Στο ογκολογικό νοσοκομείο «Μεταξά» διενεργείται κατεπείγουσα Ένορκη Διοικητική Εξέταση, μετά την αναβολή σοβαρής χειρουργικής επέμβασης σε ασθενή, στην οποία είχε χορηγηθεί γενική αναισθησία και παρέμεινε επί μία ώρα στο χειρουργικό τραπέζι, όπως αναφέρει η ΕΡΤ.
Τη διενέργεια της ΕΔΕ διέταξε ο αναπληρωτής διοικητής του νοσοκομείου κ. Σ. Ευσταθόπουλος, προκειμένου να διαπιστωθεί η αιτία της σοβαρής βλάβης στο σύστημα εξαερισμού της χειρουργικής αίθουσας (καθώς και της μη έγκαιρης αντιμετώπισής της), που είχε ως αποτέλεσμα τη μεγάλη ταλαιπωρία της 52χρονης ασθενούς.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από τη Γυναικολογική κλινική, η ασθενής, αφού ξύπνησε από τη νάρκωση, πληροφορήθηκε ότι η επέμβαση προγραμματίστηκε να γίνει, σήμερα, το πρωί.
Η ΕΡΤ αναφέρει ότι με αφορμή το χθεσινό περιστατικό, πραγματοποιήθηκε, χθες, ευρεία σύσκεψη με τη συμμετοχή της διοίκησης του νοσοκομείου, εκπροσώπων της Περιφέρειας, του δήμου Πειραιά και του τοπικού Ιατρικού Συλλόγου, σε μια προσπάθεια ιεράρχησης στην αντιμετώπιση των πολύ σοβαρών προβλημάτων στις υποδομές του «Μεταξά», λόγω της παλαιότητας του κτιρίου.
Ορισμένα από τα έργα, τα οποία είναι απαραίτητα, έχουν δρομολογηθεί, μέσω του προγράμματος κτιριακής αναβάθμισης των νοσοκομείων. Το πρόβλημα, όμως, που αφορά το κεντρικό σύστημα ψύξης – θέρμανσης έχει μείνει «πίσω», καθώς ακυρώθηκε ο σχετικός διαγωνισμός.
Με κονδύλια που έχει εξασφαλίσει η Περιφέρεια, μέσω ΕΣΠΑ, θα επουλωθούν, ορισμένες σημαντικές «πληγές» του νοσοκομείου, όπως η αντικατάσταση των ακτινοθεραπευτικών μηχανημάτων τα οποία λειτουργούν επί 10 - 15 χρόνια και παρουσιάζουν συχνές βλάβες, καθώς και η προμήθεια σύγχρονου αξονικού τομογράφου.
Πριν από δύο εβδομάδες, ο υπουργός Υγείας κ. Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, είχε απομακρύνει, από τη θέση του, τον έως τότε διοικητή του νοσοκομείου, λόγω της έλλειψης που παρατηρήθηκε στην προμήθεια των φαρμάκων, τα οποία χρησιμοποιούνται στις χημειοθεραπείες.
Οι εκπρόσωποι των εργαζομένων είχαν αποδώσει σε κακή οικονομική διαχείριση την έλλειψη κονδυλίων για την προμήθεια των συγκεκριμένων φαρμάκων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, ορισμένοι ογκολογικοί ασθενείς να υποβάλλονται με καθυστέρηση στις θεραπείες τους.