδοτεί το νομοσχέδιο του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας «Απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, εκσυγχρονισμός της ΔΕΗ, ιδιωτικοποίηση της ΔΕΠΑ και στήριξη των ΑΠΕ», που παρουσιάζεται σήμερα στο υπουργικό συμβούλιο, για να ακολουθήσει το μεσημέρι συνέντευξη Τύπου.
Το σινιάλο των αλλαγών δίνουν οι διατάξεις για την ΔΕΗ που περιγράφουν μια επιχείρηση η οποία παύει να είναι το μακρύ χέρι του Δημοσίου, και στο εξής θα λειτουργεί με ιδιωτικοικονομικά κριτήρια. Στροφή που υπαγορεύεται από την άνιση μάχη που δίνει η ΔΕΗ έναντι του ανταγωνισμού, ο οποίος μπορεί να αγοράσει εξοπλισμό μέσα σε μερικές εβδομάδες, όταν εκείνη χρειάζεται μήνες, να προσλάβει προσωπικό άμεσα όταν η επιχείρηση θέλει δύο χρόνια μέσω ΑΣΕΠ, και να βρει στελέχη από την αγορά με αμοιβές ιδιωτικού τομέα, και όχι με πλαφόν όπως αυτό που καθιερώθηκε για τις ΔΕΚΟ στην εποχή των μνημονίων.
Τα παραπάνω αλλάζουν. Στο εξής, η επιχείρηση θα μπορεί να προσλαμβάνει εργαζόμενους εκτός ΑΣΕΠ, αλλά με παρόμοια κριτήρια σαν αυτά του ανωτάτου συμβουλίου (επίπεδο εκπαίδευσης, πιστοποιημένες γνώσεις, οικογενειακή κατάσταση, κλπ), βάσει των οποίων βγαίνει και η τελική μοριοδότηση. Θα μπορεί επίσης να προσλαμβάνει από την αγορά ένα περιορισμένο αριθμό στελεχών, με αμοιβές ιδιωτικού τομέα και ειδικές συμβάσεις. Τέλος, θα μπορεί να είναι ευέλικτη στις προμήθειες. Όλα τα παραπάνω θα ελέγχονται από ενισχυμένης εξουσίας επιτροπές στο πλαίσιο των αρχών της εταιρικής δικυβέρνησης, όπως ισχύει σε αντίστοιχες επιχειρήσεις του εξωτερικού.
Στο κεφάλαιο ΔΕΠΑ, το νομοσχέδιο περιγράφει το σχήμα που θα διαδεχθεί την ενιαία σήμερα εταιρεία, και την μορφή που θα έχει η αυριανή αγορά φυσικού αερίου. Η εταιρεία σπάει στα δύο, δημιουργούνται δυο θυγατρικές, η εμπορική και η υποδομών, όσο για τα διεθνή projects (όπως η συμμετοχή της ΔΕΠΑ στον ελληνοβουλγαρικό αγωγό), μεταβιβάζονται σε μια τρίτη εταιρεία, που περνά στον έλεγχο του Δημοσίου. Εκτός του ζωηρού ενδιαφέροντος για την εμπορία, ισχυρή προσέλευση αναμένεται και στον άλλο διαγωνισμό, αυτόν για την πώληση του 65% των δικτύων, ακριβώς επειδή έχουν ρυθμιζόμενο και διασφαλισμένο έσοδο. Εδώ ενδιαφέρον λέγεται ότι υπάρχει από την ιταλική Eni, που συμμετέχει στις εταιρείες εμπορίας και διανομής σε Θεσσαλονίκη και Θεσσαλία, Italgas, αλλά και από ελληνικές εταιρείες.
Την αλλαγή των ισορροπιών στην ελληνική ενεργειακή αγορά πρόκειται να συμπληρώσει η πώληση ποσοστού των ΕΛΠΕ, που έχει ωστόσο πάρει παράταση για το 2020, μάλλον για τεχνικούς λόγους και όχι ουσίας. Έπειτα από την απόφαση της πλευράς Λάτση να μην πουλήσει μέρος από το 45,5% του μεριδίου του στα ΕΛΠΕ, το Δημόσιο που ελέγχει το 35,5%, είχε πάρει απόφαση να διαθέσει τμήμα του ποσοστού του μέσω χρηματιστηρίου. Επειδή όμως τέτοιες συναλλαγές γίνονται πάντα με έκπτωση επί της τρέχουσας αξίας της μετοχής και επειδή το καταστατικό του ΤΑΙΠΕΔ προβλέπει ότι σκοπός του είναι η μεγιστοποίηση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου, και όχι η μείωση του, ακριβώς για να διασφαλισθεί απέναντι σε τυχόν νομικές εμπλοκές, είχε ζητήσει να πάρει σχετικές διαβεβαιώσεις. Εκεί βρίσκεται η υπόθεση για μια αποκρατικοποίηση που έχει παραπεμφθεί για κάπου μέσα στο 2020, και η οποία έχει ήδη ναυαγήσει μια φορά, επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.