Την άμεση έξοδο της Ελλάδας στις αγοράς επιλέγει η κυβέρνηση προκειμένου να εκμεταλλευτεί τη θετική συγκυρία και την πολύ καλή εικόνα που έχει πλέον εδραιωθεί στους επενδυτές γύρω από τους ελληνικούς τίτλους.
H έξοδος θα αφορά 10ετές ομόλογο το οποίο θα έχει ημερομηνία λήξης το 2030, θα γίνει κατά πάσα πιθανότητα αύριο προκειμένου να σηκώσει η Ελλάδα 2,5 δισ. ευρώ, ενώ ως ανάδοχοι της έκδοσης έχουν οριστεί οι BNP Paribas, BofA Securities, Deutsche Bank, Goldman Sachs, HSBC και JP Morgan.
Το τάιμινγκ θεωρείται ιδανικό έπειτα από τη βελτίωση της απόδοσης των ελληνικών ομολόγων με το κόστος δανεισμού να έχει υποχωρήσει περίπου 65% από τα μέσα Μαρτίου, γεγονός που οφείλεται στις αποφάσεiς που έχουν ληφθεί τόσο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα όσο και από τις Βρυξέλλες.
Σήμερα το 5ετές ελληνικό ομόλογο διαπραγματεύεται στα 0,62%, το 10ετές στα 1,38% και το 15ετές στα 1,539%.
Αποδόσεις που πρόκειται να μειωθούν περαιτέρω μετά την πρόσφατη αύξηση από την Ευρωπαική Κεντρική Τράπεζα της δύναμης πυρός του έκτακτου QE, κατά 600 δισ ευρώ, φτάνοντας συνολικα στα 1,35 τρισ ευρώ. Εως πρότινος η ΕΚΤ παρείχε τη δυνατότητα αγοράς περίπου 12 δισ ευρώ ελληνικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά. Εως τα τέλη Μαίου είχαν αγοραστεί μέσω του Pandemic Emergency Purchase Programme περί τα 4,7 δισ ευρώ ελληνικών τίτλων. Τώρα, μετά και την αύξηση από την ΕΚΤ του PEPP κατά 600 δισ ευρώ, η πρώτη θα μπορεί να αγοράσει περί τα 25 δισ ελληνικών τίτλων.
Το κόστος δανεισμού και στον ιδιωτικό τομέα
Σαν κίνηση η διεύρυνση από την Φρανκφούρτη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης βοηθά πολύ την ελληνική οικονομία καθώς είναι δεδομένο ότι θα βοηθήσει στην αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού της χώρας. Αυτό με στη σειρά του αργά ή γρήγορα θα επηρεάσει και το κόστος δανεισμού του ιδιωτικού τομέα.
Στην μείωση του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου συμβάλει περαιτέρω η πρόθεση της Κομισιόν να στηριξει την ευρωπαϊκή οικονομία μέσω του προγράμματος «Next Eu Generation», εκ των οποίων η Ελλάδα είναι εκ των πλέον oφελημένων.
Την έκδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου προς όλους τους ενδιαφερόμενους επιβεβαιώνει με μήνυμά της και η Goldman Sachs που επισημαίνει πως η απόδοση κινείται κάτω από 1,4% στη βάση του προγράμματος PEPP της ECB.
Υπενθυμίζεται πως το τελευταίο διάστημα συνεχίζεται η μείωση στις αποδόσεις των 10ετών ομολόγων του ελληνικού Δημοσίου, ενώ μετά και την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατήλθε πλέον στο 1,36% με πτώση άνω του 9%. Πρόκειται για τα χαμηλότερα επίπεδα εδώ και περίπου τρεις μήνες, κάτι που μαρτυρά την ταχύτατη επιστροφή στην κανονικότητα αλλά αντανακλά και τη μείωση του ρίσκου χώρας.
Τα στοιχεία για την μικρή ύφεση
Εξαιρετικά ευνοϊκά λειτουργούν για την χώρα και τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) για την πορεία του πρώτου τρίμηνου της οικονομίας, τα οποία κατέγραψαν ύφεση μόλις 0,9%, γεγονός που πιστοποιεί ότι οι αρχικές προβλέψεις της κυβέρνησης ήταν σωστές, ενώ ταυτόχρονα πρόκειται για επίδοση πολύ καλύτερη απ’ ότι άλλων χωρών, όπως και της Ευρωζώνης.
Ενώ η ελληνική οικονομία παρουσίασε ζημιά μόλις 0,9% το πρώτο τρίμηνο, η ύφεση στην Γερμανία διαμορφώθηκε σε 2,3%, στην Πορτογαλία 2,4%, στην Ιταλία 4,8%, στην Γαλλία 5,4% και στην Ευρωζώνη 3,2%.
Τέλος, πριν λίγες μέρες ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας είχε προαναγγείλει τη νέα έξοδο της χώρας στις αγορές. Όπως είχε αναφέρει, τα κεφάλαια από τις εκδόσεις των ομολόγων αποτελούν μέρος των ποσών που δαπανώνται για τα μέτρα στήριξης. Καθώς έως σήμερα δεν έχει εισρεύσει ούτε ένα ευρώ από τα ευρωπαϊκά κονδύλια, τα υπόλοιπα ποσά προέρχονται από τα έσοδα του Προϋπολογισμού, από τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης και από την αύξηση του δανεισμού μέσω εντόκων γραμματίων.
Πρόσθεσε δε, ότι και τον Μάιο υπάρχει μεν μεγάλη απόκλιση στο σκέλος των εσόδων του Προϋπολογισμού, αλλά «όχι αρνητικές εκπλήξεις», ενώ για ενδεχόμενο δανεισμό από τον ESM, ανέφερε πως «είναι ένα ακόμη διαθέσιμο όπλο στη φαρέτρα, ώστε εάν υπάρξει ανάγκη, να αξιολογηθεί την κατάλληλη στιγμή».