Του Γιώργου Φιντικάκη
Σε ρυθμό νέων γεωτρήσεων πρόκειται να κινηθεί μέσα στους επόμενους μήνες η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, από την Αίγυπτο, έως την Κύπρο και το Ισραήλ, αναθερμαίνοντας τη συζήτηση για την αξιοποίηση των ενεργειακών κοιτασμάτων, σε μια συγκυρία όπου κυρίαρχο θέμα θα παραμένει η προκλητικότητα της Τουρκίας και η διπλωματία των φρεγατών.
Σύμφωνα με αναλυτές, η «ανάπαυλα» του τελευταίου εξαμήνου σε επίπεδο ερευνών στην Αν. Μεσόγειο, θα δώσει εκ των πραγμάτων από το 2020 και μετά τη θέση της σε μια αναζωπύρωση της δραστηριότητας από τις ξένες εταιρείες που έχουν πάρει θέση στην περιοχή, για τον απλούστατο λόγο ότι έχει ωριμάσει η ώρα για νέες γεωτρήσεις, ανεξάρτητα από τη στάση της Άγκυρας, που πιθανώς και να κλιμακωθεί μετά και το τέλος των επιχειρήσεων στη Συρία.
Στα προσεχή ενεργειακά «highlights» της περιοχής, ξεχωρίζουν οι έξι-επτά καινούργιες γεωτρήσεις που βρίσκονται στα σκαριά, δύο από τη βρετανική BP στο Δέλτα του Νείλου, μία από την αμερικανική Exxon Mobil στην Αίγυπτο, εκείνη της γαλλοϊταλικής κοινοπραξίας Total-Eni στο «οικόπεδο 7» της κυπριακής ΑΟΖ, καθώς επίσης οι ερευνητικές γεωτρήσεις που ετοιμάζει η ελληνική Energean Oil & Gas στην Αίγυπτο, όσο και στο Ισραήλ.
Τον τόνο, ωστόσο, των εξελίξεων θα δώσει η επικείμενη έναρξη παραγωγής φυσικού αερίου από την ισραηλινή Delek και την αμερικανική Noble σε μια από τις πιο εμβληματικές ανακαλύψεις όλων των τελευταίων ετών, στο κοίτασμα Λεβιάθαν του Ισραήλ. Εκεί έχει ήδη φτάσει το μεγαλύτερο ημιβυθιζόμενο πλοίο-γερανός στον κόσμο.
Τούτο σημαίνει ότι μέσα στους επόμενους μήνες θα δούμε να γίνονται πράξη οι πρώτες στην ιστορία εξαγωγές φυσικού αερίου από το Ισραήλ προς την Αίγυπτο, με βάση μια συμφωνία αξίας 15 δισεκατομμυρίων δολαρίων που έχουν συνάψει οι δύο χώρες και την οποία αναλυτές έχουν χαρακτηρίσει ως την πιο σημαντική από το 1979, ένα νέο «Καμπ Ντέιβιντ» που φέρνει ακόμη πιο κοντά τους δύο γείτονες.
Στα παραπάνω θα πρέπει κανείς να προσθέσει την επιβεβαιωτική γεώτρηση της Exxon Mobil στο κυπριακό κοίτασμα «Γλαύκος», που είχε χαρακτηριστεί ως «μια από τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις της χρονιάς», καθώς και η υλοποίηση της συμφωνίας για εξαγωγή του κοιτάσματος «Αφροδίτη» στο τερματικό υγροποίησης φυσικού αερίου της Shell στην Αίγυπτο.
Τέτοιες ειδήσεις πρόκειται να δίνουν από εδώ και πέρα το στίγμα της ευρύτερης περιοχής, δίχως αυτό να σημαίνει ότι θα σταματήσει η τουρκική επιθετικότητα και οι προσπάθειες γεωτρήσεων στην κυπριακή ΑΟΖ από το γεωτρύπανο Γιαβούζ, του οποίου πάντως η παρουσία φαίνεται, τουλάχιστον προς το παρόν, να εξυπηρετεί περισσότερο πολιτικές σκοπιμότητες, παρά κινήσεις ουσίας.
Η ενεργειακή ρουλέτα θα γυρίζει με ολοένα μεγαλύτερες ταχύτητες, με πρωταγωνιστές τις Exxon Mobil, BP, Total, Eni, Delek και Energean, ενώ σε αυτό τον αγώνα δρόμου Αθήνα και Λευκωσία θα επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τα παράθυρα ευκαιρίας που τους δημιουργεί η αμερικανική στήριξη στην τριμερή συνεργασία Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ.
Δεδομένου βέβαια ότι η Αθήνα αποτελεί τη μοναδική από τις τρεις χώρες δίχως διαπιστωμένα κοιτάσματα, μόνο αν βρεθούν εμπορεύσιμες ποσότητες αερίου στις ελληνικές θάλασσες αυτή θα αποκτήσει ισότιμη θέση στο τραπέζι. Ενας δρόμος που είναι ακόμη πολύ μακρύς. Αν οι σεισμικές έρευνες που θα ξεκινήσουν σε Κρήτη και Ιόνιο είναι θετικές, τότε μόνο οι κοινοπραξίες που έχουν αναλάβει τα δικαιώματα παραχώρησης θα προχωρήσουν στις πρώτες δοκιμαστικές γεωτρήσεις, και αυτό το νωρίτερο το 2026-2027.
Στην ουσία η Αθήνα πληρώνει την κωλυσιεργία όλων των προηγούμενων ετών, καθώς ακόμη κι αν βρεθούν εμπορικά εκμεταλλεύσιμα κοιτάσματα, η αξιοποίησή τους δεν πρόκειται να ξεκινήσει παρά προς τα τέλη της επόμενης δεκαετίας. Οταν δηλαδή όλη η υπόλοιπη Ευρώπη θα κινείται σε τροχιά απαγκίστρωσης από τα ορυκτά καύσιμα και απανθρακοποίησης, τότε η Ελλάδα θα ξεκινά, εφόσον έχουν βρεθεί κοιτάσματα, να παράγει φυσικό αέριο.
Μεγάλος κερδισμένος
Αν υπάρχει μέχρι σήμερα κάποιος μεγάλος κερδισμένος απ'' όλα τα παραπάνω, αυτός λέγεται Αίγυπτος. Είναι η μοναδική χώρα της περιοχής που παράγει αέριο, το εξάγει και διαθέτει τερματικά υγροποίησης, απαραίτητα για τη φόρτωσή του σε πλοία και για τη μεταφορά του. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι μέσα στον Οκτώβριο η παραγωγή της Αιγύπτου έφτασε στα 200 εκατομμύρια κυβικά μέτρα αερίου την ημέρα, όταν η Ελλάδα καταναλώνει ολόκληρο το χρόνο, 4 δισ. κυβικά μέτρα. Δηλαδή, μέσα σε 20 μόλις ημέρες η Αίγυπτος παράγει ποσότητα ίση με αυτήν που καταναλώνει η Ελλάδα μέσα σε 1 χρόνο!
Εύλογο λοιπόν το ότι κάθε μια από τις γύρω χώρες (Ισραήλ, Κύπρος) που φιλοδοξεί να μπει κάποτε στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη, φλερτάρει με το Κάιρο. Η υγροποίηση αποτελεί σήμερα τη μοναδική ρεαλιστική προοπτική για τη μελλοντική αξιοποίηση των κοιτασμάτων της περιοχής και η πλέον πιθανή χώρα για να σταλεί το αέριο προς υγροποίηση είναι η Αίγυπτος, η οποία διαθέτει από το 2005 στη μεσογειακή της ακτή δύο τέτοιες μονάδες: Την Ινκτού, στην οποία συμμετέχουν η Shell και η γαλλική Total, και την Νταμιέτα στην οποία συμμετέχουν η ιταλική Eni και η επίσης βρετανική BP. Στον τερματικό του Ινκτού πρόκειται να εξάγει και η Shell τις ποσότητες από το κοίτασμα «Αφροδίτη», όπως έχει ανακοινώσει ο Κύπριος υπουργός Ενέργειας Γιώργος Λακκοτρύπης, καθώς πρόκειται για τη μοναδική για την ώρα επιλογή.
Οσο για το σχέδιο εξαγωγής του φυσικού αερίου της Αν. Μεσογείου μέσω του αγωγού East Med, παρά τις πολιτικές εξαγγελίες αυτό έχει μπει στον πάγο. Η υπογραφή του αγνοείται πότε θα γίνει (είχε μπλοκάρει στις επιφυλάξεις της Ιταλίας) και δείχνει τα πολλά ευάλωτα ενός κατά κύριο λόγο πολιτικού σχεδίου, που για να γίνει κάποτε πράξη χρειάζεται να βρεθούν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες αερίου από τις σημερινές, προκειμένου να δικαιολογούν την ακριβή του κατασκευή, ύψους 6-7 δισ. ευρώ.
Ασφαλώς και στη θεωρία η δημιουργία του αγωγού θα αποτελούσε την ιδανική λύση για Ελλάδα και Κύπρο, καθώς θα αναβάθμιζε θεαματικά τον μεταξύ τους άξονα. Στην πράξη όμως το σχέδιο πάσχει, αφενός γιατί πρέπει πρώτα να ξεπεράσει τεχνικές δυσκολίες (μεγάλα βάθη) και γεωπολιτικούς κινδύνους, όσο κυρίως επειδή για να καταστεί βιώσιμο θα πρέπει οι ανακαλύψεις στην περιοχή να δικαιολογούν τα κόστη του. Τα πράγματα θα άλλαζαν αν ενδιαφέρον να συμμετάσχει στο project επεδείκνυε η Αίγυπτος, που μετά την ανακάλυψη από την ιταλική Eni του κοιτάσματος Zoρ (μεγέθους 30 τρισ. κυβικών), αναδεικνύεται σε παράγοντα - κλειδί στην περιοχή. Το Κάιρο όμως δεν ενδιαφέρεται.
Το πλωτό δεξαμενόπλοιο, ο TAP και ο IGB
Το σκέλος των υδρογονανθράκων είναι η μία όψη του νομίσματος ως προς τις ευκαιρίες της Ελλάδας να διαδραματίσει κάποια στιγμή ισχυρό ρόλο στις ενεργειακές εξελίξεις της περιοχής. Η άλλη όψη του νομίσματος αφορά τα όσα συμβαίνουν με τον αγωγό TAP, τον ελληνοβουλγαρικό IGB και φυσικά με τον πλωτό σταθμό αποθήκευσης και επαναεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου (FSRU) στην Αλεξανδρούπολη. Τρία έργα ελληνικού ενδιαφέροντος που μπορούν κάλλιστα να κουμπώσουν με τη μελλοντική αξιοποίηση και μεταφορά των κοιτασμάτων της Αν. Μεσογείου προς την Ευρώπη και να αναβαθμίσουν στην πράξη, όχι στα λόγια, τον ρόλο της Ελλάδας, παρότι φυσικά η συζήτηση αυτή είναι ακόμη πρόωρη.
Στην περίπτωση του IGB, πριν από περίπου δεκαπέντε ημέρες, οι υπουργοί Ενέργειας της Ελλάδας και της Βουλγαρίας, Κ. Χατζηδάκης και Τ. Πέτκοβα, υπέγραψαν στη Σόφια τη διακρατική συμφωνία για την κατασκευή του, που προσδιορίζει την εμπορική του λειτουργία για τον Ιούλιο του 2021.
Το έργο αποτελεί το πρώτο τμήμα του λεγόμενου «κάθετου διαδρόμου», ένα δίκτυο μεταφοράς φυσικού αερίου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, που στόχο έχει την απεξάρτησή της από τον απόλυτο σήμερα ενεργειακό έλεγχο της Ρωσίας.
Το project του ελληνοβουλγαρικού αγωγού θεωρείται και ως ένα από τα μεγάλα στοιχήματα της ΔΕΠΑ, η οποία και συμμετέχει στην εταιρεία που θα το φέρει εις πέρας. Είναι η ICGB AD, της οποίας μέτοχοι είναι η εταιρεία Bulgarian Energy Holding-BEH, με ποσοστό 50% και η ΥΑΦΑ ΠΟΣΕΙΔΩΝ (IGI-POSEIDON), με ποσοστό 50%. Στην τελευταία συμμετέχουν με ίσα ποσοστά η ΔΕΠΑ και η ιταλική Edison.
Σε πρώτη φάση, όλο σχεδόν το αέριο που θα μεταφέρει ο IGB θα προέρχεται από τον TAP, ο οποίος αναμένεται να λειτουργήσει το 2021, με αντικείμενο τη μεταφορά καταρχήν μόνο αζέρικου αερίου στις ευρωπαϊκές αγορές. Σε δεύτερη όμως φάση, ο TAP, άρα και ο IGB, θα μπορούσαν να «φορτώσουν» με επιπρόσθετες ποσότητες είτε από την Κασπία είτε με εισαγωγές LNG (υγροποιημένο φυσικό αέριο) από τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Αν. Mεσογείου. Προϋπόθεση για αυτό είναι να διασυνδεθεί στο μέλλον ο IGB με τον σχεδιαζόμενο σταθμό αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG (FSRU) της Αλεξανδρούπολης, ύψους 380 εκατ. ευρώ.
Το τελευταίο αυτό έργο που προωθεί η Gastrade βρίσκεται σε ώριμη επενδυτική φάση και αναμένεται σύντομα η έναρξη της κατασκευής του. Απαρτίζεται από μία πλωτή μονάδα αποθήκευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου, η οποία θα βρίσκεται αγκυροβολημένη σε απόσταση 17,6 χλμ. νοτιοδυτικά του λιμανιού της Αλεξανδρούπολης και 10 χλμ. από την κοντινότερη ακτή στη Μάκρη του Έβρου.
Στην πράξη, πρόκειται για ένα δεξαμενόπλοιο με χώρους αποθήκευσης 150.000 έως 170.000 κυβικών μέτρων. Το υγροποιημένο αέριο που θα φθάνει μέσω των δεξαμενόπλοιων, θα επαναεριοποιείται στη μονάδα, και μέσω ενός αγωγού μήκους 28 χλμ., εκ των οποίων τα 24 χλμ. υποθαλάσσια, θα μεταφέρεται στη στεριά, δηλαδή σε αγωγούς, τόσο στο εθνικό σύστημα όσο και στον IGB, όπως τουλάχιστον προβλέπει ο μέχρι σήμερα σχεδιασμός.
* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Παρασκευής 25 Οκτωβρίου.