Η συζήτηση για το νέο δικαστικό χάρτη της χώρας ανατρέχει περίπου στο χρόνο που ανέλαβε καθήκοντα η νυν ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης. Πρακτικά πρόκειται για μια απόπειρα αναδιοργάνωσης του δικαστικού συστήματος με συγχωνεύσεις και καταργήσεις δικαστικών δομών και ταυτόχρονη ανακατανομή της δικαστικής ύλης, με σκοπό την καλύτερη αξιοποίηση των υποδομών, των πόρων και του ανθρωπίνου δυναμικού. Ο βασικός άξονας της αλλαγής συνίσταται στην ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας, ήτοι των ειρηνοδικείων και των πρωτοδικείων.
Εδώ και μήνες, η Διοίκηση του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών συνομιλεί θεσμικά με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, χωρίς να έχει εκφράσει σημαντικές διαφωνίες σε σχέση με το προς ψήφιση νομοσχέδιο, σύμφωνα τουλάχιστον με όσα έχουν λεχθεί δημόσια σε ΜΜΕ, εκδηλώσεις, αλλά και στις συνεδριάσεις των ΔΣ, των οποίων δυστυχώς τα πρακτικά ακόμα δεν δημοσιεύονται.
Κατά την πολύμηνη επικοινωνία μεταξύ ΔΣΑ και υπουργείου, ουδεμία οργανωμένη ενημέρωση πραγματοποιήθηκε προς το δικηγορικό σώμα, σε σχέση με τις προβλέψεις του νέου δικαστικού χάρτη. Η Διοίκηση διαμήνυε παντού την επί της αρχής συμφωνία της, ενώ υπήρχε μια συνεχής διάδραση μεταξύ των εκπροσώπων του ΔΣΑ και του υπουργείου, που τελικά οδήγησε και σε αλλαγές στο νομοσχέδιο σύμφωνα με τις προτάσεις του ΔΣΑ.
Περίπου μια εβδομάδα πριν τη λήξη της δημόσιας διαβούλευσης, η Διοίκηση του ΔΣΑ άλλαξε αιφνιδίως στάση. Αφενός, έλαβε αρνητική θέση έναντι του νέου δικαστικού χάρτη, αφετέρου κάλεσε τα μέλη του ΔΣΑ να τοποθετηθούν μέσω δημοψηφίσματος. Και αποτελεί παραδοξότητα ότι ενώ μέχρι τότε διαβουλευόταν με το Υπουργείο χωρίς να κρίνει ότι χρειάζεται η ενημέρωση ή η γνώμη των συναδέλφων, έκρινε ότι αυτές είναι απαραίτητες δύο εβδομάδες πριν την ψήφιση του νομοσχεδίου. Προκήρυξε έτσι ένα δημοψήφισμα που διενεργείται με τρόπο απολύτως διαβλητό (ταυτόχρονη διεξαγωγή με φυσική παρουσία και διαδικτυακά), και σε χρόνο που η διαβούλευση έχει ήδη λήξει και επίκειται άμεσα η ψήφιση.
Την παραδοξότητα της προκήρυξης δημοψηφίσματος ακολούθησε η κλιμάκωση, με την προκήρυξη αποχής των μελών του ΔΣΑ από τα καθήκοντά τους, για δύο μέρες περιορισμένα για τις πολιτικές υποθέσεις, και για άλλες δύο ημέρες καθολικά. Να σημειωθεί ότι αντίστοιχες αποφάσεις περί αποχής έχει λάβει η Διοίκηση του ΔΣΑ και για πολλές ακόμη αιτίες (φορολογικό νομοσχέδιο, αλλαγές σε Ποινικό Κώδικα και Κώδικα Ποινικής Δικονομίας κοκ), και ότι το συνολικά συσσωρευμένο χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι Δικηγόροι Αθηνών βρισκόμαστε αναγκαστικά σε αποχή είναι πλέον αδύνατο να υπολογιστεί.
Το κερασάκι στην τούρτα δημοψηφίσματος και αποχής ήρθε να προστεθεί λίγες μέρες πριν. Αρχικά ο ΔΣΑ απέστειλε ενημερωτική επιστολή προς όλα τα μέλη του για τις αλλαγές που θα επέρχονταν στην Αττική με το νέο δικαστικό χάρτη. Ωστόσο η ενημέρωση ήταν εσφαλμένη, καθότι δε βασιζόταν στο τελικό κείμενο του νομοσχεδίου, που είχε ήδη δημοσιοποιηθεί, αλλά στο αρχικό κείμενο αυτού που είχε αναρτηθεί στην διαβούλευση στις 04.04.2024, με αποτέλεσμα να μην έχουν ενσωματωθεί σημαντικές αλλαγές που μεσολάβησαν. Ενδεικτικό της προχειρότητας με την οποία αντιμετώπισε η Διοίκηση του ΔΣΑ το όλο ζήτημα είναι το ερώτημα του δημοψηφίσματος που ήδη διεξάγεται, που αναφέρεται σε 5 περιφερειακά πρωτοδικεία στην Αττική, ενώ το τελικό νομοσχέδιο αναφέρεται σε 6.
Εν κατακλείδι, την τελευταία εβδομάδα η Διοίκηση του ΔΣΑ, για ένα νομοσχέδιο που μέχρι τώρα αντιμετώπιζε θετικά, άλλαξε αιφνιδίως στάση και καλεί τους συναδέλφους να τοποθετηθούν, αρχικά χωρίς να τους έχει ενημερώσει, και στη συνέχεια έχοντας ενημερώσει αυτούς εσφαλμένα για το περιεχόμενό του, ενώ ταυτόχρονα τους επιβάλλει, πριν καν τοποθετηθούν θετικά ή αρνητικά στο δημοψήφισμα, αποχή από τα καθήκοντά τους.
Εύλογα αναρωτιέται κανείς προς τι αυτή η αιφνίδια αλλαγή στάσης του ΔΣΑ και ποια σκοπιμότητα εξυπηρετεί. Η προφανής απάντηση είναι η πολιτική σκοπιμότητα της αντιπολίτευσης, δεδομένου ότι η κομματική καταγωγή της Διοίκησης του ΔΣΑ είναι γνωστή. Όμως, αν είναι αυτός ο λόγος τότε γιατί συνέβη τώρα και όχι εξαρχής;
Η επόμενη απάντηση είναι πως η αλλαγή αυτή έχει συνδικαλιστικό κίνητρο, καθώς κρίθηκε, ότι η δημιουργία μιας αντίθεσης είναι αναγκαία, ώστε να δοθεί ένα αφήγημα για την επόμενη ημέρα της διαδοχής της ηγεσίας του ΔΣΑ και να δημιουργηθεί ένας αντίπαλος, έναντι του οποίου θα συσπειρωθεί η παράταξη της παρούσας πλειοψηφίας.
Σε κάθε περίπτωση το αποτέλεσμα βγαίνει αρνητικό για το δικηγορικό κόσμο:
Α. Το προκηρυχθέν δημοψήφισμα επιτείνει έτι περαιτέρω την κατάσταση μειωμένης αξιοπιστίας, που δυστυχώς βρίσκεται εδώ και χρόνια ο κλάδος έναντι της Πολιτείας, αφού το αναμενόμενο αρνητικό αποτέλεσμα θα επικυρώσει απλά τη στροφή που ξεκίνησε έναντι του νέου δικαστικού χάρτη. Περαιτέρω, ο ΔΣΑ κινδυνεύει με το αναμενόμενο αρνητικό αποτέλεσμα να εγκλειστεί σε μια στείρα άρνηση συμμετοχής σε οποιαδήποτε διαδικασία ακολουθήσει για την διαμόρφωση των νέων δικαστικών σχηματισμών, καθώς οτιδήποτε αντίθετο θα παραβιάζει την αρνητική εντολή των συναδέλφων.
Β. Ενδεχόμενη νέα μακράς διαρκείας αποχή για το νέο δικαστικό χάρτη, σε συνέχεια των αποχών που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, το μόνο αποτέλεσμα που θα έχει είναι η περαιτέρω οικονομική εξόντωση των δικηγόρων. Και ακόμα περισσότερο των νέων, που υποτίθεται ότι η άρνηση των νέων πρωτοδικείων υπερασπίζεται. Κάθε μέρα αποχής σημαίνει δικαστήρια που δεν διεξάγονται, δικόγραφα που δεν κατατίθενται, συμβόλαια που δεν υπογράφονται. Σημαίνει λιγότερα έσοδα για το νέο δικηγόρο που πασχίζει να συντηρήσει το γραφείο του. Τα νέα περιφερειακά πρωτοδικεία παρουσιάζονται σαν ένας μελλοντικός κίνδυνος. Η αποχή είναι ένας υφιστάμενος κίνδυνος με χειροπιαστά αποτελέσματα.
Κλείνοντας, θα συνιστούσα ψυχραιμία και υπομονή. Το νομοσχέδιο που θα ψηφιστεί δεν είναι το τέλος του κόσμου. Είναι νόμος, μπορεί να τροποποιηθεί και στη μεταβατική περίοδο των 2,5 ετών που θα ακολουθήσει, θα γίνει αυτό αν κριθεί αναγκαίο ή αν υπάρξει καλύτερη αντιπρόταση. Το δικηγορικό σώμα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να εγκλωβιστεί σε μια στείρα άρνηση χωρίς υποβολή αντιπρότασης, και οι δικηγόροι δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να καταστούν τα θύματα των πολιτικών σκοπιμοτήτων και των συνδικαλιστικών ασκήσεων της ηγεσίας του ΔΣΑ.
Στέλιος Λεριός, Σύμβουλος ΔΣΑ