Τα νέα από το επιχειρηματικό πεδίο αναδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο τις προοπτικές που υπάρχουν στις ελληνοαμερικανικές σχέσεις.
Εκτός της αμυντικής συνεργασίας, τη σημασία της Ελλάδας ως συμμάχου στις μεγάλες κρίσεις, στην Ουκρανία, στην Ανατολική Μεσόγειο, στον πόλεμο της Γάζας ή τη συμμετοχή σε πρωτοβουλίες όπως η «Prosperity Guardian» για τη διασφάλιση της ελεύθερης ναυσιπλοίας στην Ερυθρά, οι επιχειρηματικές κινήσεις που απορρέουν από τη συνεργασία «3+1» δείχνουν με τον καλύτερο τρόπο το σημερινό επίπεδο των διμερών σχέσεων.
Η πιο πρόσφατη είναι η χθεσινή είδηση από την Ουάσιγκτον ότι το κρατικό αμερικανικό επενδυτικό fund, DFC, το ίδιο που χρηματοδότησε την Onex για να αποκτήσει τα Ναυπηγεία Ελευσίνας, εξετάζει να μπει μετοχικά στον ηλεκτρικό διάδρομο Ελλάδας - Κύπρου - Ισραήλ.
Το συγκεκριμένο fund, σκοπός του οποίου σύμφωνα με το καταστατικό του, είναι να χρηματοδοτεί αναπτυξιακές επενδύσεις ανά τον κόσμο που συνάδουν με τα αμερικανικά συμφέροντα, υπέγραψε προ μηνών με τον όμιλο Onex τη συμφωνία χρηματοδότησης ύψους 125 εκατ δολαρίων για την απόκτηση των Ναυπηγείων Ελευσίνας.
Η κίνηση έγινε με στόχο τον μετασχηματισμό τους σε έναν υπερσύγχρονο ναυπηγικό κόμβο, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά για την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, για πλοία τόσο εμπορικά, όσο και πολεμικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ελλάδα μπαίνει ως συμπαραγωγός στην Ελευσίνα στο πρόγραμμα των αμερικανικών φρεγατών νέας γενιάς κλάσης «Constellation», όπως δήλωσε πρόσφατα ο υπ. Άμυνας, Ν. Δένδιας.
Τώρα το Development Finance Corporation (DFC) με προϋπολογισμό 1,02 τρισεκατομμύρια δολάρια για το 2024, έχει εκδηλώσει το ενδιαφέρον, όπως αποκάλυψε χθες από την Ουάσινγκτον η υφυπ. Ενέργειας Αλεξάνδρα Σδούκου, να μπει ως μέτοχος στην εταιρεία που θα ελέγχει και θα εκμεταλλεύεται την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας- Κύπρου-Ισραήλ.
Είναι το καλώδιο μεταφοράς καθαρής πράσινης ενέργειας, Great Sea Interconnector, μήκους 1.200 χλμ και εκτιμώμενου προϋπολογισμού 1,9 δισ. ευρώ, με φορέα υλοποίησης τον ΑΔΜΗΕ και στο οποίο ανακοίνωσε προ ημερών ότι θα μπει η Κυπριακή Δημοκρατία, ενώ σε εξέλιξη βρίσκονται συζητήσεις με το ισραηλινό fund Aluma και το εμιρατινό TAQA.
Τι βλέπουν οι Αμερικανοί στο έργο για το οποίο σημειωτέον ήταν εκείνοι που, σύμφωνα με τις πληροφορίες, προσέγγισαν πριν από μήνες την ελληνική πλευρά και όχι το αντίστροφο;
Βλέπουν ότι συμβαδίζει απόλυτα με τα γεωστρατηγικά τους συμφέροντα. Σε μια εποχή που βασική έννοια των Αμερικανών είναι η ασφάλεια εφοδιασμού της Αν. Μεσογείου, ο σχεδιασμός και η ανάπτυξη υποδομών που θα συνδέουν τις τρεις ηπείρους, όπως ο μεγάλος Ινδικός Διάδρομος (IMEC) που είχε ανακοινωθεί πέρυσι στην G-20 και έργα που θα επιτρέψουν τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας, η Ελλάδα προβάλλει ως ο ιδανικός ενεργειακός σύμμαχος στην περιοχή.
Σε κάθε έναν από τους βασικούς τομείς, η Ελλάδα κινείται στην κατεύθυνση ενίσχυσης της γεωπολιτικής σταθερότητας, είτε πρόκειται για τους υδρογονάνθρακες και το ρόλο της Αλεξανδρούπολης, είτε για τη μεταφορά καθαρής ενέργειας από τον πλούσιο και δυναμικό Νότο στον διψασμένο για ενέργεια Βορρά. Σε κάθε έναν από τους τρεις αυτούς τομείς, οι Αμερικανοί είτε είναι ήδη τοποθετημένοι, είτε δείχνουν διατεθειμένοι να το κάνουν, όπως στη περίπτωση του Great Sea Interconnector.
Τι σημαίνει για την Ελλάδα να μπει μέτοχος στο project η DFC, π.χ με ένα ποσοστό 10%;
Σημαίνει ότι η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, που φιλοδοξεί να είναι ο πρώτος ηλεκτρικός διάδρομος Ευρώπης - Μ.Ανατολής, θα αποκτήσει ως μέτοχο το κράτος των ΗΠΑ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Ισχυρή γεωπολιτική υπεραξία, θωράκιση από κάθε άποψη και με μια μετοχική σύνθεση που δεν θα επιτρέπει σε κανέναν να το αμφισβητήσει γεωπολιτικά, εφόσον κάποιος έχει μελλοντικά, τέτοια πρόθεση.
Σημαίνει επίσης ότι το σχήμα «3+1», δηλαδή Ελλάδα - Κύπρος - Ισραήλ και ΗΠΑ, λειτουργεί στην πράξη. Οχι στα λόγια και σε εξαγγελίες που δεν μετουσιώνονται σε έργα, όπως λέει ο Συντονιστής Διεθνούς Ενεργειακής Πολιτικής του ΥΠΕΝ, Θεόδωρος Τσακίρης που βρίσκεται στην Ουάσινγκτον και συμμετέχει στις διεργασίες.
Δείχνουν όμως και κάτι ακόμη όλα αυτά. Το γεγονός ότι στη νέα εποχή, αυτή των μεγάλων διασυνδέσεων και των πράσινων ενεργειακών διαδρόμων, που είναι το μέλλον, η Ελλάδα έχει τοποθετηθεί εγκαίρως. Τόσο με τη στρατηγική που ακολουθούμε πιστά ως χώρα την τελευταία 15ετία, από την εποχή του Γιάννη Μανιάτη ως υπ. Ενέργειας, όσο και επειδή ο ΑΔΜΗΕ αντιλήφθηκε από πολύ νωρίς ότι το παιχνίδι του μέλλοντος περνά στα χέρια των Διαχειριστών των δικτύων.
Είδε το τι έρχεται, τις τεράστιες ανάγκες σε επιπλέον διασυνδέσεις που έχει η Ευρώπη και ότι όποιος τοποθετηθεί εγκαίρως θα έχει και το προβάδισμα, όπως λέει συχνά ο CEO του ΑΔΜΗΕ Μάνος Μανουσάκης, αφού η δεκαετία του 2030 θα είναι η δεκαετία των δικτύων. Οι πάντες θα σχεδιάζουν ηλεκτρικές διασυνδέσεις προς κάθε κατεύθυνση.
Η μεταφορά πάντως της καθαρής ενέργειας, είναι το ένα κομμάτι από τη μεγάλη εικόνα της αμερικανικής παρουσίας στην Ελλάδα.
Το άλλο, αφορά τα ορυκτά καύσιμα, όπου το Μάρτιο η ExxonMobil παρουσιάζει στην κυβέρνηση τα ευρήματα από τις σεισμικές έρευνες στην Ελλάδα, ανάλογα με τα οποία θα πάρει και την τελική επενδυτική απόφαση για έναρξη γεωτρήσεων στα θαλάσσια μπλοκς νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Χθες η κα Σδούκου συναντήθηκε στην Ουάσιγκτον με τον Rochdi Younsi, Αντιπρόεδρο της Διεύθυνσης Διεθνών Κυβερνητικών Υποθέσεων της ExxonMonbil.
Το τελευταίο κομμάτι στο κάδρο συμπληρώνει ο περίφημος «Κάθετος Διάδρομος». Η αλυσίδα από αγωγούς, παρακαμπτήριους, συστήματα και υποδομές, που φιλοδοξούν να μεταφέρουν έως και την «αυλή» της Ρωσίας, δηλαδή σε Σλοβακία, Μολδαβία και Ουκρανία, το αμερικανικών συμφερόντων LNG. Τέτοιο σαν αυτό που θα μεταφέρουν πλοία από διάφορες πηγές στον νέο τερματικό σταθμό της Αλεξανδρούπολης (FSRU Aλεξανδρούπολης), το οποίο παίρνει κανονικά μπροστά στα τέλη Μαρτίου.
Ο πρώτος κρίκος της αλυσίδας μπήκε το 2022, με τη λειτουργία του μικρού ελληνοβουλγαρικού αγωγού, μήκους 182 χιλιομέτρων. Ο δεύτερος κρίκος μπήκε τον Ιανουάριο στην Αθήνα, στο περιθώριο της υπουργικής Διάσκεψης CESEC, όπου και υπεγράφη μνημόνιο για την ένταξη στον «Κάθετο Διάδρομο» και της Σλοβακίας, της Μολδαβίας και της Ουκρανίας.
Τώρα απομένει ο τρίτος και τελευταίος, να ολοκληρωθούν μια σειρά επενδύσεων αναβάθμισης, κοντά στα 500 εκατ. ευρώ στα συστήματα αγωγών των χωρών της διαδρομής. Και για να γίνει αυτό, εκτιμάται ότι η ΕΕ πρέπει να καλύψει το 50% του συνολικού προϋπολογισμού.
Ο Vertical Corridor απαρτίζεται από δύο οδεύσεις μετά τον βασικό άξονα, Ελλάδας - Βουλγαρίας - Ρουμανίας. Η ανατολική, Ρουμανία, Μολδαβία, Ουκρανία και η δυτική Ρουμανία, Ουγγαρία, Σλοβακία. Η υλοποίηση της πρώτης θα σήμαινε ότι θα μπορούν να μεταφερθούν στην Ουκρανία σε ετήσια βάση 10 bcm αερίου, έναντι μόλις 3 bcm, σήμερα.
Η ρωσική ενεργειακή απεξάρτηση της Ουκρανίας έχει ακόμη δρόμο μπροστά της. Αλλά οι επενδύσεις δεν είναι απαγορευτικές, αρκεί να συντονιστούν μεταξύ τους οι χώρες της διαδρομής, να μη μεσολαβήσουν δεύτερες σκέψεις και παρεμβάσεις τρίτων μερών στην πάντα επιρρεπή στη ρωσική επιρροή Ανατολική Ευρώπη.