Οι αστυνομικές Αρχές είχαν δει την ένταση που υπήρχε ανάμεσα στην 40χρονη και τον εν διαστάσει σύζυγό της και γι' αυτό είχαν προσπαθήσει να την πείσουν να φύγει από το σπίτι, μαζί με τα παιδιά της, και να πάνε σε ξενώνα φιλοξενίας. Αυτό, καθώς οι αστυνομικοί του Τμήματος Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας Αχαρνών «προέβλεπαν» ότι μπορεί να γίνει κάποιο κακό. Η προτροπή να μεταβεί σε ένα από τα safe houses για θύματα ενδοοικογενειακής βίας, ήταν προκειμένου να είναι πλήρως προστατευμένη, ωστόσο, εκείνη δεν συναίνεσε, σχολίασε η εκπρόσωπος Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντιά Δημογλίδου.
«Ο Προϊστάμενος του Τμήματος Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας μετά από την καταγγελία στις 7 Μαΐου και την σύλληψη του δράστη, ο οποίος αφέθηκε ελεύθερος μέχρι την δικάσιμο, που είχε οριστεί για σήμερα, 17 Μαΐου, τηλεφώνησε αρκετές φορές στην 40χρονη για να μάθει αν την έχει ενοχλήσει ξανά και για να προσπαθήσει να την πείσει να απομακρυνθεί από το σπίτι της».«Ο τρόπος που λειτούργησαν οι αστυνομικοί στο Τμήμα Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας Αχαρνών είναι υποδειγματικός και έτσι θα πρέπει να λειτουργούν οι αστυνομικοί σε όλες τις περιπτώσεις. Είναι πολύ άδικο ότι η γυναίκα αυτή δεν είναι στη ζωή» πρόσθεσε η εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ.
Σύμφωνα με την ίδια «μόλις έγινε γνωστή η δολοφονία της γυναίκας στο Μενίδι και μετά τις αναφορές περί καταγγελιών για ενδοοικογενειακή βία από το θύμα, επικοινώνησα αμέσως με τον προϊστάμενο του Τμήματος Αντιμετώπισης Ενδοοικογενειακής Βίας στην περιοχή για να μάθω τι ιστορικό υπήρχε και μου είπε ότι ''Μόλις άκουσα για δολοφονία, κατάλαβα αμέσως και ήξερα ποια γυναίκα δολοφονήθηκε και ποιος ήταν ο δράστης''. Ο αξιωματικός της Αστυνομίας ήταν σίγουρος για το ποιο είναι το θύμα».
Αναφορικά με τον δράστη, η κα. Δημογλίδου υπογράμμισε ότι «δυστυχώς είναι ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα δραστών που θεωρούν ότι τα θύματα είναι ιδιοκτησία τους. Προανακριτικά έχει ομολογήσει την πράξη του, αλλά δεν ξέρω αν έχει πει ότι μετάνιωσε».